Είδαμε στην προηγούμενη «συνάντησή» μας, αγαπητοί φίλοι, ότι ο Adolf Hermann Struck το 1902 αντικρίζοντας για πρώτη φορά τη Βέροια έγραψε μεταξύ άλλων: «…Από το σημείο που βρισκόμαστε βλέπει κανείς να ξαπλώνεται προς τα κάτω δεξιά και αριστερά μας ένα πολυδαίδαλο δίκτυο από στενά σοκάκια...». Και πραγματικά, όντας η Βέροια μια πόλη με συνεχή και αδιάλειπτη κατοίκηση από πολλούς αιώνες πριν, το οδικό δίκτυό της στις αρχές του 19ου αιώνα δεν απέχει πολύ από την περιγραφή της Συναρέλη (1989 για την Αθήνα): «…δεν ήταν τίποτε άλλο από διευρυμένα μονοπάτια όπως τα χάραξε το περπάτημα των ζώων και των ανθρώπων που λοξοδρομούσαν από την ευθεία όταν το απαιτούσε η διαμόρφωση του εδάφους».
Η σημαντικότερη οδική αρτηρία της πόλης ήταν η οδός 26ης Οκτωβρίου (μετέπειτα Κωνσταντίνου Ελευθερωτού και τελικώς Κεντρική), η οποία τη διαπερνούσε από βορρά προς νότο και συνέδεε όλους τους διαφοροποιημένους θρησκευτικά-εθνικά μαχαλάδες (γραικο-βλάχικους, εβραϊκό, μουσουλμανικούς). Συνέδεε ακόμη τα σημεία αναφοράς εκείνης της εποχής, δηλαδή την περιοχή του Μουαρήφ (έχουμε κάνει λόγο πρόσφατα, η βόρεια είσοδος της πόλης), την πλατεία του Αγίου Αντωνίου, την αγορά, την πλατεία Πλατάνων, την πλατεία Ωρολογίου και την παρακείμενη νότια έξοδο προς Πολύμυλο (Ευιαστική πύλη).
Ανασκαφές έχουν φέρει στο φως δύο οδικές αρτηρίες πλάτους 4,5 μ. περίπου της ρωμαϊκής περιόδου, παράλληλες στις σημερινές βασικές αρτηρίες της πόλης (Μητροπόλεως, Βενιζέλου), στις οποίες μάλιστα φαίνεται να υπήρχε πρόνοια για τους πεζούς. Δεν ήταν όμως αναγνωρίσιμες την περίοδο στην οποία αναφερόμαστε. Από τη βυζαντινή περίοδο και στη συνέχεια κατά την τουρκοκρατία, η όποια επέκταση έγινε χωρίς καμιά γεωμετρική οργάνωση. Οι δρόμοι ήταν στενοί, με πολλές στροφές και αυξομειώσεις του πλάτους.
Ανασκαφή τμήματος ρωμαϊκής οδού στη Βέροια.
(Αρχείο Αντωνίας Μποζίνη)
Μόνο δύο ακόμη οδικοί άξονες θα άξιζαν λόγου κι αυτό γιατί ήταν συνδεδεμένοι με τις υδροκίνητες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις, ο ένας παράλληλα με τον ποταμό «Τριπόταμο» και ο άλλος παράλληλα με το ρέμα που ενεργοποιούσε τους φημισμένους λαδόμυλους-αλευρόμυλους (περίπου οι σημερινές Καραϊσκάκη και Θωμαΐδου).
Η οδός Κοντογεωργάκη (Αρχείο Γεράσιμου Καλλιγά)
*Κάτω δεξιά η ανοιχτή «μπουντουβάγια».
Προφανώς και η φρουριακή αυτή διαρρύθμιση υποδεικνύει την ανάγκη για προστασία από εχθρικές επιβουλές!!! Αν και θα δικαιολογούνταν κατά τη βυζαντινή εποχή, λόγω των συνεχών επιθέσεων για κατάληψη της σπουδαίας πόλης από διάφορους εχθρούς (Βούλγαρους, Ούννους, Κουμάνους, Νορμανδούς, Σταυροφόρους, Σέρβους) ποιος ο λόγος να συνεχίζεται και να ενισχύεται μάλιστα κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας;
Ο δρόμος των Λαδόμυλων, μετέπειτα Θωμαΐδου
(Αρχείο Κώστα Παπασπύρου)
Το ακόλουθο απόσπασμα από το «Βιβλίο των ταξιδιών» του Celebi Evliya (1668) ρίχνει κάποιο φως στο θέμα:
« (…) Στην πόλη ακόμη αυτή υπάρχει ένα αρχαίο θέαμα, που είναι παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει στην πόλη των Βοδενών (Έδεσσα). Όταν στην πόλη αυτή οι άπιστοι έχουν την κακόφημη γιορτή τους, δηλαδή όταν είναι οι μέρες των κόκκινων αυγών, επειδή τα Βοδενά και η πόλη αυτή, η Βέροια, κατακτήθηκαν τις ημέρες των κόκκινων αυγών, την ημέρα εκείνη όλοι οι άπιστοι θα κλειδωθούν στα σπίτια τους, θα ντυθούν και θα οπλιστούν και δεν θα βγουν έξω από τα καταραμένα σπίτια τους. Όλοι οι μουσουλμάνοι τις ημέρες εκείνες των κόκκινων αυγών ντύνονται και ζώνονται τα άρματα σαν να είναι το Κουρμπάν Μπαϊράμι. Όλοι οι μαχητές γαζήδες, κατάφορτοι με πολεμικά άρματα, εκείνη την ημέρα, ώσπου να φτάσει το βράδυ, ρίχνουν κανονιές και τουφεκιές και φωνάζοντας την πολεμική κραυγή των μουσουλμάνων «Αλλάχ Αλλάχ», συγκεντρωμένοι σε ομάδες γυρνούν και ψάχνουν να βρουν τους άπιστους που βγαίνουν έξω, τα όμορφα άπιστα αγόρια και κορίτσια των απίστων. Αν ως το βράδυ βρουν έξω έναν άπιστο, αμέσως τον περιτέμνουν και τον τιμούν κάνοντάς τον μουσουλμάνο και ανεβάζοντάς τον σ’ ένα άλογο στολισμένο με πολύτιμα πετράδια και με συνοδεία όλων των προυχόντων της πόλης τριγυρίζουν τον νεοφώτιστο μουσουλμάνο και του κάνουν μεγάλες τιμές…».
[Με την ευκαιρία υπενθυμίζω και πάλι το βιβλίο του συμπολίτη μας συγγραφέα Γιώργου Λιόλιου «Η Βέροια των περαστικών», που πρόσφατα εξέδωσε η Εφορία Αρχαιοτήτων Βέροιας]
Οδός Μούμογλου οικία Σαπουντζόγλου
(Αρχείο Αηδονίδη Χρήστου)
Αλλά και ο Βεροιώτης ιστοριογράφος Αναστάσιος Χριστοδούλου στην «Ιστορία της Βέροιας» το 1960 αφηγείται: «…Αι ευσχήμονες Βεργιώτισες εκλείσθησαν εις τα σπίτια των, οπίσω από τα “καφάσια”. Και για να αποφεύγουν τα βλοσυρά βλέμματα των κατακτητών εφόρεσαν “φερετζέδες”. Καβαλλάρης Χριστιανός απηγορεύετο να εμφανισθή. Αλλά και πεζός ακόμη εάν συναντούσε Τούρκον έπρεπε να σταθή να περάση ο Τούρκος, να προχωρήση οκτώ μέτρα, και κατόπιν να συνεχίση τον δρόμο του. Την νύκτα ανήρχοντο με τις σκάλες στα παράθυρα, τρομοκρατούντες τους ενοίκους…». Σε άλλο σημείο αναφέρει ότι είχε επιβληθεί στους κατακτημένους Βεροιώτες η ταπεινωτική ένδυση με μαύρο «αντιρί» και το «τσιαμπάν» (προεξέχουσα από τον κεφαλόδεσμο τούφα μαλλιών) για να συλλαμβάνονται και να ακινητοποιούνται εύκολα.
Δεν ήταν επομένως η φρουριακή αρχιτεκτονική της Βέροιας του 18ου και 19ου αιώνα ένδειξη τάσης απομονωτισμού, ξενοφοβίας και έλλειψης «ανοιχτής» κοινωνικότητας των Ελλήνων κατοίκων της. Λόγω της σθεναρής αντίστασής τους στις πολιορκίες των Τούρκων για την κατάληψη της πόλης (τελευταία από τον Μουράτ Β΄ το έτος 1433) επικράτησαν ιδιαίτερα, σκληρότατα και ταπεινωτικά μέτρα εις βάρος τους από πλευράς των κατακτητών. Έτσι, η μικροκοινωνία της κάθε γειτονιάς, προστατευμένη πίσω από τα πετρόχτιστα περιτειχίσματα, μοιραζόταν εκτός από την Κυριακάτικη ευλογία στη μικρή κεντρική εκκλησία, τις χαρές και τις λύπες της καθημερινής ζωής, επικοινωνώντας από τα εσωτερικά παραπόρτια, τις «απάνοιξες». Μόνο μετά την έκδοση του «Χάτ-ι χουμαγιούν» (σουλτανικό διάταγμα με το οποίο καταργούνταν οι διακρίσεις εις βάρος των Χριστιανών) του 1856 άλλαξε σταδιακά και σε βάθος χρόνου αυτή η κατάσταση…
[Στο μέλλον, ελπίζω, θα έχουμε την ευκαιρία να αναφερθούμε σε θέματα της καθημερινότητας, τα οποία τελικά συνθέτουν αυτό που αποκαλούμε ιστορία και πολιτισμό].
Νότια άποψη της Βέροιας. Οι μουσουλμανικοί μαχαλάδες.
Εδώ δεν υπάρχειη εσωστρεφής γειτονιά.
Διακρίνονται πλούσιοι κήποι και μεγάλοι ανοιχτοί χώροι.
Αντίθετα, το υψηλό επίπεδο κοινωνικού πολιτισμού απέναντι στο «διαφορετικό» γίνεται πολλαπλά και ποικιλότροπα εμφανές στη μακραίωνη ιστορία της (πχ. η ανεμπόδιστη και αδιάλειπτη παρουσία-συμβίωση του εβραϊκού στοιχείου από τον 1ο αιώνα μ.Χ. ως τις ημέρες μας), με αποκορύφωμα την παντελή απουσία πράξεων εκδίκησης προς τους μουσουλμάνους κατοίκους κατά την απελευθέρωση της Βέροιας από τον ελληνικό στρατό, το 1912. Μάλιστα, όπως διασώζεται σε γραπτά κείμενα, με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτη Καλλίνικου, τις κρίσιμες ώρες της εισόδου του ελληνικού στρατού στην πόλη μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων φιλοξενήθηκε σε σπίτια Ελλήνων Βεροιέων!!!