Του ιερέως
Παναγιώτου
Σ. Χαλκιά
«Για τους Λακεδαιμονίους, αν η σωτηρία τους δεν συνοδεύεται από ψυχική ανωτερότητα, είναι προτιμότερος ο θάνατος»
Αγησίλαος
Περσικοί Πόλεμοι, φίλοι αναγνώστες. Ο Ξέρξης με τον πολυπληθή στρατό του – 2,6 εκατομμύρια άνδρες κατά τον Ηρόδοτο, 400 χιλιάδες κατά τους νεότερους – στρατοπεδεύει νότια της Θεσσαλίας, στην Τραχινία.
Οι Έλληνες στο συνέδριο της Κορίνθου αποφασίζουν να τον αντιμετωπίσουν από κοινού, αποστέλλοντας στόλο στο Αρτεμίσιο (οι Αθηναίοι) και στρατό στις Θερμοπύλες. Η επιλογή του στενού των Θερμοπυλών έγινε για να αντιμετωπιστεί η αριθμητική υπεροχή των Περσών. 300 Σπαρτιάτες, 500 Τεγεάτες, 500 Μαντινείς, 1.120 Αρκάδες, 400 Κορίνθιοι, 1.000 Φωκείς και Οπούντιοι Λοκροί, καθώς και πολλοί Λακεδαμόνιοι περίοικοι (σύνολο δυνάμεων περίπου 6.000 άνδρες), στρατοπεδεύουν στις Θερμοπύλες και περιμένουν εντολές του αρχηγού τους, του βασιλιά Λεωνίδα, για να ριχτούν στη μάχη.
Ο Ξέρξης (480 π.Χ. Αύγουστος), δεν επιτίθεται αμέσως, γιατί θεωρεί ότι οι συμμαχικές δυνάμεις θα διαλυθούν τελικά και θα υποχωρήσουν μπροστά στην απειλή του τεράστιου στρατού του. Μετά από τέσσερις ημέρες και ενώ ο στόλος του στο Αρτεμίσιο δεχόταν ήττες, στέλνει κήρυκες στις Θερμοπύλες, ζητώντας την άνευ όρων παράδοση των Ελλήνων.
Μάλιστα, ένας κήρυκας, είπε ότι τα βέλη των Περσών είναι τόσα πολλά, που θα σκεπάσουν τον ήλιο. Τότε ο Σπαρτιάτης Διηνέκης είπε απλά: «Ωραία, τότε θα πολεμήσουμε υπό σκιάν».
Όταν οι κήρυκες γύρισαν πίσω άπρακτοι, ο Ξέρξης τους έστειλε και δεύτερη φορά, προσφέροντας πλούσια ανταλλάγματα στο Λεωνίδα, προκειμένου να παραδώσει τα όπλα. Τότε εκείνος του απαντά: «Μολών Λαβέ» (έλα να τα πάρεις)!
«Πάλιν δε Ξέρξον γράψαντος «πέμψον τα όπλα», αντέγραψε «Μολών Λαβέ».
Την Πέμπτη μέρα, ο Ξέρξης επιτίθεται, βέβαιος για την ήττα των Ελλήνων. Όμως, και κείνη την ημέρα, αλλά και την επόμενη, οι επιθέσεις του Περσών αποτυγχάνουν και οι απώλειές τους είναι μεγάλες. Και αυτό γιατί, παρόλο που οι Πέρσες υπερείχαν αριθμητικά, η στρατηγική του Λεωνίδα ήταν ευφυέστατη και ο οπλισμός των Ελλήνων οπλιτών ήταν καταλληλότερος από αυτόν των Περσών για τη μάχη στη συγκεκριμένη περιοχή.
Οι Έλληνες ήταν άρτια εκπαιδευμένοι και τα δόρατά τους ήταν πολύ δυνατά και με μεγάλο μήκος, ενώ και τα αμυντικά τους όπλα ήταν πολύ ανθεκτικά.
Αντίθετα, τα τόξα των Περσών, τους ήταν άχρηστα σε ένα τόσο στενό σημείο. Οι 300 Σπαρτιάτες, που ανήκαν στο επίλεκτο σώμα στρατού, επιτίθεντο στους Πέρσες σε φάλαγγα και όταν εκείνοι ξεκινούσαν αντεπίθεση, οι Σπαρτιάτες προσποιούνταν οπισθοχώρηση. Τότε, ο εχθρικός στρατός χαλάρωνε και έχανε την οργάνωσή του. Αμέσως, οι Σπαρτιάτες έφταναν στο στενότερο σημείο του περάσματος, όπου υπήρχαν και άλλες δυνάμεις, σχημάτιζαν εκ νέου οργανωμένη φάλαγγα και χτυπούσαν τους Πέρσες.
Όμως, οι νίκες των Ελλήνων δεν έμελλε να συνεχιστούν. Στα νώτα της θέσης των Ελλήνων, υπήρχε το μονοπάτι της Ανοπαίας Ατραπού, τη φύλαξη του οποίου είχε αναθέσει ο Λεωνίδας στου 1.000 Φωκείς, που γνώριζαν την περιοχή. Ο Εφιάλτης, κάτοικος της Τραχινίας, παρουσιάστηκε στον Ξέρξη και του πρότεινε να οδηγήσει τους Πέρσες στο εν λόγω μονοπάτι. Ο Ξέρξης έστειλε τον Υδάρνη με 10.000 επίλεκτους πολεμιστές. Οι Πέρσες αιφνιδιάζουν τους Φωκείς, οι οποίοι δεν προλαβαίνουν να αντιδράσουν και διαλύονται.
Τα άσχημα νέα για την κυκλωτική κίνηση των Περσών, φτάνουν στο ελληνικό στρατόπεδο, το πρωί της τρίτης ημέρας. Τότε, τα περισσότερα ελληνικά στρατεύματα αποφασίζουν να αποχωρίσουν ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή υπακούουν στις διαταγές του Λεωνίδα να φύγουν, για να μη θυσιαστούν. Ο Λεωνίδας θεωρεί αδιανόητο για τον ίδιο να τραπεί σε φυγή, αυτός και το επίλεκτο σώμα του. Είναι έτοιμος να επιτελέσει το χρέος του προς την πατρίδα του, μολονότι γνωρίζει την τελική έκβαση της μάχης. Μαζί με τους Σπαρτιάτες μένουν και οι Θεσπιείς και οι Θηβαίοι.
Ο Λεωνίδας μέχρι τέλους προσπαθεί να προξενήσει όσο το δυνατό περισσότερες απώλειες στον εχθρό. Παρατάσσει τους πολεμιστές του σε ένα αρκετά πλατύ σημείο των Θερμοπυλών και επιτίθεται στους Πέρσες, οι οποίοι αντεπιτίθενται, κατά κύματα. Αποκρούονται επιτυχώς, αλλά όχι χωρίς απώλειες και για τους Έλληνες. Ο Λεωνίδας πέφτει ηρωικά μαχόμενος. Οι εναπομείναντες Έλληνες υποχωρούν. Τότε καταφθάνει ο Υδάρνης και η μάχη λήγει με τον αποδεκατισμό τους. Στο μνημείο των πεσόντων γράφτηκε το επίγραμμα του Σιμεωνίδη του Κίου: «Ω ξειν’ αγγέλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» (ξένε μήνυσε στους Λακεδαιμονίους ότι εδώ είμαστε θαμμένοι, υπακούοντας τις προσταγές τους).
Ο Εφιάλτης, φίλοι αναγνώστες, που ανταμείφθηκε πλουσιοπάροχα από τον Ξέρξη για τις υπηρεσίες του, επικηρύχθηκε από τους Έλληνες και κρύφτηκε για κάποια χρόνια. Όταν επέστρεψε στον τόπο του, νομίζοντας ότι τον είχαν ξεχάσει, τον αναγνώρισε ο Αθηνάδης και τον δολοφόνησε, αρνούμενος το ποσόν της επικήρυξης.