του Ιωάννη Ιασ. Βελέντζα
Διπλ. Ηλεκτρολόγου Μηχανικού
Μετά
από 15 χρόνια συνδικαλιστικής περιήγησης, 24 χρόνια γάμου και 27 χρόνια ως
ελεύθερος επαγγελματίας κατέληξα: να ντύνομαι στη "μπουτίκ μπαμπάς &
μαμά", να τρώω αΛΛπό το "μάρκετ πεθερός & πεθερά" και να σας
"πολεμώ" με το πληκτρολόγιο μου".
Φίλοι μου, καλή σας ημέρα,
στους προηγούμενους περιπάτους δεν σας
κούρασα, ήμουν σύντομος, αλλά να μην σας κακομάθω, σήμερα έχει μαραθώνιο,
οφείλουμε να τιμήσουμε την Ανγκέλα μας και τα πολλά χρόνια που απασχόλησε την
Ευρώπη, … ποια Ευρώπη;
Που λέτε φίλοι μου, η καγκελάριος αποσύρθηκε
από την πολιτική και «εξομολογήθηκε», ότι η δυσκολότερη στιγμή της θητείας της,
ήταν όταν ζήτησε τόσα πολλά από τους Έλληνες!
Ανγκέλα μου, «λέγε, ότι θες λέγε», δεν
πείθεις, διότι πολύ απλά, τα μέτρα που ζήτησες και επέβαλλες, ήταν απόρροια ενός
ελεεινού πολιτικού συστήματος, που υποστηρίζεις, υπηρετείς, διατηρείς!
Ένα σύστημα, παγκοσμιοποίηση το λένε, που
σκοπό έχει να καταργήσει λαούς και πολιτισμούς, διαγράφοντας την
ιστορία, τους αγώνες για ελευθερία και δημοκρατία!
Και εάν δεν είσαι υπάκουος, τότε εμφανίζονται κάτι τύποι,
αρίστους τους λένε, οι οποίοι σου κουνάνε το δάκτυλο, εισπράττοντας 300.000
ευρώ, το χρόνο.
Θα μπορούσα να σου ευχηθώ στα τσακίδια και σε σένα και την
παρέα σου, εντός και εκτός της πατρίδας μου, αλλά η καταγωγή μου δεν το
επιτρέπει, κατά συνέπεια σου εύχομαι στο καλό και να μην μας γράφεις!
Ο πόνος που μου προκάλεσες είναι τόσο μεγάλος έτσι
ώστε: "όταν θα μπω στην εκκλησιά, ως και οι εικόνες κλαίνε, και σα με
δούνε καλώς τονε, τον δυστυχή μου λένε".
Βέβαια για να μετριαστεί η χαρά σου, η μαντινάδα του
Ζωιδάκη συνεχίζει και: "εβίβα πόνε, πάντα γεια, κέρασε να κεράσω, βάλε να
πιούμε ότι θες, μετά θα σ' αγκαλιάσω".
Ανγκέλα μου, δεν ζήτησες να πάρεις μέτρα, ζήτησες και
σου δώσανε την πατρίδα μου, ζήτησες και πήρες την χώρα στην οποία όπως τραγουδά
ο Χατζής, «έχουν γεννηθεί όλα τα γιατί», ζήτησες και πήρες την χώρα στην οποία,
«ο ήλιος είναι ισοβίτης», την χώρα στην οποία «ο φίλος είναι και αδελφός», στην
χώρα που «όταν σε κουράζει το γαλάζιο και το φως», υπάρχει «η μεγάλη σκιά του
Παρθενώνα».
Καλή μου «μητερούλα», δεν ζητώ να με καταλάβεις, πως
είναι δυνατόν άλλωστε να καταλάβεις κάποιον, που την ημέρα του γάμου του
τραγουδά Χρηστάκη και: "δε θέλω έλεγχο τι κάνω και που πάω, τι ώρα εγύρισα
εχθές, με ποιες αλήτευα προχθές, τέτοια σκλαβιά δεν τη μπορώ δεν τη βαστάω, θα
ζήσω ελεύθερο πουλί και όχι κορόιδο στο κλουβί"!
Καλή μου κυριούλα, είναι καλό να είμαστε ειλικρινείς.
Δεν με χωνεύεις και το ξέρω.
Πώς να με χωνέψεις άλλωστε, όταν οι αντιθέσεις μας
ξεκινούν από την αρχή της ζωής μας.
Εσύ, μόλις γεννηθείς, εισέρχεσαι στο χώρο των
περιορισμών.
Μην πιεις πολύ γάλα, όχι κρεμούλες, όχι ...
Με μένα ακριβώς τα αντίθετα. Δεν θα σου πω, μη με
χαρακτηρίσεις και υπερβολικό, ότι μόλις γεννηθώ ζητώ ένα ταψί σάμαλι, αλλά οι
φρουτόκρεμες και οι μπισκοτόκρεμες παρελαύνουν κάθε μέρα.
Το κοκορέτσι το έχουμε παραμάσχαλα, για αυτό όταν
εσείς ανακαλύπτατε το κρέας, εμείς είχαμε ήδη χοληστερίνη!
Το πραγματικό σου δράμα αρχίζει όταν
μεγαλώνεις, αφού τα ψυχικά τραύματα που σου δημιουργώ άθελά μου είναι πολλά.
Παντού με βρίσκεις μπροστά σου.
Ότι σου διδάσκουν, έχει την υποσημείωση
ότι ανακαλύφθηκε από τους Έλληνες.
Από εμάς τους τεμπέληδες, τους κοπρίτες.
Για αυτό και εσύ όταν δε βρίσκεις λέξεις,
κλέβεις τις δικές μου.
Όσο βέβαια μεγαλώνεις και μπαίνεις στον
κόσμο της γνώσης και της επιστήμης, η κατάσταση γίνεται δραματική.
Ότι συναντάς είναι προέλευσης ελληνικής.
Γιατί θες να μιλήσουμε.
Για φιλοσοφία, για αστρονομία, για
ιατρική, για μηχανική, για θέατρο, για ρητορική, για ελευθερία, για δουλεία,
για τη ζωή, για το θάνατο, για … τα πάντα.
Τα πάντα φωνάζουνε, «ζήτω η Ελλάς»!
Και επειδή μου έχεις ζαλίσει τον έρωτα, να
σου υπενθυμίσω ότι οι “αγορές” είναι λέξη Ελληνική, καθώς επίσης και η
“κριτική” που μου ασκείς, εγώ στην έμαθα.
Στη συνέχεια, μεγαλώνεις, προσπαθείς να φλερτάρεις την
υποψήφια αγάπη σου και αρχίζεις.
Έχω και αυτοκίνητο, έχω και τζιπ για να πηγαίνουμε για
σκι, έχω και … κότερο πάμε μια βόλτα!
Εγώ, από την πλευρά μου, μπατίρης, από χωριό που δεν
βρίσκεται σε χάρτη, με παντούφλες και σώβρακα, που οι μόνες τέσσερις ρόδες που
γνωρίζω είναι το κάρο (με πατάτες ή χωρίς, δεν έχει σημασία)!
Αρχίζω λοιπόν και εγώ την πολιορκία. Μωρό μου
αυτοκίνητο δεν έχω, αλλά:
"μα που να πάω, που σ' αγαπώ τόσο πολύ,
μα που να πάω αφού είσαι όλη μου η ζωή"
και
"και εγώ θα κόψω το φεγγάρι
θα στο καρφώσω στα μαλλιά
και σαν πλαγιάσουμε θα έχω
τον ουρανό στην αγκαλιά"!
Αποτέλεσμα, τρως χυλόπιτα και αρχίζει το δράμα σου.
Πηγαίνεις στον ψυχίατρο, ξαπλώνεις στο κρεβάτι και
αρχίζετε την αναζήτηση, αφού πρώτα τονίσεις στον επιστήμονα ότι δεν χωνεύεις
τον Έλληνα. Σε ρωτά για τον μπαμπά σου, τη μαμά σου, τι φαγητό έτρωγε ο παππούς
σου, τι σχέση είχε η γιαγιά σου με τον μανάβη, και … γενικά αναζητάτε τη ρίζα
του προβλήματος.
Μα είναι δυνατόν, αντί για την πόρσε, να διαλέξει τον
όνο με το κάρο!
Ρε αλάνι έλληνα εσύ δεν έχεις φάει χυλόπιτα, θα
αναρωτηθείς και με το δίκιο σου. Λοιπόν φίλε μου, όχι χυλόπιτα, αλλά χυλόπιτες.
Πολλές και μάλιστα κάποιες ήταν ασήκωτες στο στομάχι
(είχανε και κιμά!).
Αλλά, εγώ είμαι από άλλο ανέκδοτο. Δεν πρέπει να
ξεχνάς, εδώ είναι Ελλάδα και είναι αλλιώς.
Δεν το βάζω κάτω γιατί δεν είμαι μόνος μου.
Δεν πηγαίνω στον ψυχαναλυτή, αλλά στον αδελφό μου,
στον φίλο μου.
Του χτυπώ την πόρτα και μόλις με αντικρύσει,
καταλαβαίνει.
Και όταν δει τις ρετσίνες που βγάζω από τις τσέπες
μου, τότε αμέσως καταλαβαίνει, ότι τον έχω ανάγκη.
Η συνέχεια γνωστή, το κομβίο στο κασετόφωνο και
Πασχάλης Τερζής και Στέλιος Ρόκκος:
"θέλω κάπου να μιλήσω, θέλω κάποιον να τα πω,
θέλω κάπου να ακουμπήσω, ένα φίλο αδελφικό
να με πάρει από το χέρι, δύο κουβέντες να μου πει
να γλυκάνει, να γλυκάνει η αγιάτρευτη πληγή". Έτσι
απλά.
Και αφού τελειώσει το τραγούδι και ξημερώσουμε, ο
φίλος με προσκαλεί να με κεράσει και μία χυλόπιτα (πατσά ήθελα να πω)!
Αυτό ήταν, και η ζωή τραβάει την ανηφόρα.
Και για να γίνω πιο κατανοητός, συνεχίζω:
στην ερώτηση, όταν το κορίτσι σου, τραγουδά «μωρό μου
σόρρυ, αλλά έχω βρει καλύτερο αγόρι», εσύ πως αντιδράς, η απάντησή σου
αφοπλιστική.
Υποστηρίζεις ότι πιθανότερο να πάρεις καταθλιπτικά, ή
από την απογοήτευσή σου να αλλάξεις φύλλο ή να το ρίξεις στις ουσίες!
Και ενώ σε εσένα την ερώτηση στην έθεσε η Μόνικα, για
να τη βλέπεις και να λες ότι η ζωή είναι ωραία και πρέπει να σηκωθείς και να
συνεχίσεις, σε εμένα τον ελληνάκο, την ερώτηση
την απευθύνει … ο Αλή μπαμπάς, για να μου θυμίζει πως η ζωή είναι σκέτη κόλαση!
Να θέλω δηλαδή, να το βάλω στα πόδια, να εξαφανιστώ.
Παρόλα αυτά, στέκομαι όρθιος και αρχίζω να τραγουδώ Τσιτσάνη
και:
"κάτσε και γλέντησε με μας,
σεκλέτια διώχνει ο μπαγλαμάς,
κι αν έχεις πόνο μέσα στην καρδιά,
θα τον ξεχάσεις με μια διπλοπενιά".
Αχ Ανγκέλα μου, εδώ είναι Ελλάδα και είναι
αλλιώς.
Η χρηματοδότηση των μεγάλων μέσων ενημέρωσης, οδηγεί
σταδιακά στην κατάργηση της Δημοκρατίας!
ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΠΑΤΡΙΔΑ!