Του ιερέως
Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Στην σκλαβωμένη πατρίδα μας, φίλοι αναγνώστες, στα χρόνια της Επανάστασης, με τα πρωτόπλαστα δημιουργήματα της λαϊκής ψυχής, τα ηρωικά τραγούδια, αντιλαλεί κάθε πολεμικό άκουσμα, σε όλη την Ελλάδα και ταξιδεύει με τους ξενιτεμένους, που το λένε όπου τους φέρει η τύχη, σε διάφορες παραλλαγές, τοπικές και χρονικές. Αυτά τα ποιητικά γεννήματα φτερουγίζουν σαν πουλί, περνούν βουνά και πέλαγα με τον κοσμοπλάνο πραματευτή και με τον τραγουδιστή ζητιάνο. Της ψυχής η ανδρεία και η λάμψη των αρμάτων συγκλονίζουν τη λαϊκή ψυχή.
«Να ‘μουν πουλί να πέταγα,
να πάω στο Μεσολόγγι
να ιδώ πως παίζουν το σπαθί
πως ρίχνουν το ντουφέκι,
πως πολεμούν της Ρούμελης
τ’ ανίκητα ξεφτέρια…».
Εκείνη η λυρική διάθεση του λαού κάνει φτερά, όταν στοχάζεται τα ηρωικά κατορθώματα. Τα διάφορα περιστατική της ζωής των πολεμικών ηρώων, συγκινούν την καρδιά και ταράζουν τη φαντασία του απόλεμου ανθρώπου.
«…Τ’ ακούει η γης, η μαύρη γης,
χρόνους δε χορταριάζει,
τ’ ακούνε τα ψηλά βουνά κι εκείνα ραϊστήκαν,
τ’ ακούει κι ο ουρανός, βροχή, τρεις χρόνους
δε σταλάζει
ο Μάρκος εσκοτώθηκε…»
Τέτοια μυστική ανταπόκριση, έχει η ανθρώπινη ψυχή με τη φύση. Ουρανός, κάμποι, βουνά, συμμερίζονται τα βάσανα των πολεμιστών:
«Τι έχουν της Πάτρας τα βουνά και στέκουν βουρκωμένα;
και βρέχονται χωρίς βροχή, παγώνουν δίχως χιόνι;
απ’ των κλεφτών τα κλάματα κι από τα μοιρολόγια;».
Η λαϊκή ιστορική ποίηση θαυμάζει την παλικαριά, την περιφρόνηση του θανάτου, κάθε πράξη που δείχνει αλύγιστη ψυχική δύναμη. Και την τραγουδούν στις ώρες του τραπεζιού και του χορού.
Ο ποιητής λαός, ξυπνάει τον ατομικό τραγουδιστή. Αντιλαλεί περήφανο και αποφασιστικό του Ρήγα το τραγούδι:
«Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά;
μονάχοι, σαν λιοντάρια, στις ράχες, στα βουνά;».
Και μαζί με τα ηρωικά κατορθώματα των ηρώων του ’21, δεν αργεί ν’ ακουστεί στην Ελλάδα και στα ξένα, ο μεγαλόπνοος «Ύμνος στην Ελευθερία» του Σολωμού.
Κάθε άνθρωπος πρέπει να νιώθει πως είναι κληρονόμος και πως εκείνο που τον αποτελεί, το χρωστάει στους άλλους. Η πατρίδα είναι η μεγάλη οικογένεια. Ευτυχισμένοι όσοι μπορούν να συνταιριάσουν το χρέος με τη χαρά και την ομορφιά της ζωής. Αυτό το σκοπό έχουν η φιλοπατρία και η ποίηση.
Τα τελευταία χρόνια, μαζί με τ’ άλλα κακά, εφύσηξε στον τόπο μας κι ένας άνεμος αντιπατριωτικός. Πολλοί πίστεψαν πως πέρασε ο καιρός της φιλοπατρίας. Όμως, χωρίς φιλοπατρία ο λαός καταντά μια μάζα από πονηρά και επιτήδεια άτομα, χωρίς μελλοντικούς σκοπούς και χωρίς άλλα ιδανικά, έξω από την πρόσκαιρη προσωπική τους επικράτηση.
Στη ζωή μας υπάρχουν ιδέες που απαντάνε σε κάθε δισταγμό. Είναι σκέψεις και αισθήματα που έχουν εθνική μορφή. Η ποίηση είναι το ξυπνητήρια των συνειδήσεων και κράζει κάθε ψυχή να βρει μια ηθική διέξοδο.
Και ο ποιητής λέει στο σημερινό, στον αυριανό και στον αιώνιο άνθρωπο:
«Η ιδέας της πατρίδας μοιάζει σαν το μαγικό εκείνο ποτήρι που μπορεί να ξεδιψάσει κάθε πόθο της ψυχής και μένει πάντα γεμάτο. Πρέπει, όμως, εκείνος που το κρατεί να έχει: πίστη, αγάπη κι ελπίδα…».