Του ιερέως
Παναγιώτου
Σ. Χαλκιά
«Θεωρία χωρίς πράξη
είναι ρόδες χωρίς αμάξι»
(Λατινική παροιμία)
Φρονώ, φίλοι αναγνώστες, ότι το αποκαρδιωτικό φαινόμενο πολλών ανθρώπων, που κλονίζονται στην αρχή από αμφιβολίες, για να φύγουν αργότερα τελείως από το δρόμο της πίστης, οφείλεται ακριβώς σ’ αυτό. Στο ότι δηλαδή δεν ενισχύουν τη θεωρητική πίστη τους με καθημερινή και αδιάκοπη εφαρμογή. Δεν αγωνίζονται ώστε τα έργα της κάθε ώρας να εναρμονίζονται με το πιστεύω τους.
Η πίστη δεν είναι μια παθητική αποδοχή δογμάτων ή μια νοητική συγκατάβαση στο μυστήριο της χάριτος του Θεού. Αντίθετα, είναι ένα ολοκληρωτικό, χωρίς καμιά αμφιβολία ή δέσμευση, δόσιμο, μια διαρκής προσφορά του είναι μας στο Θεό.
Τα δόγματα έχουν συνέπειες ηθικές που αφορούν σ’ ολόκληρο το βίο του ανθρώπου, από την προσευχή ως το ποδόσφαιρο. Άμα σταματήσει η ζωή να είναι υλοποίηση της θεωρίας, διαστρέφεται το αληθινό νόημά της, ο άνθρωπος παλινδρομεί, αυτοαντιφάσκει, γελοιοποιείται.
Γι’ αυτό ο Τοθ γράφει: «Δεν φτάνει να κρύβεις κάπου βαθιά μια σπίθα πίστης. Πρέπει ν’ ανάψεις φωτιά στην καρδιά σου. Ζήσε την πίστη σου για να την κρατήσεις. Και ζήσε την κάθε μέρα».
Όποιος δεν ζει την πίστη του γίνεται πνευματικά αναιμικός, αφυδατώνεται η ύπαρξή του και μεταβάλλεται σε συμπλεγματικό πιστό ή άπιστο. Στην αρχή έρχεται η αδιαφορία, ύστερα γεμίζει ο νους από αμφιβολίες, για να καταλήξει κανείς στην απιστία.
Η πράξη είναι τροφή της πίστης. Χωρίς αυτήν η πίστη χάνει τη δύναμη και την αίγλη της. Αδυνατίζει επικίνδυνα και, τέλος, σβήνει. Αλλά κι αυτό αν δεν συνέβαινε, η πίστη χωρίς την πράξη δεν θα είχε καμία αξία, αφού (πίστις άνευ έργων νεκρά έστιν» (Ιάκ. 2, 14).
Η πίστη στο Θεό νοηματίζει την επίγεια ζωή μας και την προεκτείνει στην αιωνιότητα. Ενδυναμώνει την ψυχή και το νου μας στις δύσκολες στιγμές και μας ωθείστην υπερνίκηση των διαφόρων πειρασμών. Ακόμη μας εξοπλίζει με το «πνεύμα της δυνάμεως, της αγάπης και του σωφρονισμού» (Β΄ Τιμ. 1, 7), εκθρονίζοντας από μέσα μας την δειλία και την ηττοπάθεια.
Ο άνθρωπος που δεν πιστεύει στο Θεό πελαγοδρομεί, βαδίζει απροσανατόλιστος και ανερμάτιστος στα μονοπάτια της ζωής, κινδυνεύοντας από στιγμή σε στιγμή να συντριβεί. Δεν έχει σκοπό στην πορεία του, του λείπει η σιγουριά και η βεβαιότητα, γεμίζει από αγωνία, φθείρεται. Τα έργα του, όποια και αν είναι, ακόμη κι αυτά που φαντάζουν για καλά, είναι κούφια και ανούσια, στην καλύτερη περίπτωση.
Σε καιρούς σαν τους δικούς μας, που η απιστία απειλεί να εξολοθρεύσει την ανθρώπινη ύπαρξη και σύγχυση των ιδεών, καθημερινά διευρύνεται, ενώ η πράξη διψά για τους χυμούς της πίστης, καλείται ο χριστιανός, να ενισχύσει την πίστη του, να τη δυναμώσει, να την μετουσιώσει σε πράξη.
Η πίστη προς το Θεό λυτρώνει τον άνθρωπο από δύο κινδύνους καταλυτικούς. Την θεοποίηση της ζωής και τη φοβία μπροστά στο μυστήριο του θανάτου.
Ο πιστεύων δεν αγωνιά δια το αύριον, γιατί έχει αποθέσει μ’ απόλυτη εμπιστοσύνη τον εαυτό του στα χέρια του ζωντανού Θεού. Σκέφτεται μεταφυσικά και βλέπει τα πάντα υπό το πρίσμα της αιωνιότητας.
Είπαν πολλοί, πως η πίστη μεταφέρει τον άνθρωπο σε κόσμους φανταστικούς, εξωπραγματικούς. Ή ότι δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια καθησυχαστική μετάθεση των προβλημάτων του παρόντος στο μέλλον και μάλιστα στο αμφίβολο μεταθανάτιο μέλλον. Ο Μαρξ τη χαρακτήρισε «όπιο των λαών».
Αλλ’ όμως, την πίστη κανείς δεν μπορεί να τη ζήσει και να θρέψει τους καρπούς της, αν δεν μετάσχει ολόψυχα στο μυστήριο της χάριτος, εάν δεν φθάσει στο «ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δεν εμοί Χριστός» του Παύλου. Γιατί η πίστη δεν είναι αντικείμενο έρευνας επιστημονικής ή συλλογισμών της λογικής. Η πίστη δεν χωρεί κάτω απ’ το μικροσκόπιο. Επομένως, ό,τι και να πουν οι άθεοι ορθολογιστές, οι «αδόκιμοι περί την πίστιν», όπως τους χαρακτηρίζει ο Απ. Παύλος (Τιμ. 3, 8), πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους. Αρμόδιοι να μιλήσουν γι’ αυτήν είναι μόνο όσοι την γεύτηκαν. Όσοι «δια της πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω» (Εβρ. 11, 33).
Όταν η πίστη χρωματίζει τη ζωή μας, αυτή αποδίδει, εξευγενίζεται, είναι πρόξενος αληθινής χαράς και ελευθερίας και όχι… «όπιον των λαών!!!».