Η Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με απόφαση που λήφθηκε το 1990, ανακήρυξε την 1η Οκτωβρίου εκάστου έτους, ως Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων.
Η ανάμνηση εκείνης της απόφασης επικαιροποιείται συνήθως με τις διάφορες ανακοινώσεις φορέων και θεσμικών προσώπων.
Η σοβούσα ωστόσο επιδημική κρίση αναδεικνύει την ιδιαίτερη σημασία που εμπεριέχεται στην ανακήρυξη της Παγκόσμιας Ημέρας Ηλικιωμένων, η οποία δεν μπορεί παρά να ισχύει για κάθε ημέρα του χρόνου.
Αποτελεί αναντίρρητο διαπίστωση ότι η υπογεννητικότητα και η σημαντική αύξηση του μέσου όρου ζωής του ανθρώπου, έχουν οδηγήσει τον πληθυσμό της χώρας μας σε δημογραφική γήρανση, κάτι το οποίο είναι ιδιαίτερα αισθητό στον κοινωνικό περίγυρο.
Με το δεδομένο ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα της τρίτης ηλικίας είναι σύνθετα, ιδιαίτερα από οικονομικής και κοινωνικής πλευράς, η πολιτεία έχει καθιερώσει θεσμούς και διαδικασίες στήριξης και φροντίδας των ηλικιωμένων, όπως είναι τα διάφορα Ιδρύματα, τα ΚΑΠΗ, και τα προγράμματα ΕΣΤΙΑ τα οποία αποτέλεσαν θεσμούς επιτυχημένους και αποδεκτούς.
Παρ όλες αυτές τις θετικές εξελίξεις στο θέμα της ανοιχτής προστασίας των ηλικιωμένων, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ηλικιωμένων προσώπων που ζουν μόνα τους στα σπίτια τους και έχουν ιδιαίτερες ανάγκες εξυπηρέτησης που δεν υποστηρίζονται από την υφιστάμενη κοινωνική υποδομή.
Αυτές οι ανάγκες καθίστανται ιδιαίτερα επιτακτικές στην εποχή της επιδημικής κρίσης, πολύ περισσότερο όταν κατά τεκμήριο τα πρόσωπα αυτά και λόγω μοναχικότητας, στερούνται της ευχέρειας χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων, που συνήθως ενεργοποιούνται για τους εμβολιασμούς, τις συνταγογραφήσεις κλπ.
Τα πρόσωπα αυτά χρειάζονται ειδικότερη υποστήριξη με υπηρεσίες που περιλαμβάνουν περιοδικές ιατρικές και εργαστηριακές εξετάσεις, επισκέψεις στο σπίτι από κοινωνικούς λειτουργούς και νοσηλευτικό προσωπικό, υγειονομικές συμβουλές, νομική καθοδήγηση και μελέτη συνθηκών διαβίωσης.
Σημαντικό μέρος των υπηρεσιών αυτών προσπαθούν να καλύψουν τα διάφορα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και υποστήριξης.
Αυτά όμως δεν αρκούν, ιδιαίτερα κατά την διάρκεια της επιδημικής συγκυρίας που βιώνει ολόκληρη η κοινωνία.
Όσες υπηρεσίες και αν καθιερώσει για τους ηλικιωμένους η πολιτεία, τίποτα δεν μπορεί να αναπληρώσει την ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία που αποτελεί το θεμέλιο της οποιασδήποτε κοινωνικής προσέγγισης.
Είναι καθήκον επομένως του κάθε ανθρώπου, ιδιαίτερα μεσούσης της επιδημικής κρίσης, να μη αδιαφορεί για τον ηλικιωμένο γείτονα που οι συνθήκες της ζωής όρισαν να διάγει μοναχικό βίο.
Όσο και αν ο σύγχρονος αγώνας της ζωής και οι τρέχουσες απαιτήσεις επιβάλλουν ένα συνεχές τρέξιμο, πάντα περισσεύει ο ελάχιστος χρόνος που απαιτείται για μια “καλημέρα”.
Αυτή η ανέξοδη και ταπεινή “καλημέρα”, για τον μοναχικό ηλικιωμένο συνάνθρωπο έχει ανεκτίμητη αξία που δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα κοινωνικό πρόγραμμα, όσο ενισχυμένο και αν είναι.
Αυτή η «καλημέρα» είναι που θα αναδείξει τα όποια δυσχερή προβλήματα βιώνει στη ζωή του ο ηλικιωμένος γείτονας και θα δρομολογήσει την αντιμετώπιση τους.
Ας αποτελέσει επομένως ο απόηχος της παγκόσμιας ημέρας ηλικιωμένων μια αφορμή για γενικότερη περισυλλογή και ας καταστεί συνείδηση ότι η τρίτη ηλικία και τα προβλήματα που την συνοδεύουν αποτελεί τον ορίζοντα όλων.