Κοινοβουλευτική
ερώτηση υπέβαλε ο Τάσος Μπαρτζώκας προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος, κ. Κ.
Χατζηδάκη ζητώντας την άμεση παρέμβαση του, προκειμένου ιδιοκτήτες αγροτικών
εκτάσεων στα Ριζώματα και άλλες περιοχές της Ημαθίας (πχ Φυτειά) να
προστατεύσουν στο ακέραιο τις περιουσίες τους από τις διεκδικήσεις συνιδιοκτησίας
που εγείρει το Δημόσιο.
Όπως αναφέρει ο
Τάσος Μπαρτζώκας στην ερώτηση του, μετά την ανάρτηση των προσωρινών
κτηματολογικών αποσπασμάτων, οι νόμιμοι μικροϊδιοκτήτες του αγροκτήματος των
Ριζωμάτων αγωνιούν για την περιουσία τους, την οποία νομίμως απέκτησαν,
καλλιεργούν επί 95 συναπτά έτη, πληρώνοντας όλους τους φόρους στο 100% που
σχετίζονται με αυτή και από την οποία απορρέουν δικαιώματα ενισχύσεων. Με
άλλα λόγια, το Δημόσιο όλα τα προηγούμενα χρόνια ουσιαστικά έχει αναγνωρίσει
πλήρη κυριότητα (100%) στους ιδιοκτήτες , καθώς ουδέποτε έως σήμερα αξίωσε
συνιδιοκτησία.
Η πραγματική αυτή
κατάσταση έρχεται να διαταραχθεί λόγω της υποχρεωτικής δήλωσης των
εκτάσεων στο Κτηματολόγιο, κατά την οποία εγγράφηκαν δικαιώματα συνιδιοκτησίας
ποσοστού 24% επί των αγροτικών εκτάσεων,
υπέρ του Δημοσίου. Το γεγονός αυτό ανακόπτει βίαια την πάγια, διαμορφωθείσα
κατάσταση, γεγονός που προκαλεί μεγάλη αναστάτωση στους νόμιμους δικαιούχους
των εκτάσεων.
Ήδη, με
πρωτοβουλία του Τάσου Μπαρτζώκα έχει πραγματοποιηθεί συνάντηση του με μέλη της
Οργανωτικής Επιτροπής των Ριζωμάτων,
κατά την οποία εκφράστηκε στο βουλευτή το ιστορικό της υπόθεσης, τα ιδιαίτερα
νομικά χαρακτηριστικά του ζητήματος και η αγωνία των μικροϊδιοκτητών για την
περιουσία τους. Από την πλευρά του ο
Τάσος Μπαρτζώκας δήλωσε ότι θα προβεί σε όλες τις ενέργειες προκειμένου να
λυθεί οριστικά το ζήτημα της συνιδιοκτησίας και οι δικαιούχοι ιδιοκτήτες να
διασφαλίσουν την περιουσία τους στο ακέραιο.
Αναλυτικά το
κείμενο της κοινοβουλευτικής ερώτησης όπως υπεβλήθη στον αρμόδιο Υπουργό
Προς: Τον Υπουργό Περιβάλλοντος & Ενέργειας κ. Κ. Χατζηδάκη
Θέμα: Απαραίτητη η παρέμβαση της
πολιτικής ηγεσίας στο ζήτημα των νομικών
διεκδικήσεων του Δημοσίου στο αγρόκτημα Ριζωμάτων, Φυτείας και λοιπών
περιοχών
Αξιότιμε κ. Υπουργέ
Μετά την ανάρτηση των προσωρινών
κτηματολογικών αποσπασμάτων για την περιοχή των Ριζωμάτων Ημαθίας, οι
μικροϊδιοκτήτες του αγροκτήματος Ριζωμάτων, αγωνιούν για το μέλλον της
περιουσίας τους.
Ειδικότερα, με την από 03.09.1925
πώληση του αγροδασοκτήματος Μπόστιανης (Ριζωμάτων) 128 οικογένειες
απέκτησαν νόμιμα ποσοστό κυριότητας
19/20 εξ αδιαιρέτου στην πωληθείσα
έκταση, ενώ το ποσοστό του 1/20 εξ αδιαιρέτου, καθώς και ποσοστό 1/5 επί του
ποσοστού των 19/20 παρακρατήθηκε από το
Δημόσιο, η δε παραπάνω ολική έκταση αποτελούνταν από δάσος, βοσκότοπους,
αγρούς και άγονες εκτάσεις. Μετά την ως άνω αγορά συστάθηκε αναγκαστικός δασικός συνεταιρισμός
για τη διαχείριση του δασοκτήματος, ενώ έλαβε χώρα άτυπη διανομή των αγρών
μεταξύ των μικροκαλλιεργητών .
Έκτοτε και επί 95 συναπτά έτη τοπικοί καλλιεργητές βιοπορίζονται από
τις καλλιέργειές τους, τις οποίες νόμιμα απέκτησαν. Μάλιστα κατά το έτος 1956,
η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων απέδωσε το μερίδιο του Δημοσίου στους δικαιούχους
καλλιεργητές, ενώ παράλληλα, αποφασίστηκε η διάθεση του ανήκοντος στο Δημόσιο
ποσοστού του 1/20 υπέρ των ακτημόνων της
περιοχής στις αγροτικές εκτάσεις (εξαιρουμένης της δασικής έκτασης).
Δυστυχώς όμως η εξαγορά του εν λόγω ποσοστού δεν
ολοκληρώθηκε, για λόγους αναγόμενους
στην οικονομική δυσπραγία των κατοίκων,
με αποτέλεσμα αυτό τυπικά να παραμείνει ως ιδιοκτησία του Δημοσίου.
Είναι σημαντικό ότι όλα αυτά τα χρόνια
, οι νόμιμοι ιδιοκτήτες καλλιεργούσαν και καλλιεργούν τις γαίες τους ως
αποκλειστικοί και μοναδικοί κύριοι αυτών,
χωρίς ποτέ το δημόσιο να εγείρει αξιώσεις. Οι εν λόγω αγροτικές εκτάσεις διαχρονικά, στο σύνολό τους - και
όχι σε ποσοστό - έχουν ενταχθεί σε πλείστα προγράμματα, εθνικά, περιφερειακά
και ενωσιακά, λαμβάνοντας οι δικαιούχοι τις σχετικές ενισχύσεις. Αξίζει να
σημειωθεί ότι όλα τα χρόνια η κυριότητα επί των εν λόγω αγρών δηλώνονταν προς
όλες τις Υπηρεσίες του Δημοσίου στο
σύνολο της έκτασης έκαστου αγρού (ήτοι εκατό τοις εκατό 100%) και όχι σε
ποσοστό εξ αδιαιρέτου, ενώ στο ίδιο
ποσοστό ελάμβαναν χώρα και πάσης φύσεως
νομικές ενέργειες που αφορούν στη μεταβίβαση των εν λόγω εκτάσεων, την εγγραφή
βαρών, την αποδοχή τους βάσει κληρονομικής διαδοχής, την καταχώρισή τους στις ετήσιες δηλώσεις καλλιέργειας, την
εκμίσθωσή τους κ.λ.π οι οποίες διενεργούνταν απρόσκοπτα, χωρίς ποτέ η κυριότητά
τους επί του συνόλου της έκτασης να αμφισβητηθεί από το Δημόσιο. Όλοι δε οι
προβλεπόμενοι φόροι ιδιοκτησίας (ΕΕΤΗΔΕ, ΕΝΦΙΑ κ.λ.π.) καταβάλλονται
διαχρονικά από τους ιδιοκτήτες των εν
λόγω αγροτικών εκτάσεων για το σύνολο αυτών και όχι για ποσοστό επί αυτών.
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές
ότι η πραγματική και πάγια διαμορφωθείσα
κατάσταση, και η εν τοις πράγμασι αναγνώριση υπό του Δημοσίου των εν
λόγω ιδιοκτητών ως αποκλειστικών
κυρίων σε ποσοστό 100%, δημιούργησε την απολύτως δικαιολογημένη πεποίθηση των
ιδίων, ότι αποτελούν αποκλειστικούς και
μοναδικούς κυρίους των συγκεκριμένων
αγροτικών εκτάσεων. Ωστόσο, η πραγματική διαμορφωθείσα κατάσταση διαταράσσεται
λόγω της υποχρεωτικής δήλωσης των εκτάσεων στο Κτηματολόγιο, κατά την οποία
εγγράφηκαν δικαιώματα συνιδιοκτησίας ποσοστού 24% επί των αγροτικών εκτάσεων, υπέρ του Δημοσίου. Οι ιδιοκτήτες των αγροτικών εκτάσεων
παραμένουν ανάστατοι, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν θα εγκαταλείψουν τις
διεκδικήσεις τους, γεγονός που συνεπάγεται την επιφύλαξη τους υπέρ της άσκησης
των νόμιμων δικαιωμάτων τους για προσφυγές εναντίον του Δημοσίου, με την
ολοκλήρωση της σύνταξης των οριστικών πινάκων του Κτηματολογίου.
Επιπλέον, σας ενημερώνω ότι σε
ανάλογη θέση βρίσκονται ιδιοκτήτες εκτάσεων και σε λοιπές περιοχές της Ημαθίας,
όπως πχ της περιοχής της Φυτειάς, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη
έγκαιρης αντιμετώπισης του ζητήματος, προκειμένου τόσο ιδιοκτήτες, όσο και το
ίδιο το Δημόσιο να αποφύγουν την εμπλοκή σε δικαστικές διεκδικήσεις.
Ερωτάσθε κ.
Υπουργέ
Πώς προτίθεστε
να παρέμβετε, προκειμένου η πραγματική,
από πολλά έτη διαμορφωμένη κατάσταση στο αγρόκτημα Ριζωμάτων, Φυτειάς
και άλλων περιοχών σε παρόμοια
κατάσταση, να επικυρωθεί νομικά, με
τρόπο που να προστατεύεται η περιουσία
των τοπικών καλλιεργητών;