Γράφει ο
Θωμάς
Γαβριηλίδης
ΔΕΝ ΣΕ
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΩ,
ΔΙΟΝΥΣΕ!
1. Ποιος είσαι τέλος πάντων, Διόνυσε;
Ω, μα το Βάκχο,
2. τον αληθινό,
δεν σ’ αναγνωρίζω καθόλου.
3. Εγώ του Δία μονάχα το γιο καλά
τον γνωρίζω.
4. Εκείνος βέβαια μύριζε νέκταρ,
ενώ εσύ σαν τράγος.
5. Ειν’ αλήθεια λοιπόν. Οι κελτοί από
στάχυα σε κάμανε,
6. επειδή τα τσαμπιά τα σταφύλια
τους λείπανε.
7. Γι’ αυτό να σε λένε θα πρέπει
Δημήτριο κι όχι Διόνυσο,
8. Σιταρογέννητο μάλλον και Βρώσιμόνε
κι όχι θεό Βροντερόνε.
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ε.Α. ΙΧ, 368
1. Τις πόθεν εις, Διόνυσε Μα γαρ
τον αληθέα Βάκχον
2. ου σ’ επιγιγνώσκω, τον Διός είδα μόνον.
3. Κείνος νέκταρ όδωδε, συ δε τράγου.
Η ρα σε Κελτοί
4. τη πενίη βοτρύων τεύξαν
απ’ ασταχύων.
5. Τω σε χρη καλέειν Δημήτριον,
ου Διόνυσον,
6. πυρογενή μάλλον και Βρόμον,
ου Βρόμιον.
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ
Ο βυζαντινός βασιλιάς (αυτοκράτορας) Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός (331-363 μ.Χ.), ο τελευταίος της δυναστείας του Μεγάλου και Αγίου Κωνσταντίνου, (ο γνωστός και ως Παραβάτης και Αποστάτης, επειδή απαρνήθηκε το Χριστιανισμό και επιχείρησε να αναστήσει το Δωδεκάθεο του Ολύμπου) συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σοφιστές των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων και άφησε αξιόλογο συγγραφικό έργο σε γλώσσα ελληνική, πεζό και ποιητικό. Δύο από τα επιγράμματά του περιέχονται στην Ελληνική Ανθολογία (ΙΧ, 365 Ιουλιανού Καίσαρος, ΙΧ, 368 Ιουλιανού Βασιλέως) από τα οποία το δεύτερο μας απασχολεί στο σημερινό σημείωμα.
ΑΠ’ ΑΣΤΑΧΥΩΝ
Όπως φαίνεται από το περιεχόμενο του επιδεικτικού επιγράμματος ΙΧ, 368, ο Ιουλιανός το εμπνεύστηκε όταν ήταν Καίσαρας (355-360 μ.Χ.) στη Δυτική Ευρώπη, τότε που του δόθηκε η ευκαιρία να γευτεί το ποτό των Κελτών, που παραγόταν από κριθάρι (απ’ ασταχύων = από στάχυα, το λέει ποιητικά), δηλαδή ένα είδος μπύρας, επειδή όπως λέει, οι Κελτοί δεν είχαν αρκετά σταφύλια (τηιπενίηι βοτρύων).
Η Κέλτικη μπύρα δεν άρεσε στον γεννημένο στην Κωνσταντινούπολη, βασιλικής γενιάς, Καίσαρα, που οπωσδήποτε είχε γευτεί τα πιο εκλεκτά κρασιά της Ανατολής, εκείνα που χαιρόταν και ο θεός Διόνυσος-Βάκχος και μοσχοβολούσαν νέκταρ. Το κριθαρένιο ποτό του μύριζε σαν τράγος, γι’ αυτό και διαμαρτύρεται έντονα στο γιο του Δία, που ανέχτηκε να παραχθεί ένα τέτοιο ποτό και να κάνουν κέφι μ’ αυτό κάποιοι οπαδοί του. Χάλασε ο Κόσμος! Ο Ιουλιανός, ως πιστός οπαδός του Διογενή Διόνυσου τον προειδοποιεί ότι, αν δεν κάνει κάτι για να υπερασπιστεί το γνήσιο ποτό του, τον οίνο, των σταφυλιών το νάμα, δεν θα αποκαλείται πια Διόνυσος αλλά Δημήτριος (όχι γιος του Δία αλλά της θεάς της γεωργίας, της Δήμητρας), δεν θα θεωρείται πια ο θεός που, όταν πίνει και γλεντάει, βροντάει και ξεκουφαίνει τον κόσμο, αλλά θεός φτιαγμένος από σιτάρι κι από βρώμη (βρόμη=βρόμος), που παράγει ασήμαντους κρότους, σαν εκείνους που κάνουν οι κόκκοι του σιταριού όταν σκάνε μέσα στη φωτιά ή σαν το θόρυβο που κάνει το φυτό της βρώμης, ο βρόμος, όταν το χτυπάει ο αέρας. Δεν θα αποκαλείται πια Βρόμιος (βροντερός) αλλά Βρόμος (Βρώμιος… κροτίδα βρώμης!).
Η παιχνιδιάρικη διάθεση του νεαρού Καίσαρα Ιουλιανού είναι ολοφάνερη. Ήταν τότε στην ηλικία των 24-28 χρόνων, πριν ανακηρυχθεί Αύγουστος το 360 από τους στρατιώτες του στο Παρίσι και διαδεχθεί στο θρόνο τον Κωνστάντιο Β΄ και σκοτωθεί σε μάχη εναντίον των Περσών ως βασιλιάς στα τριανταδύο του χρόνια, το 363 μ.Χ.