Ο προσφάτως δημοσιοποιηθείς καταλογισμός σε ιατρό του ΕΣΥ του ποσού των 850.000 ευρώ ως αποζημίωσης που είχε επιδικαστεί κατά του οικείου νοσοκομείου, επανέφερε στην επικαιρότητα την εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών και το σχετικό νομικό πλαίσιο, σύμφωνα με τα οποία, τα Δημόσια Νοσοκομεία εξαιρούνται των μέχρι τώρα υποχρεώσεων, να αποζημιώνουν τους ασθενείς που παρουσιάζουν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους και η όλη υποχρέωση των αποζημιώσεων καταλογίζεται στους ιατρούς που υπηρετούν στο ΕΣΥ.
Βάσει αυτής της εγκυκλίου, οι επιδικασμένες ήδη αστικές αποζημιώσεις σε βάρος των νοσοκομείων του ΕΣΥ που είχαν μέχρι τώρα την ευθύνη, καταλογίζονται στους ιατρούς για να μη επιβαρύνονται οι προϋπολογισμοί των δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
Με την συγκεκριμένη εγκύκλιο επανέρχεται μια σκανδαλώδης κατάσταση που εκδηλώνονταν με ιδιαίτερη ένταση τα προηγούμενα χρόνια, στην οποία εμπλέκονταν με απροκάλυπτο τρόπο ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, που έβλεπαν τους ιατρούς, ως μία εν δυνάμει αγορά ασφαλισμένων.
Με αφορμή την συγκεκριμένη εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών, οι ασφαλιστικές εταιρίες εντατικοποιούν ήδη τις ενέργειές τους, με στόχο να αυξήσουν τις πωλήσεις τους και να επωφεληθούν από τις αυξημένες ανάγκες, στις οποίες καλούνται να ανταπεξέλθουν οι ιατροί, τους οποίους προσεγγίζουν προτείνοντάς τους ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια για αστική κάλυψη επαγγελματικής ευθύνης.
Επισημαίνεται ότι η επαγγελματική ευθύνη των ιατρών, αφορά συχνότερα τις χειρουργικές ειδικότητες, λιγότερο συχνά στις παθολογικές ειδικότητες και ακόμα πιο λίγο στις εργαστηριακές ειδικότητες.
Είναι γνωστό ότι στη χώρα μας, δεν υπάρχει δημόσια ασφαλιστική κάλυψη των ιατρών για την επαγγελματική ευθύνη.
Αυτή την δημόσια ασφαλιστική ανεπάρκεια, επιχειρούν να καλύψουν οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, με ατομικά συμβόλαια που προτείνονται στους ιατρούς, των οποίων η δραστηριότητα έχει υψηλό κλινικό κίνδυνο και επομένως μεγάλη επαγγελματική ευθύνη.
Τα προηγούμενα χρόνια δραστηριοποιούνταν σε όλη την Ελλάδα δικηγορικές εταιρείες, οι οποίες αναζητούσαν περιπτώσεις ασθενών που παρουσίαζαν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κλινικής τους αντιμετώπισης. Στην συνέχεια προτείνονταν στους ασθενείς να κάνουν μηνύσεις εναντίον των ιατρών που τους περιέθαλψαν.
Σημαντικό μέρος από τα χρηματικά ποσά, τα οποία καταδικάζονταν να πληρώσουν οι ιατροί, εισέπρατταν οι ίδιες δικηγορικές εταιρίες .
Δεν ήταν σπάνιο το φαινόμενο, δικηγορικές εταιρίες να συνεργάζονται με ασφαλιστικές εταιρίες, με σκοπό οι ιατροί να αποδέχονται συμβόλαια κάλυψης της ιατρικής επαγγελματικής ευθύνης, ώστε να αποφεύγονται μελλοντικές μηνύσεις εναντίον τους.
Εκείνη την περίοδο ορισμένα Δημόσια Νοσοκομεία εκδήλωσαν την πρόθεση, να συνάψουν ομαδικά ασφαλιστήρια συμβόλαια επαγγελματικής ευθύνης για τους γιατρούς που εργάζονται σε αυτά, αλλά με πληρωμή των δαπανών ασφάλισης από τους ίδιους τους ιατρούς.
Με πρωτοβουλία του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου ζητήθηκε να καλυφθεί ασφαλιστικά από τα νοσοκομεία, η επαγγελματική ιατρική ευθύνη των γιατρών που απασχολούνται σε αυτά.
Μέχρι σήμερα αυτό το αίτημα δεν έχει γίνει αποδεκτό και έτσι κάθε νοσοκομειακός ιατρός, προκειμένου να είναι ασφαλιστικά καλυμμένος για την επαγγελματική ευθύνη κατά την άσκηση του κλινικού έργου, πρέπει να ασφαλίζεται προσωπικά.
Η αναζωπύρωση εκείνου του κλίματος με επαπειλούμενες μαζικές αγωγές εις βάρος των νοσοκομειακών ιατρών, από εξειδικευμένα στο αντικείμενο δικηγορικά γραφεία, αναμένεται να έχει σημαντικές συνέπειες για την ασφαλή άσκηση της ιατρικής, με σαφείς επιδημιολογικές επιπτώσεις.
Η δραματική μείωση των μισθών των ιατρών, συνεπεία των δημοσιονομικών μέτρων που έπληξαν και την Υγεία, δεν επιτρέπει στους περισσότερους να καλύπτουν την πληρωμή των ασφαλίστρων και πολύ περισσότερο των αποζημιώσεων, σε περίπτωση που καταδικαστούν από τα αρμόδια δικαστήρια, καθ ην στιγμή οι συνθήκες που επικρατούν στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας και οι ελλείψεις που υπάρχουν, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στο απευχόμενο ενδεχόμενο κλινικών συμβάντων.
Επομένως, προκειμένου οι ιατροί να διασφαλίσουν όσον είναι δυνατόν την προσωπική επαγγελματική και φυσική τους υπόσταση, είναι αναμενόμενο να επιλέγουν τη λεγόμενη «αμυντική ιατρική», αποφεύγοντας τις χειρουργικές θεραπείες και ανεβάζοντας το κόστος της νοσηλείας απαιτώντας την διενέργεια υψηλού κόστους εξετάσεων για διασφάλισή τους.
Είναι αναμενόμενο ότι τα επιδημιολογικά στοιχεία που θα προκύψουν από αυτή την κατάσταση, θα αναδείξουν την περαιτέρω δραματική μείωση της ποιότητας της περίθαλψης, με δυσμενείς επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία.
Για να αποτραπούν αυτές οι δυσμενείς εξελίξεις για την περίθαλψη των πολιτών, είναι αναγκαίο να αποσυρθεί άμεσα η προκλητική εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών, να διαμορφωθεί αναλόγως το νομικό πλαίσιο που την επέβαλε και να θεσπιστεί η εκ μέρους των Δημοσίων Νοσοκομείων ομαδική ασφάλιση αστικής ευθύνης όλων των ιατρών που εργάζονται σε αυτά .
Η υγεία των πολιτών και η ποιότητα της περίθαλψης δεν μπορεί να περιφρονούνται απροκάλυπτα, χάριν ανάλγητων λογιστικών υπολογισμών.