Του ιερέως
Παναγιώτου
Σ. Χαλκιά
Συχνά, φίλοι αναγνώστες, ακούμε να γίνεται λόγος για τις παραδόσεις μας και για την ανάγκη να μείνουμε πιστοί σ’ αυτές. Τέτοια λόγια ακούμε σε πανηγυρικούς, σε δεξιώσεις, σε λαογραφικές συγκεντρώσεις, σε κηρύγματα.
Οι πνευματικές και πολιτικές αρχές του τόπου μας, δεν αφήνουν ευκαιρία που να μην επικαλεσθούν, ιδιαίτερα για το φρονηματισμό των νέων μας, τις θρησκευτικές και εθνικές μας παραδόσεις. Τις πιο πολλές φορές, όμως, ο τρόπος αυτός αγγίζει τα όρια της καπηλείας, όταν αυτοί που κάνουν τις όμορφες αυτές διακηρύξεις, σπάνια προσπαθούν να προσφερθούν ως υποδείγματα συνέπειας και ως πρόσωπα που σέβονται και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο τους, τις παραδόσεις της θρησκείας και της πατρίδας μας. Έτσι, τα ωραία τους λόγια πέφτουν, συνήθως στο κενό και αφήνουν μόνο εφήμερες εντυπώσεις καλλιέπειας. Οι νέοι μας, μένουν αδιάφοροι και μη γνωρίζοντας τι είναι η παράδοση, πέφτουν σε τρόπους ζωής αντιπαραδοσιακούς.
Ακόμα, γίνεται και ένα άλλο σοβαρό λάθος. Δεν έχουμε καταλάβει, οι περισσότεροι, ακόμη τι είναι αυτό που λέμε παράδοση. Δεν μας το εξήγησαν και μας άφησαν ο καθένας μας να διαμορφώσει γι’ αυτήν μια προσωπική του άποψη.
Συνήθως, έχουμε την εντύπωση πως η Παράδοση είναι στενά δεμένη με το παρελθόν, είναι δηλαδή κάτι το παλιό, το σκουριασμένο, το «ντεμοντέ».
Έτσι, οι νέοι μας κυρίως, αρέσκονται να φέρονται, να ντύνονται, να μιλάνε και να σκέπτονται μοντέρνα. Νιώθουν κάτι να τους απωθεί από την Παράδοση, μια και θα κινδύνευαν να χαρακτηρισθούν καθυστερημένοι, αν έδειχναν πως τη συμπαθούν.
Η αντίληψη αυτή είναι λανθασμένη πέρα για πέρα. Γιατί τα στοιχεία της Παράδοσης, που είναι μια αλυσίδα που αρχίζει από το παρελθόν, φθάνουν μέχρι σήμερα στην εποχή μας, ανανεωμένα, με νέες μορφές, με νέες προοπτικές και μπορούν να προσαρμοσθούν στις σημερινές συνθήκες.
Ένας διάσημος σύγχρονος Γάλλος θεολόγος και κληρικός, λέει: «Είμαι ένας άνθρωπος της Παράδοσης, μέσα στην αλλαγή. Η Παράδοση είναι εντελώς άλλο πράγμα από μια μηχανική και επαναληπτική κατάφαση του παρελθόντος. Είναι η ενεργητική παρουσία μιας αρχής σ’ όλο το μάκρος της ιστορίας της».
Αυτό σημαίνει πως στην Παράδοση δεν έχουμε το στατικό στοιχείο που ευνοεί την μουμιοποίηση. Αντίθετα, έχουμε το δυναμικό στοιχείο, που παίρνοντας το υλικό από το παρελθόν, έχει τη δύναμη να κτίζει νέους οικισμούς, νέες μορφές, που βοηθάνε το σύγχρονο άνθρωπο στην επιβίωσή του. Αυτό, ακόμα, σημαίνει πως οι θρησκευτικές και εθνικές μας παραδόσεις είναι ζωντανές, δεν είναι νεκρές. Δεν ζητάμε να αναθέσουμε στους νέους μας το ρόλο του νεκροθάφτη. Ζητάμε να γίνουν οι φορείς αυτής της ζωντανής Παράδοσης, που μεταφέρεται μέσα στους αιώνες ως πολύτιμο κεφάλαιο αυτοσυνειδησίας μέσα στο χώρο και στο χρόνο. Λαοί που δεν έχουν Παράδοση, δεν έχουν ζωή. Είναι καταδικασμένοι σε μαρασμό και θάνατο.
Οι αρχαίοι Έλληνες μας δίδαξαν την προσήλωσή τους στις παραδόσεις, ιδίως τις θρησκευτικές. Είναι γνωστό ότι η αρχαία πόλη, δηλαδή η δημοκρατία, ήταν θεμελιωμένη πάνω στις μορφές των Θεών. Και όταν μια πόλη ίδρυε μία άλλη θυγατέρα της, τα ιερά ήταν τα βάθρα πάνω στα οποία θεμελιωνόταν η νέα πολιτεία. Γιατί ο πολιτικός βίος ήταν συγχρόνως και έκφραση λατρείας του πολίτη προς τους Θεούς.
Η αντίληψη αυτή με παραλλαγές βρίσκεται σ’ όλο το διάβα του ιστορικού μας βίου και φθάνει μέχρι τις μέρες μας, σαν ένα μήνυμα για όσους ενδιαφέρονται για την επιβίωσή μας. Ας λένε μερικοί πως θα σωθούν με την τεχνολογία και τις ανέσεις τους πολιτισμού. Μια βαθιά κρίση που μαστίζει σήμερα τον πολιτισμό μας αυτόν, είναι ενδεικτική της αστοχίας τους. Και αν έγκαιρα δεν αλλάξουμε πορεία η καταστροφή είναι κοντά. Μόνο αν ο άνθρωπος καταλάβει το λάθος του και επιστρέψει στις παραδοσιακές μορφές ζωής του, θα μπορέσει να εξασφαλίσει την ευτυχία του.
Ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες έχουμε κεφάλαιο μεγάλο στη διάθεσή μας από τον υπέροχο πλούτο της Παράδοσής μας και που το αγνοούμε σ’ όλες του τις πλευρές.
Στοιχεία θρησκευτικά, λαογραφικά, τεχνολογικά, αρχιτεκτονικά, συνεταιριστικά και άλλα, συνιστούν σ’ όλο το πλάτος και το μήκος και βάθος την έννοια της Παράδοσής μας, που σαν τα μάθουμε θα εκπλαγούμε για την πληρότητά τους και για τη δυνατότητά τους να μας προσφέρουν ό,τι αληθινά έχουμε ανάγκη, για να ζήσουμε σαν άνθρωποι μέσα στις σύγχρονες Βαβυλώνες των πόλεών μας.