Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τον θάνατο του Ορέστη Σιδηρόπουλου, μεταφέρω ένα περιστατικό που έζησα στο Ιατρείο του , στις αρχές του 1993.
Η είσοδος στο Ιατρείο μισάνοιχτη, στην αίθουσα αναμονής κανείς, η πόρτα του χώρου εξέτασης κλειστή. Όταν ανοίγει, βγαίνει μια γιαγιά από αυτές τις γλυκιές σκιές των χωριών, με τα μαύρα φτωχικά ρούχα και το τσεμπέρι. Ο γιατρός της λέει να κλείσει το πορτοφόλι της και πριν φύγει για το χωριό, να περάσει από το super market Τερτιβανίδη, για να πάρει κάτι. Ακόμα θυμάμαι τα λόγια του ακριβώς: « Δεν χρειάζεται να μου δώσεις χρήματα. Να πας στον Τερτιβανίδη τώρα. Θα σου δώσουν μερικά πράγματα». Φεύγοντας η γιαγιά, ο γιατρός πού δεν έχει αντιληφθεί την παρουσία μου, τηλεφωνεί στο κατάστημα και δίνει οδηγίες: «Θα έρθει μια γιαγιά από μένα. Βάλε μια σακούλα με ρύζι, μακαρόνια, καφέ, ζάχαρη, αλεύρι, φακές κλπ και δώστε την». Όταν ανέφερα το περιστατικό στον πατέρα μου, μου είπε εντελώς φυσικά: ‘»Αυτός είναι ο Ορέστης. Τώρα το έμαθες;» Ναι πράγματι, τότε...