Υπήρχε ένα μικρό εκκλησάκι εδώ
κι` ένα μοναστήρι της εγκόσμιας πίκρας,
και πιο πέρα άνθρωποι
που κράταγαν δάφνες.
Υπήρχαν και βάρκες
και μια μνήμη
που περιφέρονταν εδώ και κει
ζητώντας ελεημοσύνη απ` το ΠΑΡΟΝ
με γονυκλισίες
που τις επόπτευαν οι άνθρωποι με τις τιράντες.
Τα τραίνα είχαν ξεχάσει τους προορισμούς τους,
είχαν χαθεί,
κι` άλλα,
κοιτάγανε την θάλασσα
νομίζοντας πως
υπήρχαν εκεί γαλάζιες Πολιτείες με άφθονα νερά
και μόνο στην παραλία του Άγιου Μάμα
κολυμβητές
φώναζαν απελπισμένα…
που είναι οι Άγγελοι , που είναι τα φτερά τους!
Υπήρχαν βέβαια και οινοποιεία τότε.
Αυτά που είχαν μεθύσει την Πόλη,
και μια αρχιτεκτονική αρραβωνιασμένη με τα Διατηρητέα
που «κάπνιζαν τις απορίες τους».
Λέγανε πως τα ερωτήματα της Πόλης χρονολογούνται
απ` τον καιρό που οι Δήμαρχοι ήταν ερωτευμένοι με τις πυρκαγιές.
Θάθελα να ξέρατε επίσης,
πως στον Καθεδρικό Ναό προσεύχονταν οι παντρεμένες,
που ρώταγαν ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΣΥΖΥΓΟΙ;
κι` ανοίγανε τα λεξικά να μάθουν
για τους εμβολιασμένους με «Άγνοια» άνδρες τους.
Και οι Νομάρχες
που είχαν χαθεί στους αμπελώνες δάκρυζαν,
για τις «Αδικαιολόγητες Απουσίες» της σκέψης τους
απ` το Δημοτικό σχολείο.
Φωτογραφίες, απόφοιτες ρεαλισμού,
σκιές ευκαλύπτων και λέξεις
που έκαιγαν τους στίχους που απήγγελναν,
βιαστικοί ταχυδρόμοι.
Και η Μέρα ξύπναγε και τριγύρναγε στις αυλές
μοιράζοντας όνειρα στους άυπνους οικογενειάρχες.
Πολυετές ειδύλλιο υποπτεύομαι με την Ελευθερία!
Μην το ξεχάσω όμως!
Μια εμπιστευτική επιστολή υπήρχε ακόμη,
με ορειχάλκινες λέξεις Καρυάτιδων για το ΦΩΣ.
Σφοδρός Αέρας έσερνε την Πολιτεία στα όνειρα,
σ` ένα Κόσμο ΑΝΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟ με φιλάσθενα άστρα.
Γιάννης Ναζλίδης
23 Οκτωβρίου 2021