Του ιερέως:
Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Η πρώτη του μηνός Οκτωβρίου, φίλοι αναγνώστες, έχει καθιερωθεί ως «Παγκόσμιος ημέρα των ηλικιωμένων».
Επί του θέματος αυτού, θα μου επιτρέψετε να γράψω μερικές σκέψεις μου.
Μελετώντας το διάλογο Κέφαλου-Σωκράτη, από το πρώτο βιβλίο της «Πολιτείας» του Πλάτωνα, βρίσκουμε την ανάλυση της έννοιας των γηρατειών και την προοδευτική στόχευση των νέων. Τα γηρατειά είναι: μέστωμα της ζωής, αποθησαυρισμένη πείρα, καταλάγιασμα και ειρήνευση της ψυχής. Στα νιάτα, ακόμη και στην ακμή της ηλικίας του, ο άνθρωπος δεν μπορεί να ηρεμήσει. Δεν είναι μόνο οι φυσιολογικές ανάγκες που δεν τον αφήνουν ήσυχο, αλλά και όλες οι λοιπές βιοτικές μέριμνες.
Το κύριο στοιχείο που συνοδεύει τα γηρατειά είναι το θησαύρισμα της πείρας. Όλοι οι λαοί του κόσμου, τους γέροντες τους ετίμησαν και σ’ αυτούς εμπιστεύτηκαν τη διακυβέρνησή τους. Ανέκαθεν δηλαδή η ηθική αξία των ανθρώπων, προσδιορίζεται σε συνάρτηση με την ηλικία τους. Όχι γιατί η ηλικία αυτή καθ’ εαυτή προσθέτει στο πνεύμα, αλλά γιατί με τη μακρά ζωή ο άνθρωπος αποθησαυρίζει πολύτιμη πείρα, που τον βοηθάει να βλέπει τα πράγματα οξύτερα και ψυχραιμότερα.
Μόνο σαν θαύμα είδαν ανέκαθεν οι άνθρωποι τη σοφία να παρουσιάζεται στους νέους. Την περιμένουν μόνο στην προχωρημένη ηλικία, τότε που κατασταλάζει ο άνθρωπος.
Είναι, όμως, μόνον η πείρα που κάνει σοφότερο τον γέροντα;
Νομίζω, ότι μαζί με την πείρα πρέπει να συνυπολογίσουμε εδώ και την αποδέσμευσή του από τις βιοτικές μέριμνες, τους επαγγελματικούς ανταγωνισμούς και τις ακοίμητες φιλοδοξίες που ταλαιπωρούν τις ηλικίες αυτές.
Η καρτερία και η διαλλακτικότητα, η επιείκεια και η κατανόηση που δείχνουν οι γέροντες, οφείλονται στο μεγάλο τους προνόμιο, ότι βλέπουν τα προβλήματα της ζωής από μακριά. Αν αισθανόμαστε πολλές φορές την ανάγκη να καταφύγουμε στη βοήθειά τους και δεν εμπιστευόμαστε τον πατέρα μας αλλά τον παππού μας, όχι τη μητέρα μας αλλά τη γιαγιά μας, είναι επειδή από ένστικτο καταλαβαίνουμε ότι ο πατέρας και η μητέρα βρίσκονται ακόμη μέσα στη ζωή, έχουν τα δικά τους προβλήματα να λύσουν και δεν μπορούν να εννοήσουν τα δικά μας. Η απόσταση κάνει τους γέροντες αντικειμενικούς, επιεικέστερους και διαλλακτικότερους.
Αυτή, ακριβώς, είναι η οπτική γωνία των γερόντων. Ξέρουν πως απολήγουν στο τέλος τα πράγματα και πως από απειρία ή ανυπομονησία δίνομε συνήθως μεγάλο συντελεστή σημασίας σε εντελώς ασήμαντα πράγματα. Η σοφία των γηρατειών είναι πολύ χρήσιμη για τους νέους ανθρώπους.
Λέγεται, συνήθως, ότι τα νιάτα είναι επαναστατικά, αγαπούν τις μεγάλες καινοτομίες, απαιτούν ριζικές λύσεις, δεν δέχονται συμβιβασμούς. Και αυτό, πραγματικά, είναι η χάρη και η δόξα τους. Λέγεται, ακόμη, ότι τα γεράματα είναι, κατά κανόνα, συντηρητικά, ηλικία των συμβιβασμών, ότι τα χρόνια εκείνα ο άνθρωπος και στις εχθρότητες και στις συμπάθειές του είναι μαλακός, ότι δεν προσέχει τις πολύ λεπτές αποχρώσεις, βλέπει μονάχα τα βασικά χρώματα, δεν μετακινείται προς νέες καταστάσεις, άγνωστες, αδοκίμαστες ακόμη κ.ο.κ. Και τούτο είναι αληθινό, έως ένα σημείο τουλάχιστον. Μπορούμε, μάλιστα, με αυτά τα μέτρα να προσδιορίζουμε τα γεράματα της μικρής ηλικίας και τα νιάτα της μεγάλης ηλικίας.
Γιατί υπάρχουν και νέοι συντηρητικοί, συμβιβαστικοί, υποχωρητικοί, που δεν αγαπούν ό,τι πρόκειται να τους βγάλει έξω από τα καθιερωμένα. Όπως, αντίθετα, υπάρχουν και γέροντες ριζοσπαστικοί, που νεάζουν στις σκέψεις και στα αισθήματα, που ενθουσιάζονται για τις επαναστατικές καινοτομίες κ.λπ. Τα δύο, λοιπόν, στρατόπεδα υπάρχουν και μακάρι να διαχωρίζονται ανάλογα με την ηλικία των σταυροφόρων τους. Γιατί χρειάζονται και τα δύο. Είναι απαραίτητα για την υγεία του κοινωνικού σώματος. Αλίμονο στις κοινωνίες που αποτελούνται μόνο από «νέους» (στα νεύρα και στις ιδέες) ανθρώπους, που διαρκώς καλπάζουν ορμητικά προς τα εμπρός. Και αλίμονο πάλι στις κοινωνίες που καμωμένες μόνο από «γέροντες» (στα μυαλά και στα χέρια) που τρέμουν κάθε μεταβολή και την καταριόνται. Ευλογημένες είναι εκείνες που έχουν και τις δύο κατηγορίες πολιτών. Η ιστορία χρειάζεται και τα δύο ρεύματα. Την ιστορία (των ιδεών, του πολιτισμού) τη γράφουν και οι δύο παρατάξεις: Και οι προοδευτικοί και οι συντηρητικοί, οι «νέοι», αλλά και οι «γέροι». Οι «νέοι» οδεύουν με ορμή προς καινούργιες κατακτήσεις, οι «γέροι» συντηρούν τα κατακτημένα, για να μείνουν, να αποτελέσουν την «παράδοση».
Κάθε ηλικία έχει το δικό της ρόλο να παίξει και αστοχεί όταν παίρνει το ρόλο της άλλης. Αξιοπαρατήρητο, μάλιστα είναι τούτο: ότι όσο επαναστάτης είναι κανείς στα νιάτα του, τόσο καταλαβαίνει στα γεράματά του την αξία του αποκτημένου. Και όσο συντηρητικός είναι στα νιάτα του, τόσο λιγότερο εκτιμά την παράδοση στα γεράματά του.
Έπειτα, λοιπόν, φίλοι αναγνώστες, από την επίμονη δράση των πρώτων ηλικιών, τα γεράματα, απόληξη και στεφάνωμα του βίου, είναι η αναπαυτική θεώρηση των σκληρών αγώνων της ζωής. Ύστερα από την επαναστατική ορμή της νεότητας, τα γεράματα είναι η συντήρηση και η καταξίωση των αποκτημένων.
Μετά τον άγριο πόλεμο των παθών, έρχεται με τα γεράματα η ώρα της ειρήνης. Αναπαυτική, ήρεμη και γλυκιά, σαν το γαλήνιο δειλινό μιας μεγάλης, τρικυμισμένης ημέρας.