Ύστερα από δέκα χρόνια
οικονομικής κρίσης και εν μέσω μιας Πανδημίας, η οποία με μεγάλη ακρίβεια
οδηγεί σε ένα νέο υφεσιακό κύκλο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα
τόσο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων όσο και των νοικοκυριών να
ανταποκριθούν στις βασικές τους υποχρεώσεις, πολλώ δε μάλλον στις δανειακές, η
Κυβέρνηση της ΝΔ επέλεξε να φέρει στη Βουλή έναν Πτωχευτικό Κώδικα, που στερεί
από όσους έχουν βρεθεί σε αδυναμία να αποπληρώνουν τα χρέη τους, κάθε
δυνατότητα να σταθούν ξανά στα πόδια τους.
Σήμερα ακόμα και
διεθνείς οργανισμοί - φανατικοί υποστηρικτές των πολιτικών λιτότητας και του
δόγματος της “εσωτερικής υποτίμησης” της περιόδου 2008-2015 - κάνουν λόγο για
δραματική επιδείνωση των όρων διαβίωσης των φτωχότερων στρωμάτων, με τα
στοιχεία για το 2019 να το επιβεβαιώνουν και για τη χώρα μας. Η ελληνική
οικονομία το 2019 βρισκόταν στο 80% του ΑΕΠ του 2008. Το 2020 αναμένεται να
συρρικνωθεί περαιτέρω κατά 8,2%, ενώ οι προβλέψεις για απότομη ανάκαμψη το 2021
δεν θα μπορούσαν παρά να χαρακτηριστούν ως ουτοπικές, δεδομένης της Πανδημίας
και των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία. Σε αυτό το περιβάλλον απότομης
επιδείνωσης και δεδομένων των αναιμικών πολιτικών της Κυβέρνησης για την
αντιμετώπιση των επιπτώσεων της Πανδημίας στην πραγματική οικονομία, με την
ανεργία να εκτινάσσεται (αύξηση κατά 12,83% τον εφετινό Σεπτέμβριο), τους μισθούς
να καταρρέουν,
το εισόδημα των νοικοκυριών και την κατανάλωση να συρρικνώνεται, τον τζίρο των
ΜμΕ να έχει μειωθεί στο μισό, η Κυβέρνηση επιλέγει να φέρει προς ψήφιση στη
Βουλή ένα από τα πλέον αντικοινωνικά σχέδια νόμου, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα
του ιδιωτικού χρέους ως πρόβλημα “στρατηγικών κακοπληρωτών” και όχι ως πρόβλημα
“οφειλετών που έχουν βρεθεί σε αντικειμενική δυσκολία να ανταποκριθούν στις
υποχρεώσεις τους”.
Παρά τις περί του
αντιθέτου διαβεβαιώσεις από πλευράς της, η λογική αυτή αποτυπώνεται και στα
τρία κρίσιμα τμήματα του νομοσχεδίου: Στην
πτώχευση, στο ζήτημα της πρώτης κατοικίας, στον εξωδικαστικό και τη διαδικασία
εξυγίανσης. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά καθιερώνεται στο νομικό μας
σύστημα η πτώχευση όχι μόνο όσων έχουν εμπορική δραστηριότητα, αλλά και των
ιδιωτών. Στο νόμο θα μπορούν να υπαχθούν πλέον νοικοκυριά, συνταξιούχοι ακόμα
και άνεργοι. Διευρύνεται η αντικειμενική προϋπόθεση της πτώχευσης,
ο οφειλέτης κινδυνεύει με ρευστοποίηση του συνόλου της περιουσίας του
(συμπεριλαμβανομένης της πρώτης κατοικίας του), ενώ εξακολουθεί ακόμα και μετά
την πτώχευση να θεωρείται υπόχρεος με
όσα πρόκειται να αποκτήσει στο μέλλον, στο βαθμό που αυτά υπερβαίνουν τις
“εύλογες” δαπάνες διαβίωσής του, οι οποίες ορίζονται περίπου στα 611 ευρώ το
μήνα. Με τον τρόπο αυτό καταργείται εμμέσως και το ακατάσχετο των 1.250 ευρώ.
Καμία προστασία πρώτης κατοικίας
Η “προστασία” για την πρώτη
κατοικία περιορίζεται πια μόνο σε όσους χαρακτηρίζονται ως “ευάλωτοι”.
Πρόκειται για τους έχοντες εισόδημα που δεν ξεπερνά τα 7.000 ευρώ το χρόνο, ενώ
εξαιρούνται όσοι ασκούν επιχειρηματική
δραστηριότητα κατά την έννοια του ν. 4172/2013. Σε αυτή την περίπτωση δεν
προβλέπεται καμία προστασία. Ακόμα όμως
και ο χαρακτηρισμένος ως “ευάλωτος” οφειλέτης κινδυνεύει με απώλεια της πρώτης
κατοικίας του. Η μόνη δυνατότητα που του παρέχεται, εφόσον συμφωνήσει να
συμπεριληφθεί η πρώτη κατοικία του στην πτωχευτική περιουσία, να γίνει για 12
χρόνια ενοικιαστής στο σπίτι του. Εάν καταφέρει να το σώσει ως τότε (μη
καταβολή ενοικίων τριών μηνών οδηγεί σε ρευστοποίηση) θα κληθεί να το
επαναγοράσει στην τότε εμπορική του αξία, χωρίς ωστόσο να συμψηφίζονται τα
ενοίκια ή οι δόσεις του δανείου που κατέβαλε έως ότου αυτό “κοκκινίσει” και
συνεπώς το πιθανότερο είναι ότι τελικά θα το χάσει.
Οι ρυθμίσεις αυτές
-και άλλες δεκάδες- καταδεικνύουν με σαφήνεια ότι αυτό το νομοσχέδιο, όχι απλώς
δεν συνιστά “δεύτερη ευκαιρία” για τους οφειλέτες, αλλά αποτελεί το αποτύπωμα
της πιο σκληρής και ακραίας προσέγγισης μιας πραγματικότητας με θύματα
εκατομμύρια δανειολήπτες, νομικά και φυσικά πρόσωπα. Τέτοιου είδους ρυθμίσεις
ξεπερνούν κατά πολύ ακόμα και τα όσα το ΔΝΤ τόλμησε ποτέ να προτείνει. Η ψήφιση
και εφαρμογή του είναι βέβαιο ότι τα οδηγήσουν στην εξαθλίωση των πολλών, στην
“πολυπόθητη”, με βάση την Έκθεση Πισσαρίδη, “εκκαθάριση” των ΜμΕ (σύμφωνα με
τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το νέο καθεστώς fast track πτωχευτικών
διαδικασιών αφορά, βάσει τζίρου, το 81% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων!), καθώς και στη δημιουργία όρων για ένα νέο
καθεστώς συσσώρευσης της ελληνικής οικονομίας, με δραματικές και αλυσιδωτές
συνέπειες για τη ζωή και την καθημερινότητα της μεγάλης πλειονότητας της
ελληνικής κοινωνίας.
Τάνια Καραγιάννη
Αναπληρώτρια Εκπροσώπου Τύπου ΣΥΡΙΖΑ –
Προοδευτική Συμμαχία