Του Γιάννη Δ. Μοσχόπουλου
Tα Γιάννενα κατελήφθησαν από τα στρατεύματα του σουλτάνου Μαχμούτ, στις 24-1-1822 (ή στις 05-2-1822). Σκότωσαν τον Αλή πασά, οπότε καταλύθηκε η σατραπεία του και όλη η επικράτειά του περιήλθε και πάλι στην Κωνσταντινούπολη. Οι άνθρωποί του εξοντώθηκαν ή διώχτηκαν από τις περιοχές που εξουσίαζαν και νέα κατάσταση επικράτησε στα μέρη αυτά. Η αλλαγή όμως τότε δεν έγινε αισθητή στους Έλληνες, διότι είχε φουντώσει η επανάστασή τους και όλη η Ελλάδα ήταν ανάστατη. Τα τσιφλίκια της οικογένειας του Αλή και των υποστηρικτών του δεν αποδόθηκαν στους προηγούμενους ιδιοκτήτες τους, από τους οποίους τα είχε αρπάξει ο Αλής, αλλά δημεύθηκαν από το κράτος, μετατράπηκαν σε κτήματα βασιλικά ή του δημοσίου (ιμλιάκια) και αμέσως μετά εντεταλμένοι υπάλληλοι ανέλαβαν την καταγραφή τους και τη σύνταξη κατάστιχων. Σ’ αυτά περιλαμβάνονταν και τα τσιφλίκια: του Λεμπάνοβι (Λιμπάνοβο=Αιγίνιο), του Οστορί (Ισταβρί=Σταυρός Ημαθίας), του Σεχασεχνί [ίσως Ξεχασμένη;], του Μποζαντίτ (=ίσως Ποζαρίτες, σημερινό Κεφαλοχώρι), του Μενούκ (=ίσως η Μελίκη), του Αλαπόρ (Αλάμπορο. Υπάρχει Αλάμπορο Μεγάλο=Πρασινάδα και Αλάμπορο Μικρό=Κυδωνιά), του Πονταντόμ (=πιθανότατα ο Πρόδρομος), του Βέλτσεστε (=μάλλον Βούλτιστα, σημερινό Λιβάδι Πιερίας), του Κούτας (ίσως Κούτλες, σημερινή Βεργίνα), του Ινέ Κασρί (Νεόκαστρο, το οποίο περιγράφεται ως / Πύργος 1 / Ο προαναφερθείς πύργος περιβαλλόταν από ένα τετράπλευρο ισχυρό τείχος, σε κάθε γωνία του οποίου υπήρχε κι ένας μικρότερος πύργος).
O M. Eμίν το Φεβρουάριο 1822 επέστρεψε θριαμβευτικά από τη Χαλκιδική στη Θεσσαλονίκη. Με διαταγή της 05.02.1822 ζητήθηκε εκ νέου η στρατολόγηση τριακοσίων Ρωμιών ναυτών από τον καζά Θεσσαλονίκης, προκειμένου μετά την επάνδρωση των πλοίων να αποπλεύσει ο στόλος για να «τιμωρήσει» τους επαναστατημένους ραγιάδες στα νησιά του Αιγαίου. Με νεώτερες διαταγές γινόταν γνωστή η αποστολή αξιωματικού για τη συγκέντρωση οθωμανών στρατιωτών λόγω της γενίκευσης της ελληνικής επανάστασης.
Οι έως τότε επαναστατικές κινήσεις των Ελλήνων του καζά Βεροίας δεν ξέφυγαν από την προσοχή των κατασκόπων του νικητή της Κασσάνδρας Μεχμέτ Εμίν. Έτσι ο κεχαγιάμπεης της Βέροιας, Μεχμέτ αγάς, συνέλαβε 74 πρόκριτους της Βέροιας, τους οποίους μετέφερε σε σειρά δεμένους με σίδερα ανά δύο στο διοικητήριο. Παράλληλα ζητούσε να παρουσιασθούν στη Θεσσαλονίκη διάφοροι Ρωμιοί πρόκριτοι και οπλαρχηγοί ως όμηροι.
Στο μεταξύ οι επιστολές του Γρηγ. Σάλλα προκάλεσαν επαναστατικό ενθουσιασμό στους Ναουσαίους πρόκριτους και καπεταναίους, που πήραν την απόφαση να μην παραδώσουν τον οπλισμό τους στον Μ. Εμίν ούτε τους πρόκριτούς τους ως ομήρους. Απτόητοι οι Έλληνες οπλαρχηγοί του Βερμίου και οι δυτικομακεδόνες αρματολοί στις 19.02.1822, Κυριακή της Ορθοδοξίας, κήρυξαν την επανάσταση στη Νάουσα.
Την ίδια μέρα οι επαναστάτες Ναουσαίοι έστειλαν ένα απόσπασμα με εκατό άνδρες οδηγούμενο από τον Τσέρνο Πέτρη να φυλάξει τα περάσματα του Λουδία κάτω στον κάμπο, προφανώς για να εμποδίσει τη διέλευση τουρκικού στρατού. Ο Φιλιππίδης μιλάει για «… επίκαιρόν τινα του μεταξύ Βεροίας και Γενιτσών έλους θέσιν, ίνα ούτω διακόψαντες την μετά της Βεροίας συγκοινωνίαν… ».
Στις 20.02.1822 ο Ζαφειράκης μεταξύ των άλλων προετοιμασιών του, έστειλε τον Θωμά Ραμαντάνη με 85 οπλίτες στη διασταύρωση των δρόμων μεταξύ Λυκοβιστίτσας και Σταυρού, για να την φρουρεί. Οι Ναουσαίοι σχεδίαζαν και έλπιζαν ότι μετά την άφιξη του στρατηγού Σάλλα και των Ολυμπίων οπλαρχηγών, θα ξεσηκώνονταν και οι γύρω ελληνικές κοινότητες, θα χτυπούσαν την Βέροια από παντού και θα την καταλάμβαναν.-
Γιάννης Δ. Μοσχόπουλος, Το Ρουμλούκι [Kαμπανία]
κατά την πρώιμη και μέση οθωμανοκρατία [14ος αιώνας -1830], Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Εντευκτηρίου 2012, σελ. 216-218.
23.04.2021/ mosio@otenet.gr / 6977336818