Όταν άρχισε να μιλά η μνήμη για το δίκιο της
περνούσαν τα κάρα με τα ξανθά άλογα
που φορτωμένα χ ρ ώ μ α τ α
τ` άπλωναν στις πεδιάδες
που πραστατεύονταν από την Αγάπη της Θεοτόκου.
Ύστερα όλοι ρωτούσαν…
τι νάγιναν η Αντιόχεια, οι Συρακούσες , η Αλεξάνδρεια,
αν συνέχιζαν να περνούν από μπροστά τους οι Αιώνες
κι` αν συνέχιζαν να τρέχουν προς το Μέλλον;
Αιγύπτιοι, Σαρακατσάνοι, Χιλιανοί
παλιές βαλκανικές μπάντες, ακροβάτες Ιταλιάνοι,
Ισπανοί Ταυρομάχοι, Πρόσκοποι, Ρώσσοι του Λένιν,
βαγόνια προς τις άκρες των καιρών,
πάνε δίπλα στην
Εντίθ Πιάφ με το….Non je ne regrette rien…
Φύγανε οι μήνες με το οξύ γαλάζιο πέτρωμα,
ήρθαν αυτοί που χάθηκαν μεσ` τις ροδιές
αυτοί που φύλαξαν τα μυστικά τους
στους αμφορείς
κι` έπειτα
μια βδομάδα βύσσινο και μια λεμόνι
στο εγκαταλελειμμένο σπίτι με τους φοίνικες
που ήταν Πρεσβεία των αναλφάβητων.
Έλεγα να σου γράψω
μα όλο φοβάμαι τα ταχυδρομεία.
Κι` αν θες όλη την
Αλήθεια,
θυμάμαι,
θυμάμαι που σε ΞΕΧΑΣΑ….
Γιάννης Ναζλίδης
10 Οκτωβρίου 2020