Η εκδικητική μανία των Τούρκων δεν σταμάτησε στην ισοπέδωση της Νάουσας, αλλά επεκτάθηκε και σ’ ολόκληρη τη γύρω περιοχή. Τουρκικά αποσπάσματα ξεχύθηκαν στα γύρω χωριά ανεξαρτήτως της συμμετοχής τους ή μη στην επανάσταση, σκότωναν όσους από τους κατοίκους τους βρίσκονταν ακόμη εκεί, τα λεηλατούσαν και τα έκαιγαν. Την ίδια τύχη με τα χωριά είχαν πολλά μοναστήρια και εκκλησίες. Tότε άρπαξαν και το ασημένιο θυμιατό από το ναό του Αγίου Γεωργίου Τριχοβίστας. Ο Φιλιππίδης αναφέρει πως ο αριθμός των χωριών που καταστράφηκαν ανέρχονταν στα εκατόν είκοσι, ενώ ο Π. Καρολίδης αναφέρει ότι ο αριθμός αυτός περιορίζεται στα εβδομήντα χωριά. Σύμφωνα με τον κατάλογο του ιεροδικείου της Βέροιας (Α.Ι.Β. 20 Σεβάλ 1236), ο αριθμός των χωριών που ερειπώθηκαν ανέρχονταν στα πενήντα. Επίσης ο Ν. Κασομούλης αναφέρει ότι κάηκαν όλα τα χωριά του κάμπου και των ακρωρειών της Βέροιας ως τα Βοδενά. «Έπειτα από 9 ή 10 ημέρας […] είδομεν ένα εσπέρας καιγόμενα όλα τα χωρία του κάμπου και των ακρωρείων από την Βέροιαν ως και τα Βοδενά». «Επυρπολούντο το ένα μετά το άλλο τα χωριά του Ρουμλουκιού, και καθόλην την έκτασιν από Βεροίας μέχρι της Εδέσσης, παντελής δε καταστροφή και ερήμωση είχε εξαπολυθεί εναντίον των χριστιανών της περιφέρειας εκείνης». Σ’ εκείνες τις καταστροφές χωριών και στις συλλήψεις γυναικών για τα σκλαβοπάζαρα, αναφέρεται καθαρά το παρακάτω ρουμλουκιώτικο τραγούδι:
«Μας χάλασαν, μάνα μ’, μας πάτησαν τρία κιφαλουχώρια,
μά τον ουρανό, κορμί που τυραννώ, ψυχή μ’ καρδίτσα μ’.
Δεν τό ‘λπιζα, μάνα μ’, δεν τό ‘λπιζα στους Τούρκους να δοθώ,
μά τον ουρανό, κορμί που τυραννώ, ψυχή μ’ καρδίτσα μ’».
Kάηκαν τότε πολλά μοναστήρια του καζά Βεροίας. Ενθύμηση σε εκκλησιαστικό βιβλίο του Aγίου Γεωργίου Κολινδρού αναφέρει: «1822, Μαρτίου: κα: την μεγάλη πέμπτη έκαυσαν το ιερόν μοναστήριον του / Τιμίου προδρόμου της σκήτεως Βερροί(ας), κατά τα λοιπά όλα τα μοναστήρια. / μετά έκαυσαν και την νάουσαν. Εφονεύθησαν πολύ άνθρωποι / και εχμαλωτήσθησαν, εχάλασαν και από την / Βέρροιαν πολλούς όσον και από έξοδα τόσον και / από σφαγήν, έγινε μεγάλος θρήνος και διογμός εις τους χριστιανούς από τους οθομανούς.».
Για τη μονή του Γκινταχώρ (δηλαδή του Γιδά), καθώς και για το ησυχαστήριο της αδελφότητας του «Καυσοχωρίου», δεν είχαμε έκτοτε ειδήσεις.
Η πρόθεση της μονής του αγίου Αθανασίου της Σφήνιστας φαίνεται ότι (ξανα)κτίσθηκε το 1830 «… κεόλες η αγιε ηκόνες κεκτήριον …». Ο Χιονίδης υποστήριξε ότι λόγω των στενών σχέσεων του καπετάν Διαμαντή με τη μονή, οι μοναχοί τον βοήθησαν στην επανάσταση, οπότε το μοναστήρι καταστράφηκε από τους Τούρκους το 1822, αλλά ο Γκλαβίνας θεωρεί ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις γι’ αυτό.
Δεν έχουμε ενδείξεις ή πληροφορίες για καταστροφή ή μη της μονής του Προφήτη Ηλία.
Η επιγραφή της 9 Μαρτίου 1837 της μονής Αγίων Πάντων, μας λέει ότι «[…] + ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΑΥΤΗ / Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΝ/ΤΕ ΚΕΛΛΙΑ […]». Ο Αθαν. Βουδούρης έγραψε ότι αυτά τα ανακαινιστικά έργα συνδέονται με την προσπάθεια επαναλειτουργίας του μοναστηριού, το οποίο φαίνεται πως είχε εγκαταλειφθεί μετά από την επανάσταση του 1822 και τις καταστροφές που προκάλεσαν τα οθωμανικά στρατεύματα.
Η μονή των αγίων Αναργύρων στο Νησί φέρεται ότι διατηρεί το από το 1813 καθολικό της μονής, αλλά ο νάρθηκας ανακαινίσθηκε το 1840 λόγω προηγηθείσας καταστροφής του (;).
Σίγουρα όμως τότε καταστράφηκαν τα μετόχια και τα υποστατικά που διατηρούσε η μονή Προδρόμου Βεροίας σε διάφορα χωριά του Ρουμλουκιού. Η κατάπνιξη του κινήματος της Νάουσας και των χωριών του καζά της Βέροιας σήμαινε νέα κατάκτηση. Γι’ αυτό καταγράφηκαν και καταλήφθηκαν από το οθωμανικό δημόσιο κτήματα μονών και περιουσιακά στοιχεία αγωνιστών που φονεύθηκαν ή εγκατέλειψαν οριστικά την περιοχή στα χωριά Νεόκαστρο, Παλιοχώριο, Μελίκη, Βετσίστα (προφανώς Βούλτιστα), Μικρογούζι [του Τάσιου (Καρατάσιου;)]
Γιάννης Δ. Μοσχόπουλος, Το Ρουμλούκι [Kαμπανία] κατά την πρώιμη και μέση οθωμανοκρατία [14ος αιώνας -1830], Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Εντευκτηρίου 2012, σελ. 229-231.
02.06.2021/ mosio@otenet.gr / 6977336818