Γράφει ο
Αναστάσιος
Βασιάδης
Τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνονται για την αναχαίτηση της επιδημικής κρίσης του κορωνοϊού, εκτός από τα γενικότερα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που έχουν επιφέρει στη δημόσια ζωή και στην καθημερινότητα των πολιτών, επηρεάζουν δραματικά τον ψυχισμό τους και αλλοιώνουν την συμπεριφορά τους.
Οι μάσκες προφύλαξης που έχουν καταστεί αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητας, για όλους όσους κυκλοφορούν βιαστικοί στους δρόμους, τους καθιστούν σε ένα βαθμό μη αναγνωρίσιμους, με αποτέλεσμα να προσπερνώνται χωρίς να ανταλάσσουν τον συνήθη χαιρετισμό, την απλή, την αυθόρμητη και την όμορφη «καλημέρα».
Την «καλημέρα» την οποία ο καθένας χρησιμοποιεί ως χαιρετισμό αλλά και ως ευχή προς τον συνάνθρωπό του, στο πρωϊνό ξεκίνημα.
Με την εκτόπιση της αυθόρμητης «καλημέρας», παραμερίζεται η αναγκαία αισιοδοξία με την οποία πρέπει ο κάθε άνθρωπος να ξεκινά την ημέρα του υποδηλώνοντας την χαρά της ανθρώπινης συναναστροφής, την αξία της εγκάρδιας επικοινωνίας και την ζεστασιά της φιλικής διάθεσης.
Οι άνθρωποι ανέδειξαν πάρα πολύ νωρίς την αξία της λέξης αναρτώντας σε εμφανή θέση στα σπίτια τους, τους γνωστούς καθρέπτες διακοσμημένους με τα περίτεχνα παραδοσιακά μοτίβα που πλαισιώνουν την λέξη «καλημέρα» και τα φιλοτεχνημένα πρόσωπα των ωραίων γυναικών με το ονειροπόλο βλέμμα.
Είναι οι καθρέπτες με το χαρακτηριστικό όνομα «καλημέρες» που τόσα νοσταλγικά βιώματα ανακαλούν στην μνήμη.
Την αξία της «καλημέρας» ύμνησαν και υμνούν δημιουργοί παραδοσιακών και έντεχνων αγαπημένων τραγουδιών, αλλά και η ίδια η λαϊκή θυμοσοφία με τις τόσες παροιμίες .
Η επιδημική κρίση όμως και τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνονται, οδηγούν αυτή την απλή και ταυτόχρονα ανεκτίμητης αξίας έκφραση, να περιορίζεται και σταδιακά να ακούγεται συνεχώς και λιγότερο μεταξύ των ανθρώπων, ακόμα και μεταξύ αυτών που αναγνωρίζονται, παρά τις μάσκες προφύλαξης που φέρουν.
Ο πλέον διαδεδομένος χαιρετισμός η «καλημέρα», αντικαθίσταται σταδιακά με συμπεριφορές αδιαφορίας, λύπης, ανασφάλειας, φόβου, εσωστρέφειας, αντικοινωνικότητας και απουσίας της ανθρώπινης επικοινωνίας.
Ενώ είναι πανεύκολο και απλό να ειπωθεί η πιο όμορφη λέξη της μέρας, χωρίς να παραβιάζονται τα όρια ασφαλείας για την αποτροπή μετάδοσης του κορωνοϊού, οι άνθρωποι σαν να πλήττουν η να φοβούνται τον χαιρετισμό, προτιμούν να προσπερνούν σιωπηροί.
Η ζοφερή καθημερινότητα και η σωβούσα επιδημική κρίση με τα προβλήματα που καταδυναστεύουν την υπόσταση του καθένα, αντανακλώνται στα πρόσωπα των ανθρώπων, οι οποίοι πίσω από τις μάσκες τους, επιλέγουν να είναι σκυθρωποί, επιφυλακτικοί και καταθλιπτικοί.
Αυτό γίνεται αντιληπτό από τον τρόπο που αυτοί βαδίζουν στον δρόμο, με το βλέμμα καθηλωμένο στο έδαφος, ενώ κάποιοι παραμιλούν.
Σε αυτές τις περιπτώσεις η αισιόδοξη, η χαρούμενη, η φιλική «καλημέρα» που δεν κοστίζει τίποτα, είναι πιό αποτελεσματική και από την ακριβότερη αντικαταθλιπτική θεραπεία.
Μεταδίδει στον συνάνθρωπο την αναγκαία θετική ενέργεια, την αισιοδοξία και τις αντοχές να ξεπεράσει με κέφι τις δυσκολίες της ημέρας που ξεκινά.
Και το κυριότερο όλων είναι ότι τα ευεργετικά αποτελέσματα της «καλημέρας», τα εισπράττουν εξ ίσου και αυτός που την δέχεται και αυτός που την απευθύνει.
Οχυρώνεται έτσι ηθικά και συναισθηματικά ο κοινωνικός ιστός απέναντι στις πολλαπλές προκλήσεις της εποχής που υπονομεύουν την ανθρώπινη συνοχή.
Και όλα αυτά με μια απλή «καλημέρα», ακόμα και μεταξύ των ανθρώπων που δυσκολεύονται να αναγνωριστούν πίσω από τις μάσκες.
Αυτή η «καλημέρα» πρέπει να παραμείνει ως μια συμβολική παρακαταθήκη για την ομαλή επάνοδο στην κοινωνική κανονικότητα, μετά το πέρας της επιδημικής κρίσης.