Η τοποθέτηση του πρώην διευθυντή της ΚΕΠΑ, του κ. Γιάννη Καμπούρη, αναφορικά με την απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής του Δήμου να παραχωρήσει το (χαρακτηρισμένο ως μνημείο) αρχοντικό Σαράφογλου, προς χρήση, στο Λύκειο Ελληνίδων της Βέροιας έκανε ομολογουμένως μεγάλη αίσθηση, προκάλεσε απαντήσεις, ακολούθησαν νέες τοποθετήσεις… και τελικά δημιουργήθηκε ένα “ομιχλώδες τοπίο” !
Πιστεύω ότι πραγματικά ωφέλιμο για τον τόπο μας είναι να κοιτάξουμε με βλέμμα διαπεραστικό πίσω από τα “γαργαλιστικά εις τα ώτα” συστατικά στοιχεία αυτής της “ομίχλης” και να εστιάσουμε σε δύο σοβαρά θέματα που ανέδειξε αυτό καθαυτό το γεγονός:
-Την ανάγκη δημιουργίας και λειτουργίας ενός ενιαίου Λαογραφικού Μουσείου της Βέροιας (χωρίς να είναι το κυρίαρχο ζήτημα το πού θα στεγαστεί αυτό).
-Τη δυσοίωνη τύχη των διατηρητέων κτηρίων της πόλης μας γενικότερα (κι όχι περιοριστικά μόνο του αρχοντικού Σαράφογλου).
Ως προς το πρώτο θέμα, τα επιχειρήματα του κ. Γιάννη Καμπούρη έχουν στερεή βάση και είναι πολύ ισχυρά: «…θα πρέπει [η Βέροια] να αποκτήσει ένα όχι τύποις, αλλά κατ’ ουσία λαογραφικό μουσείο. Γεμίζουμε μικρά και χωρίς εμβέλεια λαογραφικά “μουσεία”, έτσι το Λύκειο θα έχει το δικό του, η Εύξεινος το δικό της, οι Μικρασιάτικες το δικό τους και πάει λέγοντας. Ένα μουσείο για να είναι μουσείο έχει προϋποθέσεις που δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να σηκώσει…» ένας οποιοσδήποτε μεμονωμένος πολιτιστικός φορέας της πόλης, «…το σοβαρό κοινό, που σε αυτό οφείλουμε να απευθυνόμαστε, θα μας γυρίσει την πλάτη…» (με την έννοια ότι πολλά υποτυπώδη, διασκορπισμένα κι ασύνδετα μεταξύ τους μουσεία δεν ασκούν την ίδια έλξη επισκεψιμότητας με αυτήν ενός καλά οργανωμένου μεγάλου), και μια πόλη με το ιστορικό “ειδικό βάρος” της Βέροιας «…μπορεί και πρέπει να έχει ένα αξιοπρεπές, καθόλα πλήρες λαογραφικό μουσείο…» γιατί «…το οφείλει στην ιστορία της.».
Στα δικά του επιχειρήματα θα προσθέσω από την πλευρά μου και το διαχρονικό, ιδιαίτερο κοινωνικό χαρακτηριστικό της πόλης μας να λειτουργεί ως «χωνευτήρι» εκλεπτυσμένης σύνθεσης διαφορετικών φυλών-πολιτισμών με τελικό προϊόν (ως αποτέλεσμα) την παρουσίαση των επιμέρους ως ένα ενιαίο κοινό σύνολο. Αυτό ήταν η Βέροια !!!
Συνύπαρξη ετερόκλητων προσώπων στην αγορά της Βέροιας.
(Αρχείο Στέργιου Ζυγουλιάνου)
Σεβόμενοι την προγονική κοινωνική παρακαταθήκη λοιπόν, είναι καιρός να περάσουμε από την “εύηχη” θεωρία στη “δύσπεπτη” πράξη. O καθ’ ύλην αρμόδιος (αλλά ταυτόχρονα και ο υπό την βαριά υποχρέωση) φορέας να λειτουργεί προς αυτή τη συνεκτική κατεύθυνση είναι προφανώς η ΚΕΠΑ. Θα προσέθετα όμως, σε ισότιμη συνεργασία με μια επιτροπή από εκπροσώπους όλων των συνεργούντων πολιτιστικών φορέων. Από την άλλη, είναι ηθική υποχρέωση όλων των πολιτιστικών συλλόγων να δείξουν πνεύμα συνεργασίας και να συνταχθούν με προθυμία και ειλικρίνεια σε μια ενδεχόμενη τέτοια πρωτοβουλία-προσπάθεια του Δήμου μας, απολαμβάνοντας στο πλαίσιο μιας τέτοιας συμφωνίας κάποια αντισταθμιστικά οφέλη.
Ως προς το δεύτερο θέμα, τη δυσοίωνη δηλαδή τύχη των διατηρητέων κτηρίων της πόλης μας, υπενθυμίζω κατ’ αρχήν ότι μεγάλος αριθμός συμπολιτών μας, πολλές φορές και με ποικιλία τρόπων έχει εκφράσει έντονη λύπη μπροστά στη θέα κατακρημνισμένων (ήδη) ή υπό κατάρρευση αρχιτεκτονικών “διαμαντιών”.
Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο Δήμος μέσω των υπηρεσιών του ενεργεί στα πλαίσια των περιορισμένων νομοθετικά αρμοδιοτήτων του, οι οποίες μέσες άκρες είναι: η καταγραφή των διατηρητέων, η αξιολόγηση της στατικής κατάστασής τους, η σήμανση και προστατευτική περίφραξη σε περίπτωση επικινδυνότητας.
Κατακρήμνιση σπιτιού επί του Νοτίου Τείχους της Βέροιας (Αρχείο Παναγιώτη Ζέρβα)
Η αγάπη όμως προς την πολιτισμική κληρονομιά μας θα πρέπει να οδηγήσει τη Δημοτική Αρχή και το Δημοτικό Συμβούλιό μας στην εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων. Για παράδειγμα και με δεδομένο ότι η εγκατάλειψή τους είναι (στο σύνολο σχεδόν των περιπτώσεων) αποτέλεσμα:
κατακερματισμού της ιδιοκτησίας με πολλούς κληρονόμους,
υψηλού κόστους επισκευών και συντήρησης που σε αρκετές περιπτώσεις υπερβαίνει τη σημερινή αξία των κτηρίων αυτών και
περιορισμών στις χρήσεις λόγω του μεγέθους των ιδιοκτησιών, αλλά και του θεσμικού πλαισίου,
θα μπορούσε να συσταθεί μια διαπαραταξιακή δημοτική επιτροπή, συνεπικουρούμενη από πρόσωπα ευρείας αποδοχής και με τις απαιτούμενες εξειδικευμένες γνώσεις, η οποία θα διερευνούσε και θα προωθούσε τη συμφέρουσα για τους ιδιοκτήτες (παράλληλα ανέξοδη για τον Δήμο) ανταλλαγή τους με εδαφικές εκτάσεις ιδιοκτησίας του Δήμου.
Η αποκατάστασή τους, στη συνέχεια, θα μπορούσε να προχωρήσει με την ένταξή τους σε κάποιο πρόγραμμα ΕΣΠΑ (και όχι μόνο). Ένα τέτοιο ήταν πρόσφατα η Δράση «Δημιουργική Επανάχρηση Δημοτικής Ακίνητης Περιουσίας» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία, 2014-2020», το οποίο απευθυνόταν στους ΟΤΑ Α βαθμού της χώρας και στόχευε στην ανάδειξη των δημοτικών κτηρίων μέσω της λειτουργίας τους ως εστιών τουριστικής, πολιτιστικής, αλλά και επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Αλλά ακόμη και στην απίθανη περίπτωση απουσίας παρόμοιου χρηματοδοτικού προγράμματος στο μέλλον, αναρωτιέμαι: ποιος Βεροιώτης δεν θα δεχόταν να καταβάλλει για κάποιο περιορισμένο χρονικό διάστημα ένα μικρό δημοτικό τέλος υπέρ ενός τέτοιου σκοπού;
Γι’ αυτό και η παραίνεση προς κάθε κατεύθυνση: Ας μην χάσουμε για μια φορά ακόμη το δάσος βλέποντας το δέντρο…