Φορτισμένη συναισθηματικά, ήταν η χθεσινή αποχαιρετιστήρια ενημέρωση για τον κορονοϊό από τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας Νίκο Χαρδαλιά και τον καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα, μετά από 72 ημέρες σχεδόν καθημερινής παρουσίας τους, στις 6.00 μ.μ. «Δεν υπάρχει ανάγκη να είμαστε κάθε απόγευμα εδώ, όπως έγινε όλη αυτή την περίοδο. Αν μας ξαναδείτε να κάνουμε ξανά καθημερινά ενημέρωση με τον κ. Τσιόδρα, αυτό θα σημαίνει ότι τα πράγματα θα έχουν δυσκολέψει ξανά» ανέφερε ο κ. Χαρδαλιάς, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι δεν θα συμβεί. Και οι δύο ωστόσο, τόνισαν πως δεν έχουμε ξεμπλέξει με την πανδημία και ότι θα βρίσκεται κοντά μας για μεγάλο διάστημα ακόμα. «Ο ιός εξακολουθεί να υπάρχει. Διασπείρεται εύκολα. Όταν έχω συμπτώματα, πρέπει να ελέγχομαι, να απομονώνομαι, να παίρνω θεραπεία όταν χρειάζεται. Σαν παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, θαρρείς όλη η Γη έγινε ένα. Ζήσαμε και ζούμε δύσκολα, με εκατομμύρια ανθρώπους να περνούν τον κάβο του ιού και εκατοντάδες χιλιάδες να μην τα καταφέρνουν», είπε ο καθηγητής..
Ο κ. Τσιόδρας, εμφανώς συγκινημένος, απάντησε εμμέσως πλην σαφώς σε όσα «επικριτικά» ακούστηκαν κατά καιρούς κι έστειλε με τον προσωπικό του ήπιο τρόπο το μήνυμά του, μέσα από τους στίχους του ποιήματος του Ελύτη, «στην απλότητα βρίσκεται η ευτυχία»:
Mπορώ να γίνω ευτυχισμένος με τα πιο απλά πράγματα
και με τα πιο μικρά..
Και με τα καθημερινότητα των καθημερινών.
Μου φτάνει που οι εβδομάδες έχουν Κυριακές.
Μου φτάνει που μ' αγαπάνε τέσσερις άνθρωποι.
Πολύ...
Μου φτάνει που αγαπάω τέσσερις ανθρώπους.
Πολύ...
Που ξοδεύω τις ανάσες μου μόνο γι' αυτούς.
Που δεν φοβάμαι να θυμάμαι.
Που δε με νοιάζει να με θυμούνται.
Που μπορώ και κλαίω ακόμα.
Και που τραγουδάω... μερικές φορές...
Που υπάρχουν μουσικές που με συναρπάζουν.
Και ευωδιές που με γοητεύουν...
Χαρακτήρισε τέλος τεράστια την επιτυχία της Ελλάδας και των Ελλήνων στην αντιμετώπιση της πανδημίας, αφού βάση των μαθηματικών εκτιμήσεων είχαμε συνολικό ποσοστό κρουσμάτων κάτω από 1% του πληθυσμού. Με το καλύτερο δυνατό σενάριο, δηλαδή ένα 0,55% και χωρίς τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα, δηλαδή μια μείωση των επαφών του πληθυσμού περίπου 10%, ο αριθμός των θανάτων θα είχε μια μέση τιμή 13.685 θανάτους. Ενώ με μία μείωση των επαφών κατά 20%, θα ήταν 7.015 θάνατοι. Τα χειρότερα σενάρια δεν τα αναφέρω, γιατί έστω και αργά κάποια μέτρα θα τα παίρναμε. Τότε όμως θα ήταν αργά…»