Την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου, εορτή του αγίου Παρθενίου, επισκόπου Λαμψάκου, προστάτου των καρκινοπαθών, ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε αρχιερατική θεία Λειτουργία και κήρυξε το θείο λόγο στον ιερό ναό Αγίου Σάββα Κυριωτίσσης Βεροίας.Στο τέλος της θείας Λειτουργίας τέλεσε μνημόσυνο για τα κεκοιμημένα μέλη του Συλλόγου Καρκινοπαθών Ημαθίας. Επίσης τέθηκαν σε προσκύνηση των πιστών τα ιερά λείψανα του αγίου Παρθενίου Λαμψάκου που φυλάσσονται στην ιερά μονή Παναγίας Δοβρά.Στην ομιλία του ο σεβασμιώτατος τόνισε:
«Χαίροις ὁ Λαμψάκου θεῖος ποιμήν καί θαυμάτων βρύσις καί ἀκένωτος θησαυρός».
Ὡς βρύση καί ἀκένωτο θησαυρό θαυμάτων χαρακτηρίζει ὁ ἱερός ὑμνογράφος τόν ἑορταζόμενο σήμερα ἅγιο Παρθένιο, ἐπίσκοπο Λαμψάκου.
Ἄνθρωπος ἁπλός, εὐσεβής καί ταπεινός, διακρινόταν γιά τήν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του. Τό γεγονός αὐτό δέν διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ ἐπισκόπου Μελιτουπόλεως Φίλιππου ὁ ὁποῖος τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο, ἀλλά οὔτε καί τοῦ Μητροπολίτου Κυζίκου, ὁ ὁποῖος λίγο ἀργότερα τόν ἀνήγαγε στόν βαθμό τοῦ ἐπισκόπου.
Στή Λάμψακο, ὅπου κλήθηκε νά διακονήσει ὡς ἐπίσκοπος, διακρίθηκε γιά τήν ἁπλότητα τῆς ζωῆς του, τήν ἀγάπη του πρός τό ποίμνιό του, τήν πίστη του πρός τόν Χριστό καί τήν ἀφοσίωσή του στήν Ἐκκλησία, χαρακτηριστικά πού τόν ἔκαναν ἰδιαίτερα ἀγαπητό στό ποίμνιό του.
Καί δέν ἦταν μόνο αὐτά, γιατί ὁ Θεός ὁ ὁποῖος ἐπιβλέπει καί χαριτώνει τούς ταπεινούς, τόν προίκισε καί μέ ἄλλα θεῖα χαρίσματα, ὅπως τό προφητικό καί τό προορατικό χάρισμα, ἀλλά κυρίως μέ τή χάρη τῶν θαυμάτων καί τῶν ἰάσεων.
Ποικίλες οἱ ἀσθένειες πού θεράπευε μέ τήν προσευχή του, καί πολλοί οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι συνέρρεαν γιά νά ζητήσουν τή θεραπεία καί τήν ἀπαλλαγή ἀπό τίς νόσους πού τούς ταλαιπωροῦσαν. Καί ὁ ἅγιος δέν σταματοῦσε νά θεραπεύει ὅσο ζοῦσε, ἀλλά καί δέν σταμάτησε νά θεραπεύει καί μετά τήν κοίμησή του, ὅποιον προστρέχει στή χάρη του καί ζητᾶ τή βοήθειά του.
Αὐτά τά θαύματα, ἀδελφοί μου, ἀποτελοῦν ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητός του, ἀποτελοῦν ἀπόδειξη τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί στή ζωή μας. Γιατί χωρίς τόν Θεό δέν γίνονται θαύματα· χωρίς τόν Θεό δέν μποροῦν νά γίνουν θαύματα· γιατί μόνο ὁ Θεός ἔχει τή δύναμη νά νικᾶ τούς ὅρους τῆς φύσεως, καθώς εἶναι ἐκεῖνος πού τούς ἔθεσε· γιατί μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά ξεπερνᾶ καί τόν χῶρο καί τόν χρόνο καί τόν ἴδιο τόν θάνατο καί νά θαυματουργεῖ διά τῶν ἁγίων του.
Καί αὐτά τά θαύματα τῶν ἁγίων του ἀποκαλύπτουν ἀφενός τή δική του δύναμη, ἀποκαλύπτουν ὅμως καί ἀφετέρου τό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού ὄχι μόνο παραχωρεῖ τή δύναμή του στούς ἀνθρώπους πού τόν πίστευσαν καί τόν ἀγάπησαν, ἔτσι ὥστε δι᾽ αὐτῶν νά θαυματουργεῖ ἡ χάρη του, ἀλλά καί μᾶς δείχνει μέσω τῶν θαυμάτων τῶν ἁγίων του ποῦ μποροῦμε νά φθάσουμε καί ἐμεῖς, ἄν ἀκολουθήσουμε τόν δρόμο πού ἀκολούθησαν οἱ ἅγιοί μας, τόν δρόμο δηλαδή τῆς πίστεως. Διότι ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά γίνει ἕνα θαῦμα· εἶναι ὅμως ταυτόχρονα καί ἡ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά κατανοήσει ὁ ἄνθρωπος αὐτό τό θαῦμα. Γιατί θαύματα γίνονται καθημερινά, ἀλλά δέν τά ἀντιλαμβανόμαστε, δέν τά συνειδητοποιοῦμε, γιατί τά θεωροῦμε αὐτονόητα, γιατί ἡ πίστη μας στόν Θεό εἶναι ἐπιφανειακή καί ὄχι οὐσιαστική, ἔτσι ὥστε ἀντιμετωπίζουμε στή ζωή μας τά πάντα χωρίς σκέψη καί χωρίς προβληματισμό. Καί ὅταν βρεθοῦμε σέ κάποια ἀνάγκη, τότε περιμένουμε τό θαῦμα, τότε ζητοῦμε κάτι ἐντυπωσιακό, κάτι μεγάλο, κάτι συγκλονιστικό. Ἀλλά τί εἶναι πιό συγκλονιστικό καί πιό μεγάλο ἀπό τό ὅτι «ὀστέα νεκρά», τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων μας, θαυματουργοῦν καί ἰῶνται τίς νόσους μας.
Ἀδελφοί μου, ἄν θέλουμε νά ζήσουμε τό θαῦμα, ἄν θέλουμε νά ἀξιωθοῦμε νά τό αἰσθανθοῦμε, νά τό νιώσουμε, νά τό ψηλαφήσουμε, ἕνας τρόπος μόνο ὑπάρχει: νά συνεισφέρουμε τήν πίστη μας. Αὐτή ζητᾶ ὁ Χριστός γιά νά κάνει τό θαῦμα. Αὐτή ζητοῦν καί οἱ ἅγιοί μας. Ὄχι γιατί δέν μποροῦν νά κάνουν διαφορετικά τό θαῦμα, ἀλλά γιατί ἄν τό κάνουν, δέν θά τό κατανοήσουμε ἐμεῖς.
Γι᾽ αὐτό ἄς μιμηθοῦμε καί ἐμεῖς τήν πίστη τῶν ἁγίων μας, ἄς μιμηθοῦμε τήν πίστη τοῦ ἁγίου Παρθενίου, ἐπισκόπου Λαμψάκου, καί τότε θά αἰσθανθοῦμε τή ζωή μας νά γεμίζει θαύματα, τότε θά αἰσθανθοῦμε καί ἐμεῖς τή χαρά καί τήν ἱκανοποίηση πού αἰσθάνθηκαν ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ μέχρι τίς ἡμέρες μας πού εἶδαν τό θαῦμα στήν προσωπική τους ζωή καί ἔζησαν τήν ἀπαλλαγή ἀπό τίς νόσους πού τούς ταλαιπωροῦσαν.