Από στιγμή σε στιγμή περιμέναμε τους εκατό κανονιοβολισμούς. Κι αν όχι από το λόφο του Βικέλα, οπωσδήποτε από το Σέϊχ-Σου της Θεσσαλονίκης, ή από το Λυκαβηττό της Αθήνας.
Λίγο το έχετε; Πρωτογενές πλεόνασμα είναι αυτό!
Τελευταία φορά που η χώρα μας είχε αναδείξει τέτοια οικονομικά μεγέθη ήταν επί κυβέρνησης Γεωργίου Ράλλη. Οι ελάχιστα εφοδιασμένοι με οικονομικές σπουδές πολιτικοί της εποχής εκείνης, αλλά και οι στρατιωτικοί τους οποίους διαδέχθηκαν οι επιλογές του Καραμανλή, είχα εγκαταστήσει μόνιμο και αξιόλογο πλεόνασμα. Τέτοιο που τους επέτρεπε να κάνουν δημόσια έργα και επενδύσεις, χωρίς να εξαρτώνται από τα Ευρωπαϊκά ταμεία και τα «πακέτα» των Βρυξελών. Κι όταν έφθασαν το υπερατλαντικά σαίνια μας, όταν πλάκωσαν οι… καθηγητές των Αμερικάνικων Πανεπιστημίων, όταν ενέσκηψαν οι μάνατζερ και οικονομολόγοι της Σορβόννης, οι Παπανδρέηδες και οι Σημίτιδες και οι Σαμαράδες, βάλαν το κράτος στον αυτόματο πιλότο του χρέους και της ρεμούλας. Βάλαν την οικονομία μας στα Ευρωπαϊκά τραπεζικά συστήματα και στο ΔΝΤ για να οδηγηθεί ο λαός της Ελλάδας στην αθλιότητα.
Και μου λέτε τώρα να μην πανηγυρίσω! Τώρα που επιτέλους αποκτήσαμε σωτήριο πλεόνασμα, μου λέτε να μην απαιτήσω κανονιοβολισμούς!
Κανόνια να θέλεις, θα μου πείτε. Βλέπαμε τίποτε άλλο από κανόνια τόσα χρόνια; Βιοτέχνες, έμποροι, επιχειρηματίες, εργολάβοι! Χιλιάδες και εκατοντάδες χιλιάδες τα κλειστά μαγαζιά. Εκατομμύρια οι άνεργοι και οι απελπισμένοι. Και να σου λέει από πάνω το κράτος: Δώσε! Περικοπές, χαράτσια, εισφορές! Φορολογικά τερτίπια ανελέητα! Συρφετός τα νομοσχέδια. Να μην ξέρεις από πού να φυλαχθείς. Να σου λεν και από πάνω πως τόσα παίρνουν και οι Βούλγαροι.
Όμως τα ψέματα τελείωσαν. Το περιβόητο «πρωτογενές πλεόνασμα» μας χτυπά την πόρτα. Το ευτυχές γεγονός αποτελεί πραγματικότητα. Μικρό βεβαίως το περίσσευμα, όμως περίσσευμα! Με θυσίες άπειρες του λαού, όμως περίσσευμα! Με την αφαίμαξη και της τελευταίας ρανίδας του αίματός μας, όμως περίσσευμα! Να μην αντιλαλήσει το χαρμόσυνο γεγονός σ’ όλες τις άκρες της χώρας; Σε βουνά, πολιτείες, χωριά; Να μην το ακούσουν νηστικοί και χορτάτοι στα δάση και τα λαγκάδια; Στις ερημιές της υπαίθρου και στην πολυκοσμία των μεγαλουπόλεων;
Μπορεί να πεινάνε οι άνθρωποι και να μην μπορούν να βρουν ένα πιάτο φαγητό. Μπορεί να κρεβατώνονται και να μην βρίσκουν ούτε γιατρό ούτε νοσοκόμο. Μπορεί να ξυλιάζουν οι άνεργοι και να μην έχουν λεφτά ούτε για ένα μπετόνι πετρέλαιο. Μπορεί να μην έχουν τα παιδιά ούτε φως στο σπίτι τους γιατί τους έκοψε η ΔΕΗ το ρεύμα. Μπορεί να στερούνται όλα τα αγαθά της ζωής. Έχουν όμως υπομονή και κουράγιο.
Και νά που έρχεται ο υπουργός και αναγγέλλει τη χαρμόσυνη είδηση. Και ξεσηκώνονται της γης οι πονεμένοι. Και ξεφωνίζουν, αλλαλάζοντας πανευτυχείς! «Έχουμε πλεόνασμα!».
Αλλά και όλοι εκείνοι που δε ζουν πλέον, εκείνοι που τους γονάτισε η πείνα, η απαντοχή, ο ασήκωτος καημός της άδειας τσέπης τους, εκείνοι που δεν αντέξανε τον εξευτελισμό του επαίτη, θα ακούνε απ’ τον κάτω κόσμο τις χαρές και τα πανηγύρια και θα ρωτάνε να μάθουν τις καλές ειδήσεις. Θα δουν και το ιλαρό πρόσωπο των αρχόντων και θα πουν ευτυχισμένοι: «Πεθάναμε, ναι μεν. Αποκτήσαμε όμως πρωτογενές πλεόνασμα!».
Κι έπειτα θα γυρίσουν στον αιώνιο ύπνο τους.
Επίκαιρος