Τι και αν οι
πόρτες κλείσανε; αν οι σκέψεις σιώπησαν και άσκοπα γυρνούν στου νού τους
δρόμους,μόνες και τρομαγμένες.Η αέρινη ψυχή ντυμένη με λευκές δαντέλες και ένα
πρόσωπο που έλαμπε,τρύπωσε μέσα στα δωμάτια,περιπλανήθηκε μέσα στα σοκάκια και
αγκαλιάζοντας τις σκέψεις ,άφηνε πάνω τους το σημάδι της.Έδιωχνε τον φόβο και
με πολύ τρυφερότητα νανούριζε τις σκέψεις λέγοντας λόγια πλεγμένα με θάρρος και
παρηγοριά .Ποιός μπόρεσε να εμποδίσει την ψυχή;Κανείς!!! Οι σκέψεις μπορεί να
θόλωσαν ,μα η ψυχή έριξε πάνω τους το Φως! και έδιωξε το σκοτάδι..Μετάνιωσαν οι
σκέψεις για την δειλία τους.Κρατώντας από το χέρι την δυνατή ψυχή βγήκαν στους
δρόμους του νού,και από εκεί ξεχύθηκαν,σε όλη την ανθρώπινη ύπαρξη.Έγινε ο
φοβισμένος άνθρωπος θηρίο,έτοιμο να παλέψει με χιλιάδες «ιούς»Το πιο καλό όμως
ήταν ότι τα έβαλε με τον χειρότερο εχθρό του «τον εαυτό του»Αποκομμένος από
φλυαρίες ,άστοχες κουβέντες,περιττές αγορές ασχολήθηκε με τον χώρο του και τον
εαυτό του.Η μάχη ήτανε σφοδρή,και δεν υπήρχαν νικητές ή νικημένοι.Υπήρχε
ειλικρίνεια και μετάνοια,αυτοκριτική και αυτομεμψία. Καθάρισε το μαύρο σύννεφο
της υποτιθέμενης ευημερίας.Την κατανάλωση του χρόνου για την κατάκτηση υλικών
αγαθών,αφήνοντας πίσω του το πνεύμα του,ανοχύρωτο έρμαιο στον εχθρό,παραδομένο
στην ψεύτικη πραγματικότητα ,στην δήθεν ευκολία,γνώση και τεχνολογία.Ήρθε η
αθάνατη ψυχή και άνοιξε τα παράθυρα και ανέπνευσαν οι φυλακισμένες
σκέψεις,μυρωδιές από θάλασσα ,από καλοσύνη και κατανόηση,πέταξαν με τα φτερά
του θάρρους ,της πίστης,και της αγάπης.Γέμισε ο άνθρωπος από
συναισθήματα,γέλασε με την καρδιά του,θύμωσε,αναλογίστηκε,λυπήθηκε και έκλαψε
για τα λάθη του,χάρηκε τα παιδιά του,έπλυνε το σπίτι του,τον εαυτό του από την
λάσπη της λήθης.Έγινε μέσα του γιορτή μεγάλη.Η ψυχή του ήτανε χαρούμενη μα και
προβληματισμένη.Αναρωτιόταν:Σαν θα τελειώσει όλο αυτό ,πώς θα συνεχίσει να
πορεύεται;Θα μπορέσει να κρατήσει μέσα του το Φως ή θα ξανακυλήσει στο σκοτάδι;
Η συγγραφέας Όλγα Κουτμηρίδου-Μεταξά