Τα πολλαπλά επεισόδια βιαιοπραγίας που εκδηλώνονται συνεχώς στα νοσοκομεία της χώρας, συντηρούν στο προσκήνιο το ανησυχητικό φαινόμενο της καθημερινής κλιμάκωσης περιστατικών βίας εναντίον του προσωπικού που εργάζεται σε χώρους που παρέχονται υπηρεσίες υγείας.
Συνήθως η βία ασκείται εναντίον των ιατρών αλλά και εναντίον του νοσηλευτικού προσωπικού.
Τα συνήθη περιστατικά βίας εκδηλώνονται σε δημόσιους χώρους όπως τα νοσοκομεία και λιγότερο σε μονάδες παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Αυτοί που ασκούν την βία είναι συνήθως μέλη ομάδων περιθωριακών ατόμων, άτομα εθισμένα σε ναρκωτικά ή ευρισκόμενα κάτω από έντονη συναισθηματική φόρτιση και άτομα ανυπόμονα που επιζητούν την άμεση εξυπηρέτηση τους χωρίς να αναμένουν.
Επισημαίνεται ότι λόγω της σοβούσας οικονομικής κρίσης και των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων που αυτή επιφέρει, αυξάνεται θεαματικά ο αριθμός των προσφευγόντων στα νοσοκομεία πολιτών, χωρίς να υπάρχει το αναγκαίο προσωπικό, με συνέπεια να δημιουργούνται μεγάλες και πολύωρες σειρές αναμονής και αποτέλεσμα τον έντονο εκνευρισμό.
Η βία που ασκείται εκδηλώνεται με λεκτικές επιθέσεις, με εκδηλώσεις ασέλγειας, μικροτραυματισμους και σοβαρότερους τραυματισμούς.
Εξ όλων αυτών η λεκτική βία είναι το ίδιο επιβλαβής με τη σωματική και έχει συνέπειες σωματικές όπως κεφαλαλγίες, ιλίγγους, ψυχοσωματικά ενοχλήματα και αίσθημα κόπωσης.
Επίσης εκδηλώνονται επιπτώσεις συναισθηματικές όπως κατάθλιψη και σύνδρομο μετατραυματικού στρες.
Τέλος προκαλούνται επιπτώσεις συμπεριφοράς, όπως άρνηση για εργασία και επιθετικότητα.
Η λεκτική βία εκφράζεται με ύβρεις, προσβολές, σαρκασμούς, ειρωνείες, απειλές, κυνισμό, υποτιμητικά ρατσιστικά ή σεξουαλικά σχόλια, που σκοπό έχουν να υποτιμήσουν το άτομο.
Η σωματική βία εκδηλώνεται με ραπίσματα, γρονθοκτυπήματα, λακτίσματα, βιαίες λαβές ακινητοποίησης, χρήση αμβλείων και αιχμηρών αντικειμένων, καθώς και χρήση οξέων υγρών.
Αποτέλεσμα αυτών είναι η εκδήλωση καταγμάτων δακτύλων, χειρών, ποδών, σπονδυλικής στήλης και πλευρών. Επίσης κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις διαφόρων βαθμών, θλαστικά τραύματα, εκτεταμένα αιματώματα, τραύματα οφθαλμών και εγκαύματα. Αναφέρονται δε και τραυματικές διακοπές κυήσεων.
Εξ αυτών όλων είναι επόμενο να υπονομεύεται ακόμα περισσότερο η ποιότητα παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες, από ένα σύστημα που υφίσταται συνεχή υποβάθμιση.
Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποιος θεσμοθετημένος κανονισμός καταγραφής, μελέτης, αποτροπής και διαχείρισης των περιστατικών αυτών. Επίσης δεν υπάρχουν θεσμοθετημένα όργανα φύλαξης των χώρων Υγείας. Το ιδιωτικό προσωπικό φύλαξης δεν έχει την εκπαίδευση που απαιτείται, ούτε και την αρμοδιότητα για την αποτελεσματική διαχείριση των περιστατικών βίας.
Η αστυνομία που καλείται, απομακρύνει πρόσκαιρα τον βιαιοπραγούντα από τον χώρο και υποδεικνύει στον αποδέκτη της βίας να κάνει προσωπική μήνυση και έτσι να υποβληθεί σε πολυέξοδες και χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες.
Το γεγονός ότι δεν υφίσταται μηχανισμός καταγραφής και διαχείρισης των καθημερινών περιστατικών βίας ούτε προβλέπεται η σύστασή του, εξηγεί και το φαινόμενο να μη υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία από τις αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά αυτά να αντλούνται από τις προσωπικές αναφορές των εργαζομένων στους χώρους υγείας και από τα αστυνομικά δελτία.
Απαιτείται επομένως επιτακτικά η θεσμοθέτηση κανονισμού και υπηρεσίας διαχείρισης των περιστατικών βίας στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας.
Συγκεκριμένα προτείνεται:
1.Ίδρυση και λειτουργία υπηρεσιών διαχείρισης των περιστατικών βίας, που θα περιλαμβάνει την καθιέρωση παρατηρητήριου σε κάθε χώρο υγείας σε διασύνδεση με γενικό δίκτυο.
2.Στελέχωση των υπηρεσιών αυτών με ειδικό προσωπικό καταγραφής, αντιμετώπισης και διεκπεραίωσης των περιστατικών, στο οποίο μεταξύ άλλων θα συμπεριλαμβάνονται, Κοινωνικός Λειτουργός, Ψυχίατρος, Δικηγόρος και Αστυνομικός.
3.Η λειτουργία των υπηρεσιών αυτών θα βασίζεται σε λεπτομερή κανονισμό διαχείρισης των περιστατικών βίας και καθιέρωση σχετικών πρωτοκόλλων.
Ενδεικτικά οι πρώτες ενέργειες από την εκδήλωση του περιστατικού βίας, η από την διαπίστωση σχετικής πρόθεσης, πρέπει να είναι:
Α. Ειδοποίηση της υπηρεσίας διαχείρισης, από τον δεχόμενο την άσκηση βίας ιατρό η νοσηλευτή, η από όποιον τρίτο αντιλαμβάνεται το περιστατικό η την πρόθεση.
Β. Απομάκρυνση του βιαιοπραγούντος από τον χώρο του επεισοδίου από ειδικό όργανο.
Γ. Μεταφορά του βιαιοπραγούντος σε ειδικό χώρο καταγραφής του περιστατικού βίας.
Δ. Καταγραφή του περιστατικού.
Ε. Περαιτέρω διαχείριση.
Επισημαίνεται ότι η διασφάλιση ενός νομοθετικού πλαισίου αλλά και η δυνατότητα καταγραφής καταγγελιών και διερεύνησης τέτοιων φαινομένων θα λειτουργήσει εποικοδομητικά στις εργασιακές συνθήκες, αφού θα δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας στους εργαζόμενους στους χώρους της Υγείας αλλά και αποτρεπτικά σε τέτοια φαινόμενα βίας λεκτικής, σωματικής και συναισθηματικής, σε όσους επιλέγουν να εφαρμόζουν τέτοιες πρακτικές.
Αυτά τα φαινόμενα βίας εκδηλώνονται σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, στις ΗΠΑ και την Αυστραλία, όπου λαμβάνονται μέτρα προστασίας ολοένα και περισσότερο, με την ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών που προβλέπουν αυστηρότατες κυρώσεις σε τέτοιου είδους παραβατικές συμπεριφορές.
Αποτελεί επομένως επιτακτική αναγκαιότητα η διαμόρφωση νομοθετικού και οργανωτικού πλαισίου που θα δώσει συνολική λύση στο πρόβλημα, το οποίο εκδηλώνεται συνεχώς και συχνότερα.