Του ιερέως
Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Του ιερέως: Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Με τον όρο «ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ», χαρακτηρίσθηκε, φίλοι αναγνώστες, με αρκετή δόση περιφρόνησε, η προσήλωση σε αρχές που θεωρήθηκαν εμπόδιο στην πρόοδο και την απελευθέρωση του ανθρώπου, θρησκευτικές αντιλήψεις, ηθικές διδασκαλίες, κοινωνικές αξίες, ολόκληρη η δεοντολογία, που ρυθμίζει τη ζωή μας.
Το «πρέπει» και «δεν πρέπει», το «επιτρέπεται» και «δεν επιτρέπεται», οι έννοιες του καλού και του κακού, όλα αυτά που συνιστούσαν καταφατικά ή αποφατικά μία κλίμακα αξιών, έπαιρναν με τον όρο «συντήρηση» την ετικέτα του κατεδαφιστέου. Όποιος τολμούσε να τα υπερασπισθεί, ήταν αρτιοσκληρωτικός, καθυστερημένος. Όποιος τα πολεμούσε, ήταν εξ ορισμού προοδευτικός, κοινωνικός, επαναστάτης, ελευθερωτής του ανθρώπου από ένα επαχθή ζυγό, που τον καταπίεζε, τον βασάνιζε, του στερούσε τη χαρά της ζωής. Αυτά ήταν η ρίζα όλων των κακών. Αυτά έκαναν τη ζωή μας κόλαση. Και η κατάργησή τους θα την μετέτρεπε σε παράδεισο.
Φιλόσοφοι, μυθιστοριογράφοι, θεατρικοί συγγραφείς, μ’ αυτή την «λογική» οικοδόμησαν το έργο τους. Και έκαναν, στ’ αλήθεια, καλή δουλειά. Γκρέμισαν πολλά. Όσο μπόρεσαν περισσότερα. Και στη θρησκεία και στην ηθική και στις καθιερωμένες κοινωνικές αξίες. Γκρέμισαν πολλά «ταμπού» (άλλος όρος αυτός που χρησιμοποίησε η «κοινωνική επανάσταση» για την κατεδάφιση που είχε βάλει στόχο της).
Και λοιπόν; Τι έγινε; Ποιο ήταν το αποτέλεσμα. Γιατί ας μην το ξεχνάμε, «εκ του καρπού γινώσκεται το δένδρον». Όλη αυτή η επανάσταση, όλο αυτό το γκρέμισμα, έκανε τον άνθρωπο πιο ευτυχισμένο; Ποιο ελεύθερο; Έφερε περισσότερη χαρά στη ζωή μας; Λιγόστεψε τον πόνο; Έβγαλε το ψέμα και έβαλε στη θέση του την αλήθεια;
Ας μην αυταπατώμεθα, φίλοι αναγνώστες. Τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε. Ύστερα από τόσο γκρέμισμα, το ψέμα και η κακία, ο πόνος και η δυστυχία, η αδικία και η ανελευθερία, εξακολουθούν να βασιλεύουν στη ζωή μας. Περισσότερο από πριν. Γιατί άραγε; Μα απλούστατα! Γιατί ο άνθρωπος έκανε ένα φρικτό λάθος. Πίστεψε ότι αιτία των δεινών του ήταν η δεοντολογία. Το «πρέπει» και «δεν πρέπει». Το «επιτρέπεται» και «δεν επιτρέπεται». Η διάκριση του καλού και του κακού, της αλήθειας και του ψεύδους, της δικαιοσύνης και της αδικίας. Και φαντάσθηκε ότι, καταργώντας τη δεοντολογία θα λείψει το κακό, η αδικία, το ψέμα. Σαν να πούμε ότι, αν καταργήσουμε τη διάκριση των μανιταριών σε βρώσιμα, δηλητηριώδη και θανατηφόρα, σε μανιτάρια που επιτρέπεται να τρώμε ή που δεν επιτρέπεται να τρώμε, θα μπορούμε να τα τρώμε όλα ελεύθερα. Λες και το πρόβλημα ήταν στη κατάταξη και όχι στο γεγονός ότι υπάρχουν δηλητηριώδη μανιτάρια, που αν τα φάμε θα επιφέρουν τον θάνατο.
ΜΕ την κατάργηση, λοιπόν, των κανόνων ζωής, του «πρέπει» και «δεν πρέπει» του «επιτρέπεται» και «δεν επιτρέπεται», δεν διορθώθηκε κανένα κακό. Απλώς ο άνθρωπος «έχασε το μπούσουλα». Τώρα, αφού τίποτα πια δεν απαγορεύεται, όλα επιτρέπονται. Και η απάτη και οι καταχρήσεις και οι μίζες (αχ! αυτές οι μίζες τι μου θυμίζουν!) και οι ληστείες και η ανήθικη εκμετάλλευση μικρών παιδιών και η βία και η διαστροφή και τα ναρκωτικά και… και… και… Τώρα, φίλοι αναγνώστες, μπορούμε ελεύθερα να τρώμε μανιτάρια. Και να πεθαίνουμε ελεύθερα. Όπως στρώσαμε, κοιμόμαστε!