Απομεσήμερο κάποιου περασμένου καλοκαιριού. Μαζί με μια φίλη.
«Αν δεν είχες γεννηθεί άνθρωπος, τί θα ήθελες να ήσουν;», τη ρωτάω. Σκέφτεται λίγο. «Πουλί: Να πετάω παντού. Εσύ;».
«Δέντρο», απαντάω αμέσως. Το ήξερα από πριν. Το είχα σκεφτεί πολλές φορές. Εκείνη απορεί μα ύστερα φωνάζει: «Το βρήκα! Για να ζεις για πάντα!» και γελάμε.
Από τότε πέρασαν κάποια χρόνια, άλλαξαν πολλά. Αν όμως με ρωτούσε, πάλι δέντρο θα της απαντούσα. Δέντρο, αλλά όχι στη Βέροια. Στη Βέροια τα δέντρα δε ζούνε για πάντα. Στη Βέροια τα δέντρα τα κόβουν. Τους ενοχλούν. Φοβούνται μην πέσει κάποιο κλαδί και κάνει ζημιά, όπως άκουσα πρόσφατα. Μπορεί και να κόβουν τη θέα από κάποια διαμερίσματα. Δεν ταιριάζουν με τα σχέδια για τα νέα πεζοδρόμια, τα διαμορφωμένα πάρκα ή τα σχέδια κάποιας πλατείας.
Δικαιολογίες πάντα υπάρχουν. Οι δικαιολογίες όμως δεν είναι πράσινες, δε σου δίνουν την ανάσα τους, δε σου δίνουν τη σκιά τους. Είναι μόνο δικαιολογίες.
Γράφω από λύπη. Όχι από αγανάκτηση. Από βαθιά λύπη. Για τα δύο πλατάνια που κόπηκαν άδικα στην Κίμωνος. Για το δέντρο που στόλιζε κάποτε το πεζοδρόμιο επί της Βενιζέλου, μπροστά από γνωστό κατάστημα νυφικών. Για τα πεύκα που κόπηκαν λίγο καιρό πριν σ’ ένα παρκάκι στη Μπαρμπούτα. Αυτό το παρκάκι ήταν γνωστό ως «Τα Πεύκα». Τώρα, πώς θα το λέμε;
Μόνο από λύπη γράφω. Και ανακούφιση που δε γεννήθηκα δέντρο στη Βέροια…
Ελένη Γιαννάκη