Γράφει ο
Παναγιώτης
Παπαδόπουλος
Φιλόλογος
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, παρά τις δύσκολες συγκυρίες με την επικρατούσα κατάσταση με τους περιορισμούς της Επιδημίας, κλήρος και λαός θα τιμήσουν την χαρμόσυνη μέρα της 25 Μαρτίου στις εκκλησίες ακόμη και στο σπίτι τον Ευαγγελισμό της Παναγίας, ,. Την ίδια, όμως, μέρα θα αποδώσουν με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την έναρξη του ξεσηκωμού, τον οφειλόμενο σεβασμό στη μνήμη όλων εκείνων των ψυχών των Ελλήνων που ύψωσαν τις κραυγές τους και θυσιάστηκαν διεκδικώντας την Ελευθερία τους.
Πολλά ερωτήματα τέθηκαν από τους ιστορικούς και κριτικούς που αναζήτησαν την αλήθεια και απάντησαν στο ερώτημα :Ποια γεγονότα οδήγησαν τους ηγέτες της Φιλικής Εταιρείας(Φ.Ε.) τους Αρχιερείς και τους κατά τόπους προκρίτους να αρχίσει η Επανάσταση από την Πελοπόννησο? . Οι Απόστολοι της Φ.Ε. κατόρθωσαν να μυήσουν σε μεγάλη έκταση του σκλαβωμένου Ελληνισμού το μήνυμα της εξέγερσης του ελληνικού λαού. Σε πολλές προσωπικότητες της τουρκοκρατούμενης ελληνικής κοινωνίας έφτασε η είδηση της σπίθας της ελευθερίας. Έγινε φλόγα που έκαψε όλα τα παράσιτα της αμφιβολίας και του φόβου. Μπροστά στους Έλληνες μαχητές, λάμπει ο ωμός της αυτοθυσίας. Μετά την αποτυχημένη έκβαση του εγχειρήματος της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες με τον στρατηγό Αλέξανδρο Υψηλάντη, υπασπιστή του Τσάρου έπρεπε κατεπειγόντως να αρχίσει η Επανάσταση στον Ελλαδικό χώρο. Μάλιστα από τα μέλη της Φ.Ε. ορίστηκε η25η Μαρτίου γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Βέβαια η ημέρα αυτή ως έναρξη της Επανάστασης στην Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στα Καλάβρυτα δεν έχει ιστορικές βάσεις που να βεβαιώνουν την έναρξη της ένοπλης δράσης από εκεί Ωστόσο πέρασε η ημέρα αυτή με τη θρησκευτική πίστη των πρωταγωνιστών και όλων των Ελλήνων στη σφαίρα της συνείδησης του θρύλου. Οι επαναστατικές δραστηριότητες άρχισαν σε πολλά σημεία της Πελοποννήσου κατά το 1821(Καλαμάτα 23 Μαρτίου).
Πρώτος λόγος που ξεκίνησε η Επανάσταση από την Πελοπόννησο ήταν η πλειοψηφία του χριστιανικού πληθυσμού έναντι του μουσουλμανικού τουρκικού. Το γεγονός αυτό καλλιεργούσε το συναίσθημα της υπεροχής στους Έλληνες. Μη ξεχνάμε ότι η Πελοπόννησο ήταν πάντα ετοιμοπόλεμη. Διέθετε πολλούς και έμπειρους οπλαρχηγούς που είχαν ο καθένας μια ομάδα κλεφτών-ανταρτών που γνώριζαν άριστα τη φυσιογνωμία του ορεινού εδάφους. Υπήρχαν και τα ελληνικά ένοπλα σώματα των Αρματολών. Ήσαν αυτοί που κατά την αντίληψη των Τούρκων θα επιτηρούσαν την ύπαιθρο από τις δραστηριότητες των κλεφτών. Οι ελληνικές οικογένειες αποκαλούσαν τους αντάρτες κλέφτες για να δικαιολογηθούν στην τουρκική αστυνομία την τροφοδοσία τους. Ο ελληνικός λαός, όμως, αγιοποίησε τη λέξη κλέφτης και της έδωσε το νόημα του ήρωα πολεμιστή με την ελπίδα για τη σωτηρία του.
Η Πελοπόννησος ήταν μακριά από τα τουρκικά κέντρα όπου θα έφταναν γρήγορα οι τουρκικές στρατιωτικές ενισχύσεις. Αλλά και η ομοιογένεια του ελληνικού πληθυσμού με τη γλώσσα, τις παραδόσεις και την ένοπλη ζωή πολλών ανταρτών αποτελούσε ένα πρόσθετο λόγο για την επιλογή της Φ.Ε. Εκείνο όμως το γεγονός που έπαιξε καταλυτικό ρόλο για την επιτυχή έκβαση του αγώνα ήταν η έλλειψη τουρκικού στρατού στην Πελοπόννησο. Ο ικανότατος και έξυπνος Τούρκος στρατηγός Χουρσίτ Πασάς, βρισκόταν στα Ιωάννινα σε πόλεμο με τον Αλή Πασά. Πόσο δίκαιο είχαν οι Φιλικοί(Περαιβός?) που επέμεναν στους Σουλιώτες να συνεχιστεί ο εμφύλιος αυτός πόλεμος(1820-1822) μέχρι που να εδραιωθεί η Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Αφού κέρδισαν την ελευθερία τους, έπρεπε να περάσουν απέναντι από τη λίμνη και να πολεμήσουν τώρα υπέρ του άλλοτε εχθρού τους του Αλή πασά. Εξ άλλου η ορεινή Πελοπόννησος ήταν κατάλληλος χώρος για πολεμικές δραστηριότητες των ανταρτών.
Ένας ακόμα πρόσθετος λόγος ήταν ο εθνικός και θρησκευτικός προσανατολισμός των πολεμιστών. Φιλοδοξούσαν ένα κράτος με τη σφραγίδα του έθνους. Έτσι συνέδεαν τη συνέχειά τους με το ιστορικό παρελθόν της αρχαιότητας. Η εθνική ελληνική συνείδηση διατηρήθηκε μέσα από τη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή Αυτοκρατορία ζωντανή. Δεν επηρεάστηκε από τα αμφίβολα συνθήματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Αντίθετα βρίσκουμε ψήγματα του εθνικού φρονήματος στον Νέο-Ελληνικό διαφωτισμό που συνοδεύτηκε κατά το β’ μισό του 18ου αιώνα με τη διάδοση της αρχαιοελληνικής παιδείας. Πέρασε αλώβητη η εθνική συνείδηση από την τουρκική σκλαβιά και μέσα από τους ήχους των μαχών και τις ιαχές των πολεμιστών έγινε το συμβολικό φλάμπουρο. Κάτω από τη σκιά του πορεύτηκαν όλοι οι απανταχού της γης Έλληνες στην ιστορική τους πορεία. Είναι οι σημερινοί Έλληνες της Διασποράς που αγαπούν και πονούν την πατρίδα των γονιών τους την Ελλάδα.
Η εθνότητα αποτελεί τον συνεκτικό ιστό ενός λαού ο οποίος φιλοδοξεί να ζήσει και να δημιουργήσει «Τα έθνη και τα άτομα, εξαγνίζονται και ενισχύονται δια των δοκιμασιών τους» Στάιν.