† ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ
ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καὶ Μητροπολίτης
τῆς Ἱερᾶς καὶ Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας
πρὸς τὸν ἱερὸν κλῆρον καὶ τὸν εὐσεβῆ λαὸν
τῆς καθ’ ἡμᾶς θεοσώστου Ἐπαρχίας.
«Δεῦτε, λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός».
Ἀσυνήθιστη ἡ πρόσκληση πού ἀκούεται μέσα στή νύκτα τῆς μιᾶς τῶν Σαββάτων, τή νύκτα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας. Πῶς μπορεῖ νά λάβει κανείς φῶς μέσα στό σκοτάδι; Καί ὅμως τό ἐρώτημα αὐτό, πού μπορεῖ νά ἀνεβαίνει στά χείλη ὅσων δέν πιστεύουν στόν Χριστό, ὅσων μαζί μέ τούς Ἰουδαίους νόμισαν ὅτι σταυρώνοντας τόν Χριστό καί ἀσφαλίζοντας τόν τάφο του θά μποροῦσαν νά ἐμποδίσουν τήν Ἀνάστασή του, δέν εἶναι παρά μία ἀπόδειξη τῆς πλάνης τους.
Διότι μπορεῖ νά πίστευσαν ὅτι ἔσβυσαν τόν λύχνο καί ἐξαφάνισαν τό φῶς του, νεκρώνοντας προσωρινά τό θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Κυρίου, ἀλλά δέν συνειδητοποίησαν ὅτι τό φῶς τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι σάν τά φῶτα τοῦ κόσμου. Δέν εἶναι σάν τά φῶτα πού ἐπηρεάζονται ἀπό τό σκότος τῆς κακίας, τοῦ φθόνου καί τῆς πονηρίας. Τό φῶς στήν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Εἶναι ὁ «πρό ἡλίου ἥλιος». Εἶναι «φῶς ἐκ φωτός, Θεός ἀληθινός», τό ὁποῖο πληροῖ τά πάντα, «οὐρανόν τε καί γῆν καί τά καταχθόνια». Εἶναι φῶς, τό ὁποῖο «φαίνει ἐν τῇ σκοτίᾳ, καί ἡ σκοτίᾳ αὐτό οὐ κατέλαβεν».
Καί αὐτό τό ἀνέσπερο φῶς, τό ὁποῖο ἐξεπήγασε ἀπό τόν πανάγιο τάφο τοῦ Κυρίου μας κατά τήν Ἀνάστασή του, δέν εἶναι φῶς αἰσθητό, δέν εἶναι φῶς κτιστό, γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι φῶς χρονικά καί τοπικά πεπερασμένο. Εἶναι φῶς τό ὁποῖο εἰσέρχεται «καί τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» καί φωτίζει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Εἰσέρχεται καί διαλύει τό σκότος τῆς ἁμαρτίας, τά νέφη τῶν θλίψεων, τήν ἀχλύ τῆς ἀμφιβολίας καί τοῦ φόβου. Εἶναι φῶς τό ὁποῖο ἐκδιώκει τόν θάνατο καί ἀποκαθιστᾶ τή ζωή, θεραπεύει τίς ἀσθένειες καί προσφέρει τήν ἴαση. Εἶναι φῶς τό ὁποῖο παραμένει ἄδυτο καί ἀνέσπερο στίς ψυχές ὅλων ὅσων πιστεύουν στόν Χριστό καί ἀγωνίζονται γιά νά εἶναι «τέκνα φωτόμορφα τῆς Ἐκκλησίας» καί νά ζοῦν συναναστημένα μέ τόν ἀναστάντα Κύριο καί φρονώντας «τά ἄνω καί μή τά ἐπί τῆς γῆς».
«Δεῦτε, λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός».
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νά λάβουμε καί φέτος «φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Καί ἡ πρόσκληση αὐτή δέν εἶναι σχῆμα λόγου. Δέν εἶναι πρόσκληση χωρίς περιεχόμενο, ἐπειδή οἱ πιστοί δέν μποροῦν νά βρίσκονται τό βράδυ τῆς Ἀναστάσεως στούς ναούς καί νά ἀνάψουν τίς λαμπάδες τους. Ἄς μήν ξεχνοῦμε, ἄς μήν ἀπιστοῦμε. Συγχρόνως μέ τό αἰσθητό φῶς, τό φῶς τῶν λαμπάδων μας, ἡ Ἐκκλησία μας προσφέρει καί μᾶς καλεῖ νά λάβουμε καί τό πνευματικό καί αἰώνιο φῶς, τό ὁποῖο ἐπήγασε ἐκ τοῦ τάφου τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας. Νά λάβουμε τόν ἴδιο τόν Χριστό, μετέχοντας στήν θεανθρώπινη ζωή του διά τῆς πίστεως καί τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του. Νά λάβουμε τόν ἴδιο τόν Χριστό, πού εἶναι τό «φῶς τοῦ κόσμου», ἀνοίγοντας μέ ταπείνωση καί εἰλικρινῆ ἀγάπη τίς ψυχές μας, θυσιάζοντας ὅ,τι μπορεῖ νά ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στή συνάντηση αὐτή καί ζητώντας μέ πόθο καί πίστη νά μᾶς χαρίσει τό φῶς τῆς Ἀναστάσεώς του, ὅπως τό χάρισε στίς μυροφόρες γυναῖκες καί τούς μαθητές του.
Κλεισμένοι μέσα στά σπίτια μας φέτος γιά τήν προστασία τῆς ὑγείας καί τῆς ζωῆς, τῆς δικῆς μας καί τῶν ἀδελφῶν μας, ὅπως τότε οἱ μαθητές του «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων», καί ὄχι γιατί τόν ἀρνούμεθα ἤ τόν ἐγκαταλείπουμε, ἔχουμε τήν εὐκαιρία, ἄν τό θελήσουμε, νά αἰσθανθοῦμε τό φῶς τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά στήν ψυχή μας. Γιατί Ἐκεῖνος, πού εἰσῆλθε «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» γιά νά παρηγορήσει τούς μαθητές του μέ τήν Ἀνάστασή του, μπορεῖ νά εἰσέλθει καί στά δικά μας σπίτια καί στίς δικές μας ψυχές γιά νά φέρει καί σέ μᾶς τό φαιδρό τῆς Ἀναστάσεως μήνυμά του. Μπορεῖ, ἐάν ἔχουμε ἐμεῖς ἀνοιχτές τίς ψυχές μας στήν ἀγάπη του.
Χριστός Ἀνέστη!
Διάπυρος πρός τόν ἀναστάντα Κύριον εὐχέτης
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας Παντελεήμων