Δυσοίωνες είναι οι προοπτικές για την ανεργία στην Ελλάδα το 2020,
ως αποτέλεσμα της κάμψης της οικονομικής δραστηριότητας που επιφέρει η πανδημία
του κοροναϊού, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Έως και στο 21,6% αναμένεται να φτάσει η ανεργία φέτος κατά το
χειρότερο σενάριο. Οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας θα καθορίσουν τη
βραχυμεσοπρόθεσμη προοπτική της οικονομίας και την πιθανότητα να βρεθεί
Το ΙΝΕ ΓΣΕΕ υπενθυμίζει ότι Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά για την
Ελλάδα ότι το ποσοστό ανεργίας θα ανέλθει στο 19,9% το 2020, ενώ το 2021 θα
είναι χαμηλότερο του 2019 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (16,8%). Παράλληλα, όπως
σημειώνει, οι προβλέψεις του ΔΝΤ για τη χώρα μας είναι πιο απαισιόδοξες, καθώς
το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 22% το 2020 για να μειωθεί σε
19% το 2021.
Τα
τρία σενάρια για την ανεργία
Οι εκτιμήσεις του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, όπως αποτυπώνονται στο 4ο Δελτίο
Οικονομικών Εξελίξεων, με τίτλο «COVID-19 και Ελληνική Οικονομία: Επιπτώσεις
και Προοπτικές», λαμβάνουν υπόψη τρία σενάρια.
Στο πρώτο σενάριο εκτιμάται ποια θα είναι η εξέλιξη του ποσοστού
ανεργίας αν το ΑΕΠ μειωθεί κατά 4% (ευνοϊκό), στο δεύτερο σενάριο κατά 7%
(ενδιάμεσο) και στο τρίτο σενάριο κατά 10% (απαισιόδοξο).
Στο ευνοϊκό σενάριο, το ποσοστό ανεργίας θα αυξηθεί κατά 2
ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας στο 19,2%, στο ενδιάμεσο σενάριο το ποσοστό
ανεργίας θα ανέλθει στο 20,3% και στο απαισιόδοξο σενάριο το ποσοστό ανεργίας
εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 21,6%.
Όπως σημειώνει ωστόσο το ΙΝΕ ΓΣΕΕ υπάρχει αβεβαιότητα για το εάν
οι επιπτώσεις της κρίσης στην αγορά εργασίας θα είναι παροδικές ή εάν θα
προκαλέσουν μόνιμες επιπτώσεις κατακερματισμού και όξυνσης των ανισοτήτων σε
βάρος των πιο ευάλωτων ομάδων.
Η χρονική διάρκεια της ύφεσης και η προοπτική εγκλωβισμού της
οικονομίας σε μια νέα φάση στασιμότητας θα καθορίσουν τις πιθανές επιπτώσεις:
α) στον όγκο της απασχόλησης και στην αύξηση της υποαπασχόλησης,
β) στους μισθούς και στο σύστημα προστασίας των εργαζομένων από
συλλογικές και κλαδικές συμβάσεις εργασίας και
γ) στις συνθήκες εργασίας των πιο ευάλωτων ομάδων εργαζομένων
χαμηλής ειδίκευσης, εκείνων που εργάζονται με μη τυπικές μορφές απασχόλησης,
των νέων και των γυναικών.
Οι περιορισμοί στο ΑΕΠ
Όπως εξηγεί το ΙΝΕ ΓΣΕΕ βασικός λόγος για τον αρνητικό αντίκτυπο
της πανδημίας στην αγορά εργασίας είναι ότι η μεγαλύτερη συγκέντρωση μισθωτών
παρουσιάζεται στον τομέα των υπηρεσιών.
Μία σημαντική μείωση της απασχόλησης στον κλάδο του εμπορίου, της
εστίασης, της παροχής καταλύματος, της αποθήκευσης και των μεταφορών δύσκολα
μπορεί να αντισταθμιστεί με αύξηση της απασχόλησης σε άλλους κλάδους της
οικονομίας, σημειώνει.
Τονίζει επίσης ότι οι πρώτες ενδείξεις την αγορά εργασίας
αναδεικνύουν την άμεση ανάγκη ρεαλιστικού σχεδιασμού, λήψης δραστικών μέτρων
και υλοποίησης αποτελεσματικών παρεμβάσεων για να περιοριστούν οι
αποσταθεροποιητικές συνέπειες που αναμφίβολα θα έχει στην οικονομία και στην
αγορά εργασίας η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.
Οι συστάσεις του ΙΝΕ
ΓΣΕΕ για εργασία και επιχειρήσεις
Επίσης, το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ εκτιμά ότι η νέα
οικονομική και κοινωνική πρόκληση απαιτεί την ταχύτερη δυνατή διαμόρφωση
συνθηκών μετασχηματισμού της οικονομίας σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο βιώσιμης
ανάπτυξης.
Όπως αναφέρεται, η επεκτατική αποτελεσματικότητα του μείγματος της
δημοσιονομικής πολιτικής, που θα εφαρμοστεί το επόμενο διάστημα και της
μετάβασης της χώρας σε ελλειμματικό δημοσιονομικό ισοζύγιο θα κριθεί από το
πόσο στοχευμένη θα είναι η στήριξη της κατανάλωσης και των επενδύσεων ως αποτέλεσμα
της ενίσχυσης α) των νοικοκυριών και, ειδικά, των πιο ευάλωτων και εκείνων που
θα πληγούν περισσότερο από τις συνέπειες της ύφεσης, καθώς και β) των
επιχειρήσεων που είναι αντιμέτωπες με μεγάλο ρίσκο χρεοκοπίας και αναστολής της
λειτουργίας τους.
«Στην κατεύθυνση αυτή, η κατανομή των δημοσιονομικών πόρων και,
κυρίως, οι εξελίξεις στον όγκο της απασχόλησης, στους μισθούς και στο σύστημα
προστασίας των εργαζομένων από συλλογικές και κλαδικές συμβάσεις εργασίας, θα
είναι καθοριστικής σημασίας για τη διάρκεια και την ένταση της ύφεσης και την
επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στη σταθερότητα και τη μεγέθυνση.
Τέλος, δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο κίνδυνος από την επίπτωση που
πιθανόν θα έχει μεσοπρόθεσμα το δημοσιονομικό σοκ της πανδημίας και η ένταση
της ύφεσης στο ρίσκο φερεγγυότητας και στο πιστωτικό ρίσκο του Δημοσίου και στη
σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος» επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, στο τέταρτο
δελτίο οικονομικών εξελίξεων.