Είναι φορές που ζεις ανάμεσα σε ραβδώσεις της Άνοιξης,
που βλέπεις την να λικνίζεται στον εξτρεμισμό των χρωμάτων,
φορές που θές να την αγγίξεις,
να στείλεις δυο καρδιές ερωτευμένες στην κάμαρη του Χρόνου
της,
εκεί που ξέχασες την πλουμιστή ανθοδέσμη σου,
με τα κρίνα και τα γιασεμιά
να ταξιδεύουν στις φτερούγες του χρόνου.
Την προτροπή του
ΧΑΙΡΕ θυμάμαι τότε!!!
Που κρεμασμένο στο νυφικό της πρώτης νύχτας
στο βλέμμα του πρώτου αγγίγματος,
σαν σε φαράγγια
μεταλλωρύχοι φώναζαν Χρυσός Χρυσός ...
Οι σκίουροι τ` ακούγανε αυτά,
μ` αυτοί προσηλωμένοι στη φύλαξη του δάσους ήταν και
στην παλιά τους μνήμη αφοσιωμένοι.
Και κάθε τόσο …
Θυμάσαι τις πρώτες ντροπές;
Το πως κοιτούσαν με λοξές ματιές τ` αγριολούλουδα;
Θυμάσαι πως κρύβονταν τα μυστικά στις φυλλωσιές
και ρώταγαν αν είναι ζωντανές οι σκιές ή όχι;
Έψαχνα τότε,
πού νάχα αφήσει το πρώτο μου φιλί ;
Στην άκρη εκεί του ποταμού;
στη σέλα του άσπρου αλόγου;
μη στους λεμονανθούς και τα μωβί χαντράκια;
Έψαχνα τότε.
Που είχα αφήσει την Τύχη ολομόναχη. Άντεξε τάχα;
Γιατί κι αυτή, πιο πολύ απ` τον Προφήτ-Ηλία στη λογική δεν
πίστευε.
«Ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με», γράφαν στα ειλητάρια οι
ασκητές…»
….Έχω μέσα μου ένα πέλαγο απο κέφι και ξεγνοιασιά
που μπορώ να
δανείσω σ` όποιον θέλει… έλεγε ο Κυρ-Φώτης ο Κόντογλου.
Δεν δοκιμάζω τότε και γω; είπα…
Με λίγο πράσινο βελούδο,
και μ` έναν ανθό από κρύσταλλο πηγαίνω στον Ορίζοντα, είπα!
Σε μια πέτρα τυλιγμένη με κορδέλες τα έγραψα αυτά, είπα.
Μονάχα αν με πιστεύετε είπα!!!
14 Μαρτίου 2020
Ι.Α.Ναζλίδης