Βρισκόμαστε λίγες μέρες πριν από την 47η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, της κορυφαίας εκδήλωσης αντίδρασης κατά της χούντας των συνταγματαρχών, που από τις 21 Απριλίου 1967 είχε επιβάλλει καθεστώς δικτατορίας στη χώρα μας, αγαπητοί φίλοι.
Θα αποφύγω και πάλι τις προσωπικές τοποθετήσεις κι ούτε θα
μπω στη διαδικασία να ερμηνεύσω τον αγώνα των φοιτητών κλπ. κλπ. … Θα φέρω
στο προσκήνιο, σε ενθύμηση των παλαιότερων και προς γνώση των νεότερων, τη
στάση και τα λόγια μιας πολυσχιδούς προσωπικότητας της Βέροιας, του Γεώργιου
Χιονίδη, κατά την ομιχλώδη εκείνη χρονική περίοδο.
Είναι βεβαίως γνωστός από το ογκωδέστατο έργο του αναφορικά
με την ιστορία της πόλης μας, λίγοι όμως γνωρίζουν πλέον πως τον καιρό της
δικτατορίας, ενώ τριγύρω «…ο συμβιβασμός, η ανοχή και το συμφέρον φαίνονταν ή ήταν
χτυπητά γεγονότα», αυτός ο πολίτης (με την αρχαιοελληνική έννοια) της Βέροιας
είχε το θάρρος (επισημαίνω, πως το αντλούσε τότε από τη συνείδησή του και μόνο)
να δηλώνει δημόσια κατ’ επανάληψη, αρθρογραφώντας επώνυμα στον τοπικό τύπο, την
προσήλωσή του στα ιδεώδη της δημοκρατίας. Με έκπληξη λοιπόν διαβάζει κανείς στα
κείμενά του απόψεις όπως :
«.. Δεν είναι δυνατό να υπάρξει αληθινά εξελιγμένο κράτος, χωρίς
ατομικές, πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες και δικαιώματα, γιατί αργά ή
γρήγορα θα κληθούν οι πολλοί να πληρώσουν τα πολλά σφάλματα των ολίγων ή του
ενός…»
«… Τα κράτη προοδεύουν πραγματικά, μονάχα όπου υπάρχει
διάλογος, όπου οι πολλοί έχουν λόγο, όπου μπορούν να ορίζουν και καθορίζουν την
τύχη τους…».
«…Νομίζω ότι τα κράτη, οι θεσμοί, τα καθεστώτα (κοινοβουλευτικά
και μη), oι ηyέται δεν κινδυνεύουν από την οποιανδήποτε κριτικήν, αλλά από την
κολακείαν…».
Για την καλύτερη κατανόηση του θέματος στη συνέχεια,
υπενθυμίζω ότι:
Τον Νοέμβριο του
1972 η δικτατορία των συνταγματαρχών, θέλοντας παραπλανητικά να επιδείξει
δείγματα εκδημοκρατισμού, προκήρυξε εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους, τις
οποίες με αποδεδειγμένα περιστατικά νοθείας κέρδισαν οι προσκείμενοι σε αυτήν
φοιτητές. Το γεγονός οδήγησε στη δημιουργία ενός μαχητικού φοιτητικού κινήματος.
Από την αρχή του 1973 οι φοιτητές
βρίσκονταν σε αναβρασμό και ειδικότερα οι φοιτητές του Πολυτεχνείου στις 5
Φεβρουαρίου αποφάσισαν γενική αποχή από τα μαθήματα.
Η Χούντα απάντησε στις 13 Φεβρουαρίου με τη
δημοσίευση του νομοθετικού διατάγματος 1347, με το οποίο δινόταν η δυνατότητα
στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας να ανακαλεί τις αναβολές στράτευσης των φοιτητών που
απείχαν από τα μαθήματά τους ή θεωρούνταν «υποκινητές» αντιδράσεων. Άμεσα έγινε
συγκέντρωση και διαδήλωση φοιτητών μέσα στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Η Αστυνομία,
παραβιάζοντας το πανεπιστημιακό άσυλο, εισέβαλε στο Ίδρυμα και συνέλαβε 11
φοιτητές, τους οποίους παρέπεμψε σε δίκη, ενώ τις αμέσως επόμενες δύο ημέρες 88
φοιτητές έλαβαν φύλλο πορείας για να παρουσιαστούν στο στρατό.
Ως αντίδραση, στις 21 Φεβρουαρίου, μεγάλος αριθμός φοιτητών
κατέλαβε το κτήριο της Νομικής Αθηνών από την ταράτσα του οποίου καλούσε τον
λαό της Αθήνας να συμπαρασταθεί στον αγώνα για δημοκρατικές ελευθερίες,
δηλώνοντας: «Εμείς οι φοιτηταί των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ορκιζόμαστε
στ' όνομα της ελευθερίας να αγωνισθούμε μέχρι τέλους για την κατοχύρωση: α) των
ακαδημαϊκών ελευθεριών, β) του πανεπιστημιακού ασύλου, γ) της ανακλήσεως όλων
των καταπιεστικών νόμων και διαταγμάτων».
Υπήρξαν δε συγκρούσεις με την αστυνομία και παρακρατικούς, με αποτέλεσμα
τραυματισμούς και συλλήψεις διαδηλωτών.
Μπροστά σ’ αυτά τα γεγονότα και πιστός στις ιδέες του για
ακόμη μία φορά, ο Γιώργος Χιονίδης δημοσίευσε ένα συγκλονιστικό όσο και τολμηρό
άρθρο, τη Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 1973, στην εφημερίδα “O Φρουρός
της Ημαθίας” δηλώνοντας ανοιχτά τη συμπαράστασή του στον αγώνα των φοιτητών για
κατάκτηση δημοκρατικών ελευθεριών, αποσπάσματα του οποίου σας παραθέτω:
«(…) Μας είχε απελπίσει η πλανεμένη σκέψη ότι και η νεολαία μας είχε συνταυτισθεί με τους «καλοπερασάκηδες» ενήλικους. Τα ανόητα πολλά μακριά μαλλιά, τα παρδαλά πουκάμισα, η ποδοσφαιρομανία και η περίτεχνα ατημέλητη εμφάνισή της μας γέμιζαν την ψυχή άφατη απογοήτευση για το μέλλον του άτυχου τόπου μας.
Μα ήρθαν τα τελευταία γεγονότα, η θαρραλέα στάση της
πλειοψηφίας του φοιτητικού κόσμου για να γκρεμίσουν τα όνειρα των “κρατούντων”
και τους φόβους τούς δικούς μας, γιατί οι νέοι μας απέδειξαν ότι, κάτω από τα
ξενόγουστα ρούχα τους, κρύβουν ελληνικότατη λεβεντιά. 'Εκείνο λοιπόν που δεν
έκαμαν οι συμφεροντολόγοι καθηγητές τους (πού δέχτηκαν π.χ. να κυβερνώνται από
ανίδεους απόστρατους αξιωματικούς) το ανέλαβαν οι φοιτητές μας…
Στο ελπιδοφόρο τούτο κίνημα των φοιτητών βλέπουμε ότι η ελληνική ψυχή δεν
νεκρώθηκε μα ξαναγεννημένη σαν τον Φοίνικα, που στρατεύθηκε κι αυτός, εδώ και
έξι χρόνια, σαν σύμβολο ετοιμάζεται για νέους αγώνες…
Απ' αυτή λοιπόν την μικρή γωνιά μας, ζώντας σε επαρχιακή
πόλη, όπου ο συμβιβασμός, η ανοχή και το συμφέρον φαίνονται ή είναι πιο χτυπητά
γεγονότα, όπου τα σινικά τείχη
της απομόνωσης υψώνονται υψηλότερα, ανταποδίδουμε στον φοιτητικό κόσμο (που μας
έκανε εμβόλιο αισιοδοξίας) ολόθερμο, αγωνιστικό χαιρετισμό, με την ελπίδα ότι η
γενναία και ελπιδοφόρα συμπεριφορά του θα συνεχιστεί αμείωτη, με σοβαρότητα,
σύνεση και σωφροσύνη (χωρίς πράξεις βίας ή αντιβίας, χωρίς απερίσκεπτες
ακρότητες, όπως ταιριάζει σε αληθινούς
αγωνιστές, που επιδιώκουν
πραγματικά εθνικούς και υπερκομματικούς σκοπούς) μέχρις ότου “…γίνει ξαστεριά”,
για την τάξη τους και για ολόκληρο τον δύστυχο τούτον τόπο...»
Ευνόητες συνέπειες των διατυπώσεών του: πέραν των
επικριτικών δημοσιευμάτων που δέχτηκε από αρθρογράφους-υπερασπιστές της
δικτατορίας, έγινε πολλές φορές δέκτης οργής και απειλών τόσο από το Τμήμα
Ασφαλείας Βέροιας όσο και από το Β’ Σ.Σ. , υπέστη κατ’ επανάληψη τη διαδικασία
των προκαταρκτικών ανακρίσεων από την Εισαγγελία Βέροιας και… ετοιμάστηκε (προς ενέργεια όποτε
κριθεί…) ο φάκελος εκτοπισμού του.
Παρόλα αυτά δεν κάμφθηκε και συνέχισε να διατυπώνει δημόσια
με αμείωτο θάρρος τις απόψεις του:
«Για μια φορά ακόμη θα το γράψουμε: Είναι καιρός πια να
σοβαρευτούμε. Να παύσουμε πλέον να υποτιμάμε τον λαό, υπερεκτιμώντας την
προσωρινή ή την προσμονή της καταλήψεως και της διανομής της εξουσίας… …Ο Έλληνας –είπαν– είναι “πολιτικά
ανώριμος” αλλά πώς είναι δυνατό να ωριμάσει όταν άλλοι ορίζουν “ερήμην του” την
τύχη του…» Ο Φρουρός της Ημαθίας Αρ. Φ.
923/ 24-9-1973