Λίγο περισσότερο από τρεις ώρες διήρκησαν οι συνομιλίες κατά τις χθεσινές διερευνητικές επαφές Ελλάδας – Τουρκίας, στην Κωνσταντινούπολη, που επανεκκίνησαν ύστερα από 5 χρόνια, με τις δύο χώρες να κάθονται και πάλι στο τραπέζι του διαλόγου ύστερα από μία μακρά περίοδο μεγάλης έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα προσήλθε στις συνομιλίες με αντικείμενο μόνο την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και όπως ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Χρήστος Ταραντίλης, η Ελλάδα προσέρχεται στις διερευνητικές επαφές με καλή πίστη τονίζοντας ωστόσο ότι δεν πρόκειται να γίνει καμία συζήτηση που να αφορά την εθνική κυριαρχία μας. Υπογράμμισε ότι οι διερευνητικές επαφές με τη γειτονική χώρα δεν είναι διαπραγματεύσεις και δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι στόχος είναι να πιάσουμε το νήμα από το σημείο που διακόπηκαν οι επαφές το 2016.
Πολιτικοί αναλυτές χαρακτήρισαν τις διερευνητικές επαφές «χαμηλών προσδοκιών» με δεδομένο ότι η Άγκυρα θέλει να βάλει στα τραπέζι όλα τα θέματα που θέτει το τελευταίο διάστημα με προκλητικό τρόπο, όπως την αποστρατικοποίηση νησιών του Αιγαίου. Η Αθήνα από την πλευρά της έχει ξεκαθαρίσει πως δεν πρόκειται να συζητήσει κάτι άλλο πέρα από την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, βάζοντας φρένο στην γείτονα για διεύρυνση των συζητήσεων και σε άλλα ζητήματα.
Μήνυμα Μητσοτάκη
Ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη χθεσινή επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών με την Τουρκία τόνισε ότι η ειλικρίνεια και η ισορροπία είναι προϋποθέσεις που ευνοούν τον διάλογο για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, «που είναι και το αντικείμενο αυτών των διερευνητικών» και πρόσθεσε ότι «η θωράκιση της Ελλάδας ποτέ δεν αποτέλεσε κίνδυνο για κάποια άλλη χώρα. Αντιθέτως ήταν πάντα ένας παράγοντας ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή».
Υπογράφηκε η προμήθεια 18 μαχητικών Rafale
Παράλληλα χθες στην Αθήνα υπογράφηκε η συμφωνία προμήθειας συνολικά 18 γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale για την ενίσχυση της Εθνικής Άμυνα της Ελλάδας, μεταξύ του υπουργού Εθνικής ‘Αμυνας , Νίκου Παναγιωτόπουλου και της Γαλλίδας ομόλόγου του, Φλοράνς Παρλί.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος επεσήμανε ότι «με την απόκτηση των μαχητικών αεροσκαφών Rafale η δύναμη πυρός της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας θα πολλαπλασιαστεί».
Αναφερόμενος στα ειδικά χαρακτηριστικά των Rafale, ο Ν. Παναγιωτόπουλος δήλωσε ότι «τα προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα (αισθητήρες ραντάρ, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου κλπ), σε συνδυασμό με τα στρατηγικού χαρακτήρα όπλα τους, τα καθιστούν σημαντικό παράγοντα αεροπορικής υπεροχής».
Η Γαλλίδα υπουργός ‘Αμυνας, Φλοράνς Παρλί, σε δηλώσεις διευκρίνισε ότι η προμήθεια των Rafale λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής αποτρεπτικής ικανότητας για την ελληνική Πολεμική Αεροπορία.
Το συνολικό κόστος κτήσης των 18 αεροσκαφών ανέρχεται σε 1,92 δισ. ευρώ χωρίς κρατήσεις. Εξ αυτών, τα έξι είναι καινούργια και τα δώδεκα μεταχειρισμένα. Η παραλαβή των πρώτων έξι μεταχειρισμένων μαχητικών θα ξεκινήσει τον Ιούλιο του 2021 με ρυθμό ένα ανά μήνα.
Μητσοτάκης για Rafale
Ο κ.Μητσοτάκης αναφερόμενος στην προμήθεια των γαλλικών αεροσκαφών Rafale επισήμανε με νόημα, ότι αυτή η αγορά «αντανακλά το δόγμα της εθνικής μας στρατηγικής σύμφωνα με τo οποίo η άμυνα μας είναι ένας «δίδυμος» πυλώνας της εξωτερικής μας πολιτικής».
«Αποτελεί ένδειξη της ανάγκης άμεσης και πιο στενής στρατιωτικής συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο στη Μεσόγειο. Στη «mare nostrum» , όπως την αποκαλεί εύστοχα ο Πρόεδρος Μακρόν, εφόσον εκεί συναντώνται τα ζωτικά συμφέροντα όλων των χωρών της Ε.Ε» πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.
Ο κ.Μητσοτάκης τόνισε ότι η αγορά των αεροσκαφών εντάσσεται σε ένα πρόγραμμα ανανέωσης εξοπλισμού και στους τρεις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, και πρόσθεσε ότι είναι η τρίτη φορά που η Πολεμική Αεροπορία της χώρας μας εμπιστεύεται την γαλλική βιομηχανία καθώς προηγήθηκε και το Mirage F1 εδώ και περίπου μισό αιώνα και το Mirage 2000 εδώ και περίπου 30 χρόνια και η εκδοχή 2000-5, εδώ και 15 χρόνια.
Δηλώσεις της Φλοράνς Παρλύ
Απο την πλευρά της η γαλλίδα υπουργός ‘Αμυνας Φλοράνς Παρλύ επισήμανε ότι οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας σημείωσε πρόοδο, και η στρατηγική εταιρική σχέση «για την οποία είχατε μιλήσει εδώ και σχεδόν έναν χρόνο- στις 29 Ιανουαρίου 2020- με τον πρόεδρο Μακρόν, εγγράφεται σε ένα πλαίσιο στο οποίο επιθυμούμε να προαγάγουμε όλο και περισσότερο την Ευρώπη μας και να συμβάλουμε από κοινού, μεταξύ μας ως Ευρωπαίοι, στην προστασία των συμπολιτών μας και της ασφάλειάς μας».