Πρωτοφανές! πρωτοφανές λέγανε…
Παππούδες και γιαγιάδες
δεν μπορούν να θυμηθούν πια παραμύθια.
Είχε περάσει τόσος καιρός!
Το «μια φορά κι έναν Καιρό» είχε χαθεί
και λέγαν πως το βρήκαν
να διηγείται την απέχθειά του
για την πολυχρησία του
στη συνέλευση των εκθρονισμένων .
Τι δεν έλεγε!
Πως όταν ήταν μικρό
μια καμπάνα άρχισε να χτυπά επίμονα
γιατί δεν έρχονταν η Άνοιξη
και τρέξαν όλοι στη θάλασσα να την ρωτήσουν
μην και εξεγέρθηκαν οι λέξεις,
που δεν θέλαν
να ζουν άλλο στα παραμύθια
αλλά στα παράλια παλαιολιθικών σχέσεων.
Τι μανία ήταν κι` αυτή!
Ν’ αφήσουν άνεργους
τους ήρωες των παραμυθιών,
να περνούν οι μέρες δίχως μύθους,
να παύουν οι παρακλήσεις των ανθρώπων,
η αφθονία των ερωτηματικών,
όλα αυτά που επέτρεπαν
τον Κυρ Γιώργο, την Ελισάβετ,
την Κυρία Όλγα, και τον Μαστραντώνη,
ν` αναπληρώνουν τις απώλειες.
Και που ναναι τώρα οι Νεράιδες;
ο Πινόκιο, οι Νάνοι;
Όμως μια μέρα ένα παιδί είπε:
Και γιατί δεν νομιμοποιούμε
τα ψέματα,
τις υπερβολές,
τις ροζ κάμαρες του ΝΟΥ;
Σταυροκοπήθηκαν τότε! Σώπασαν όλοι!
Η πρόνοια των ονείρων
κρυμμένη στις στέγες της παιδικότητας
ζητούσε να κρατηθεί στην αγάπη.
Ας μου δάνειζαν και μένα μιαν Αγάπη,
έστω, σαν κι` αυτές
που χαρίζονται στα παραμύθια είπε ένα παιδί.
Δεν ήθελε άλλο η επιτροπή αγράμματων
για να παρακαλέσει παππούδες και γιαγιάδες
ν` αρχίσουν πάλι τις διηγήσεις
και να μην στέλνουν στη λύπη
τους «Άστεγους της τρυφερότητας».
«Μια φορά κι έναν Καιρό»
άρχισε τότε να σιγοψιθυρίζει η Κυρία Άννα…
Γιάννης Ναζλίδης
28 Αυγούστου 2021