Αν και χειμώνας, κατάπιε τα δύο τρίτα του χρόνου του με θερμοκρασίες από +20 έως +28 και τα ακρογιάλια γεμάτα λουόμενους. Μεγάλο το ρουσφέτι του Γιαραμπή προς τη φτωχολογιά, να μη βάλει το χέρι στην τσέπη για προμήθειες καυσίμων. Οι καμινάδες των τζακίων κι από τα καλοριφέρια παρά πόδα. Ένα μόνο δεκαήμερο θυμήθηκε ο καιρός τη χειμωνιάτικη ιδιότητα και απεφάσισε να φορέσει το άσπρο νυφικό φουστάνι στη Ντούρλια, με λίγο πασπαλητό χιόνι - της γάτας όπως θα έλεγον οι παλαιότεροι ημών.
Δευτεριάτικα ανοίγω το παντζούρι για να δω με τι καιρό ξημερώσαμε. Βαρύς και από παντού κλειστός ο καιρός, με ψιλή βροχή να πέφτει αθόρυβα. Το θερμόμετρο ματα βια έδειχνε +4. Η συμβία μου ανόρεχτη για έξοδο, μου παραδίδει έναν τεσκερέ ολίγων ωνίων, από τη μαρκέτα.
Κατά την δεκάτην πρωινήν ντύνομαι χειμωνιάτικα, ζώνω τον λαιμοδέτη σφιχτά, φοράω το εκ Φιρέντζε κασκέτο, παίρνω το παρασόλι στο ένα χέρι και στο άλλο το μπαστούνι και τραβώ προς δημαρχίας - ένθα και η πιο κοντινή μαρκέτα. Ανηφορίζοντας την Ζαφειράκη ρίχνω μια πιλαλητή ματιά στα στέκια Σούλα και Τουκάν, μπας και βρω κανέναν φίλο να πιω το εσπρεσάκι μου και να χασομερήσω λίγο. Όπως φαίνεται, λόγω του καιρού, τους φίλους μου τους πλάκωσε η βελέντζα. Άνευ άλλης χρονοτριβής φτάνω στο σταυροδρόμι. Αφήνοντας τη γωνιακή καφετέρια, πεζοδρόμιο - πεζοδρόμιο πλησιάζω στη μαρκέτα. Κοιτάζω από τα θαμπά τζάμια του καταστήματος, βλέπω τον σύντροφο τον Τάση έχων μπροστά του ένα καρότσι με κούκο - προς ταμειακήν τακτοποίησιν.
Ο σύντροφος, αυτή η ζωντανή καρδιά και η ακατέργαστη ψυχή. Με παίρνει χαμπάρι και με τα ζαρωμένα, ξανθά, αγκαθωτά φρύδια κάνει νόημα να εισέλθω εις το κατάστημα - όπερ και εγένετο. Ανταλλάσσουμε μίαν εγκάρδια καλημέρα, του λέγω πως έχω να κάνω λίγα ψιλούρια ψώνια και να με περιμένει δίπλα από το ταμείο. Τον βρίσκω φουσκωμένο και αρκετά ανταριασμένο μετά την λήψη του τεσκερέ του λογαριασμού.
- Ιδιότροπε αυτό το καρότσι για το βδομαδιάτικο, ή αν θες και δεκαπενθήμερο, με πήρε από την τσέπη το μισό μηνιάτικο κι όλα αυτά για δυο ψυχές - εμού και της συμβίας μου Ευτέρπης. Και άιντε τώρα να ζήσεις με τα υπόλοιπα, με αναμονή χαρατσίων νερού - Δ.Ε.Η. - φόρων παντός τύπου, ήτοι σπιτιών - οικοπέδων - καλυβίων και μπαξέδων. Δύσκολα χρόνια μας έρχονται ιδιότροπε. Κιούτεψα, αν και δεν είμαι από αυτούς που το βάζουν κάτω.
Νευρικά αρπάζει τις τσάντες, μου κάνει νόημα να ανοίξω την πόρτα και ομού τραβούμε προς το σπίτι του λαού -στο ρολόγι- ένθα έχει ρεμιζάρει το φορτηγάκι του το Ντάτσουν. Τοποθετεί τα ψώνια στην καρότσα, τα δένει καλά κάτω από το στέγαστρο, ανοίγει την πόρτα του συνοδηγού και με προστάζει να μπω μέσα.
Πώς να αρνηθώ αυτό το κάλεσμα αφού έχω να τον ανταμώσω από την ημέρα που γράψαμε στα Μακεδονικά Νέα το τελευταίο κείμενο για τα χαλάζια... Πριν στρίψει τη μίζα και βάλει μπρος με ρωτάει αν έχω καιρό για μερικές ρακές, του απαντώ πως είμαι στη διάθεσή του για όση ώρα θέλει αρκεί όταν τελειώσουμε να με πάει στο σπίτι. Ύστερα από αυτήν την απάντηση τον βλέπω να τραβάει για Βαγγελίστρα, να αφήσει τα ψώνια στο σπίτι του. Και από κει -μέσω Γκουσόγκλαβου και Λαζαράσκας- φτάνουμε στον Άγιο και στο στέκι Γεράνια, του φίλου μας του Γιάγκου.
Διασχίζουμε τη μεγάλη αίθουσα και αράζουμε στο στρογγυλό τραπέζι, καρσί από το τζάκι. Ένα τζάκι φτιαγμένο με μεράκι, έχων ανερτημένα στα δεξιά τον νόνη τον Άκη, με το ελέκι και το πισκερένιο πουκάμισο, στα αριστερά ένα κάδρο του Σκούπερ - του Βαν Γκονγκ της Νάουσας. Το τζάκι στα χάι του, αναμμένο με ρίζες κερασιάς και μηλιάς. Καθόμαστε καρσί, για να απολαύσουμε αυτήν την ζεστή και μοναδική εικόνα.
Δένει άριστα με την ψυχρή και διαρκή βροχή, που οι κλωστές της υφαίνουν τον ορίζοντα μέχρι να πέσουν στη λίμνη -την Αράπιτσα- και ξεπλένει τα χρυσοκίτρινα, πεσμένα, φύλλα των πλατάνων. Οι νότες από το κατρακύλισμα του νερού των ποταμών φτάνουν μέχρι μέσα, έντονες και ποικίλες, αόρατη συμφωνία, φοβερή σύνθεση, τυχεροί γιατί ήμαστε οι μοναδικοί που απολαμβάνουμε αυτό το μεγαλείο.
Προς στιγμήν βλέπω τον σύντροφο Τάση, να βγάζει από τις τσέπες του καφέ άνορακ όλον τον τοπικό τύπο, να τον απλώνει στο τραπέζι με όλα τα νέα. Με το χιούμορ που τον διακρίνει μου λέει:
- Άσε κατά μέρους τα χαλάζια, τον ΕΛΓΑ και τον υπουργό Γεωργίας Καφτάνη και διάβασε τι την περιμένει τη δόλια Νιάουστά μας από τους μνηστήρες που μας εμφανίζονται ότι -τάχα- θέλουν να την υπηρετήσουν. Η καλοκαιρία δεν ανακάτωσε μόνο τα μπαξέδια μας με την αλλαγή κλίματος, ώστε να γεμώσουν πρασινάδες και τσουκνίδες ένα γόνα, που ακόμα και τα σαλιάκια καρκαλώθηκαν αντί να πέσουν σε χειμερία νάρκη. Οι αρκούδες στο Νυμφαίο και στη Βάλια- Κάλντα ακόμα σεργιανούν. Και το σπουδαιότερο -και ανησυχητικό- μπέρδεψαν και την κοινωνία μας με τους μνηστήρες της Πηνελόπης, προκειμένου να καμακώσουν την εξουσία του Δήμου, ενόψει δημοτικών εκλογών τον Μάη του 2014.
Προς επίρρωσιν τούτων, ανοίγει την πρώτη εφημερίδα -στην τρίτη σελίδα- ένθα είναι καταχωρημένο το πρώτο πολιτικό ρεπορτάζ με τίτλο «Βολιδοσκοπήσεις, Ζυμώσεις και Επαναδραστηριοποιήσεις, ενόψει εκλογών του Μάη 2014».
- Ιδιότροπε τσιμούριασα από την πρώτη ματιά που έριξα, όταν διάβασα ότι ο νυν δήμαρχος Τάσκας -παρόλο που είναι πικραμένος- θα κατέλθει, για τέταρτη φορά, να συνεχίσει το έργο του. Γιαζέγκ, τι θράσος, τι συμφορά και τι κατάρα σε αυτήν την έρμη την πόλη -μετά το 1974- να κυβερνιέται από μια σαλονάτη κεντροαριστερά οχτώ τετραετίες, πλην δύο -αθορύβων και παραγωγικών τετραετιών- του Γιώργου και του Γρηγόρη. Μια αριστερά που δεν ήτο ικανή να πάει στο γειτονικό μπακάλικο να πάρει αλεύρι, λίγδα και ούρδα, για να κάνει μια πίτα και να τη μοιράσει στους δημότες της. Όμως ικανή μόνο να καμακώνει έτοιμες πίτες και να τις μοιράζει επιλεκτικά. Τι να πρωτοθυμηθώ, ιδιότροπε, από τα των ημερών της κεντροαριστεράς - και δει των ημερών του δημάρχου Τάσκα:
1) Που δεν κλώθει ούτε ένα αδράχτι, σε πόλη που την είχαν βαφτίσει Μάντσετσερ των Βαλκανίων -με 5.000 βιομηχανικούς εργάτες- και που, χάρη στις συντάξεις αυτών, αναπνέει ακόμα η πόλη.
2) Το κλείσιμο των τεχνικών σχολών που, με αίμα και γενική επίταξη, έστησε ο αείμνηστος Φιλώτας.
3) Προσφάτως έκλεισε η Σχολή Χωροφυλάκων.
4) Έκλεισε το Πανεπιστήμιο στον Λόγγο.
5) Λουκετάρισαν την εφορία και το αγορανομείο.
6) Το νοσοκομείο πνέει τα λοίσθια
7) Στο ΙΚΑ φοβάσαι να κυκλοφορήσεις, δεν βρίσκεις ούτε έναν ασθενή για να γράψει τα φάρμακά του.
8) τα χρέη του Δήμου 3.000.000 ευρώ, χωρίς τα ανοίγματα των διαχειρίσεων της ΔΕΤ - ΔΕΤΑΒ - ΔΗΠΟΝ - ΔΗΚΕΝΑ και τον πολιτισμό (σε όλες θα μπουν λουκέτο με τον νέο νόμο περί αυτοδιοικήσεως).
Τάσκα πήρες χαμπάρι πως αυτήν την πόλη, που τη ζήλευε το πανελλήνιο - με τα φουγάρα των βιομηχανιών να καπνίζουν, τις διάσπαρτες βιοτεχνίες να σφύζουν από δουλειές και τον πολιτισμό της, την κατήντησες πόλη γερόντων και συνταξιούχων. Την κατήντησες χωριό, όπως το Πλαστίντσκοβο (Κρύα Βρύση) το Βέρτι-κοπ (Σκύδρα), για να μην είπω και Τσουτσουγκούς.
Ιδιότροπε, ύστερα από αυτά τα παραπάνω που σε κατέγραψα, μία είναι η λύση. Ο Τάσκας, ο νυν δήμαρχος, να βγάλει τον λαιμό του και να πάει σπίτι του.
Ντούρι Τάσκα, ψάξε να βρεις στα συρτάρια τα -σκουριασμένα- κλειδιά του γραφείου σου, να αφήσεις την πόλη ήσυχη μήπως και καταφέρει να βρει τον βηματισμό της.
Με τους άλλους μνηστήρες δεν θα ασχοληθώ πολύ, διότι δεν ήσκησαν εξουσία και λίγες είναι οι ευθύνες τους. Με την κάθοδο της Λ.Α.Σ., σεβόμενος τις σταθερές αρχές που απορρέουν από την κοσμοθεωρία τους -να συσπειρώσουν τις μάζες για κοινωνικούς αγώνες- θα τους ευχηθώ εκ βάθους καρδίας καλήν επιτυχία. Την Ίλια, τον ΣΥΡΙΖΑ -που ψάχνει αντιμνημονιακό υποψήφιο (Μαράδατο)- τον Γιώργο, τον Αντώνη, τον άγνωστο των διαμερισμάτων, τον Κώστα -που έχει μυαλό και τους αποφεύγει σαν το διάβολο με το θυμιάμα- θα τους συνιστούσα να λάβουν υπόψη τους:
α) Πριν καταρτίσουν τα ψηφοδέλτια, 50 υποψηφίους έκαστος, να παν πρώτα στο Λάππειο Γυμνάσιο, να ζητήσουν τους αποφοίτους μετά το 1950, μπας και καταφέρουν και καλύψουν τις ανάγκες τους.
β) Επίσης, μια και αποφάσισαν να φορέσουν μακριά παντελόνια εξουσίας, να προσέξουν τα δρασκέλια που θα κάνουν να ανέβουν τις σκάλες του παλατιού της Πηνελόπης (δημαρχείου), να είναι μικρά και συνετά - για να μην κοπούν τα ποδονάρια και τρουκουλιστούν.
Φίλε Βασίλη, δεκτή η επιθυμία σου και μοναδική να πιάσεις μια θέση στο παλάτι της Πηνελόπης. Τι την ήθελες τη δήλωση ότι, χάριν αυτής, απέπεμψες κεντρική θέση περιφερειάρχη όλων των Εφτανήσων.
- Σύντροφε Τάση, άκουσα και θαύμασα όλη τη σκιαγράφηση των -μέχρι τούδε- γεγονότων. Θα σε παρακαλέσω να βάλεις μία άνω τελεία και να δείξεις προσοχή σε αυτά που θα καταγράψω παρακάτω. Θεμιτές και καλοδεχούμενες όλες οι φιλοδοξίες, για προσφορά στα κοινά. Αυτές εξάλλου απορρέουν από τη θεσμική δομή της δημοκρατίας και από τους μεγάλους δασκάλους της αρχαιότητας. Ο Πλάτων μας νουθετεί, ευχής έργο θα ήτο αν οι περισσότεροι πολίτες ασκούσαν καθήκοντα στην εκκλησία του δήμου - για να νομοθετούν νόμους αλλά και να τους σέβονται. Ο Αριστοτέλης μας ορίζει ότι αυτοί που συμμετέχουν στα κοινά δικαιούνται να πατούν την πατρώα γη δυο φορές παραπάνω, καθότι διά της συμμετοχής τους δεν επιλύουν μόνο τα ατομικά τους προβλήματα αλλά και του κοινωνικού συνόλου. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα, σύντροφε Τάση, με τον δήμο μας να τελεί εν χρεοκοπία και τον Τάσκα περί άλλα να τυρβάζει φοβούμαι μήπως οδηγηθούμε στην έσχατη λύση. Δηλαδή ο νυν δήμαρχος Τάσκας να καλέσει σε συμβούλιο την πλειοψηφία και να συντάξει πρωτόκολλο χρεοκοπίας, όπως η ΑΕΚ και άλλα χρεοκοπημένα σωματεία, να το παραδώσει στο πρωτοδικείο με την παράκληση να διορίσει συμβούλιο δικαστικό, μπας και ξεβρομίσει αυτό το κεντρικό γκιρίζι που λέγεται δημαρχείο.
- Ιδιότροπε δεν αντιλέγω, μπορεί και αυτό να αποτελεί κάποια λύση, εξάλλου αυτήν τη λύση του πρωτοδικείου την έκανε χρήση η πόλη μας τα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου πολέμου - που κανείς δεν ετόλμα τότε να πιει από αυτό το ποτήρι της εξουσίας.
ο Ιδιότροπος