Του Γιάννη Δ. Μοσχόπουλου
Ο επίλογος του χαλασμού της Νάουσας γράφηκε με τη μεταφορά των αιχμαλώτων και των λάφυρων από τη Νάουσα στη Βέροια κι από εκεί στο σκλαβοπάζαρο της Θεσσαλονίκης. Σε oθωμανικά έγγραφα έχουν καταγραφεί ακόμη και τα έξοδα διατροφής μέχρι τη Θεσσαλονίκη για τους εξανδραποδισθέντες. Η μεταφορά των αιχμαλωτισθέντων γυναικόπαιδων των αρχηγών της επαναστάσεως της Νάουσας ξεκίνησε με διαταγή του βαλή της Θεσσαλονίκης στις 22.4.1822. Προφανώς η θλιβερή πορεία των περίπου 400 αιχμαλώτων της Νάουσας από τη Βέροια προς τη Θεσσαλονίκη για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα, έγινε μέσα από το Ρουμλούκι.
Τέλος, με διάταγμα του στρατάρχη Mεχμέτ Εμίν της 11.6.1822, εστάλησαν στη Θεσσαλονίκη τα κινητά έπιπλα και σκεύη των επαναστατών, όσα δεν διενεμήθησαν μεταξύ των οθωμανικών στρατευμάτων, καθώς και οι αιχμάλωτες «[…] οικογένειες των αρχηγών Ζαφειράκη, Γάτσου, Καμπίτη, Καρατάσιου, Μαλάμου και του (καταραμένου) καλόγηρου Σεραφείμ, μετά τετρακοσίων άλλων γυναικοπαίδων. […] Εντελλόμεθα την μέχρι της αφίξεως μας διαφύλαξη των επίβλεψη των εν Βεροία συγκεντρωθέντων κινητών και αιχμαλώτων, και […] ότι απεφασίσαμε από εκεί να ξεκινήσουμε μετά τρείς ημέρες και ότι θα διέλθουμε μετά του στρατού των πιστών δια Βεροίας και από εκεί αφού παραλάβουμε και μεταφέρουμε μαζί μας όλα τα παραπάνω λάφυρα και γυναικόπαιδα στη Θεσσαλονίκη.».
Τα λάφυρα της Νάουσας μεταφέρθηκαν αρχικά στη Βέροια, όπου αγοράσθηκαν από τους Εβραίους εμπόρους της Θεσσαλονίκης Σολομών Μπασαριά και Αελιών Σιακή, στους οποίους χορηγήθηκε ειδική άδεια για να τα μεταφέρουν στη Θεσσαλονίκη, με τους αχθοφόρους και τους υπηρέτες τους.
Στις 22.6.1822 ο βαλής της Θεσσαλονίκης ανήγγειλε την επιστροφή του στην έδρα του μετά την καταστολή της επαναστάσεως της Νάουσας.
Τα γεγονότα της καταστροφής της Νάουσας και της πορείας εκατοντάδων αιχμαλώτων μέσα από το Ρουμλούκι δεν μπορούσαν παρά να προκαλέσουν τη βαθειά θλίψη όλων των κατοίκων των γειτονικών περιοχών, καθώς και των Ρουμλουκιωτών, οι οποίοι με δημοτικά τους τραγούδια αναφέρονταν σ’ εκείνα τα γεγονότα:
«Δεν τ’ όμπτιζα, μάννα μ’, στην Νιάουστα Τουρκιά για να πατήσει,
μά την θάλασσα, κορμί π’ αγκάλιασα.
Ωρέ, πήραν μαννάδις μι πιδιά κι πιθιρές μι νίφις,
μά τον ουρανό, κορμί που τυραννώ.
Ωρέ, πήραν και μιάν αρχόντισα και μιά κυρά μεγάλη,
μά τη θάλασσα, κορμί π’ αγκάλιασα.
Ωρέ, τους κλιέν, μάννα μου, όλη η Νιάουστα κι όλου του Ρουμλούκι,
μά τον ουρανό, κορμί που τυραννώ».
Πολλά από τα αποδεκατισμένα επαναστατικά σώματα διέφυγαν ως πρόσφυγες στις βόρειες Σποράδες και κυρίως στη νότια Ελλάδα, όπου συνέχισαν τους αγώνες εναντίον των Τούρκων. Όμως αρκετοί ηττημένοι οπλαρχηγοί, που είχαν πάρει μέρος στην άμυνα της Νάουσας, προχώρησαν σε άμεσο ανασχηματισμό των κλέφτικων ομάδων τους και ανέπτυξαν εκδικητική δράση εναντίον των τουρκικών πληθυσμών της υπαίθρου. Όποιος Οθωμανός συλλαμβάνονταν τιμωρούνταν με μαρτυρικό θάνατο, τα τσιφλίκια πυρπολούνταν, τα ποίμνια διαρπάζονταν για τη συντήρηση των πολεμιστών, κανένας Τούρκος δεν τολμούσε να βγει στην ύπαιθρο. Ταυτόχρονα οι οπλαρχηγοί έστειλαν επιστολή στον βαλή της Θεσσαλονίκης και αξίωναν την απελευθέρωση των συλληφθέντων γυναικόπαιδων, αλλιώς απειλούσαν ότι θα πολλαπλασίαζαν τις αντεκδικήσεις τους και θα εξόντωναν κάθε μουσουλμάνο. Για να τους αντιμετωπίσουν οι Οθωμανοί έστειλαν νέα καταδιωκτικά αποσπάσματα, που είχαν στόχο την συστηματική αποτροπή της δράσης των ελληνικών ομάδων.
Με ημερομηνία 29.6.1822 υπάρχουν δύο διαταγές του βαλή Θεσσαλονίκης περί «… καταδιώξεως και εξοντώσεως των καταφυγόντων στα όρη αρχηγών της επαναστάσεως της Νάουσας, οι οποίοι λεηλατούν τα τουρκικά χωριά….». Ακόμη από αναφορά του ιεροδίκη Βεροίας της 7.7.1822 πληροφορούμαστε για τη σύγκρουση των υπολειμμάτων των επαναστατών της Νάουσας με τουρκικά αποσπάσματα διώξεως και γίνεται περιγραφή διαφόρων μαχών.-
Γιάννης Δ. Μοσχόπουλος, Το Ρουμλούκι [Kαμπανία] κατά την πρώιμη και μέση οθωμανοκρατία [14ος αιώνας -1830], Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Εντευκτηρίου 2012, σελ. 231-235.
09.06.2021/ mosio@otenet.gr / 6977336818