Του Χρήστου Δελαβερίδη
Άσμα Δ΄
ΕΝΑ τό χελιδόνι * κι ἡ Ἄνοιξη ἀκριβή
Γιά νά γυρίσει ὁ ἥλιος * θέλει δουλειά πολλή
Θέλει νεκροί χιλιάδες * νά ‘ναι στους Τροχούς
Θέλει κι οἱ ζωντανοί * νά δίνουν τό αἷμα τους.
Θέ μου Πρωτομάστορα * μ’ ἔχτισες μέσα στά βουνά
Θέ μου Πρωτομάστορα * μ’ ἔκλεισες μές στή θάλασσα!
Πάρθηκεν ἀπό Μάγους * τό σώμα τοῦ Μαγιοῦ
Τό ‘χουνε θάψει σ’ ἕνα * μνῆμα τοῦ πέλαγου
Σ’ ἕνα βαθύ πηγάδι * τό ‘χουνε κλειστό
Μύρισε τό σκοτά * δι κι ὅλη ἡ Ἄβυσσο.
Θέ μου Πρωτομάστορα * μέσα στίς πασχαλιές καί Σύ
Θέ μου Πρωτομάστορα * μύρισες τήν Ἀνάσταση!
Σάλεψε σάν τό σπέρμα * σέ μήτρα σκοτεινή
Τό φοβερό τῆς μνήμης * ἔντομο μές στή γῆ
Κί ὅπως δαγκώνει ἀράχνη * δάγκωσε τό φῶς
Ἔλαμψαν οἱ γιαλοί * κι ὅλο τό πέλαγος.
Θέ μου Πρωτομάστορα * μ’ ἔζωσες τίς ἀκρογιαλιές
Θέ μου Πρωτομάστορα * στά βουνά μέ θεμέλιωσες!
ΑΝΑΛΥΣΗ:
Το υπέροχο αυτό ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη, που συγκίνησε τόσες γενιές ανθρώπων που το θεωρούν ως μία ωδή στην ελευθερία, δεν είναι τόσο απλοϊκό όσο φαίνεται. Για τον λόγο αυτό, πιστεύω, ότι συγκινεί και όλους τους ανθρώπους που το ακούν, χωρίς ίσως να καταλαβαίνουν το υπερφυσικό ή μεταφυσικό του νόημα.
Το ποίημα αυτό είναι μία ωδή προς την Ζωή, όπως αυτή εκδηλώνεται την Άνοιξη. (Δεν είναι τυχαίο που ο ποιητής είναι ο νουνός της πολιτικής παράταξης «Πολιτική Άνοιξη»).
Ένα λοιπόν είναι το χελιδόνι (αυτό που θα φέρει την Άνοιξη) και η Άνοιξη που θα προέλθη από αυτό θα είναι ακριβή (ειδικά μεγάλης αξίας).
Για να γυρίσει ο Ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Γιατί να γυρίσει ο Ήλιος? Ο Ήλιος συνέχεια τριγυρνά μέσα στο στερέωμα, αλλά για να γυρίσει και να αλλάξει το Φως του σε Φώς που θα « φωτίζει» τον κόσμο και δεν θα τον ζεσταίνει μονάχα, τότε θα χρειαστεί «δουλειά πολλή».
Θα χρειαστεί νεκροί χιλιάδες να προσπαθούν σε εκατοντάδες ενσαρκώσεις τους, «στους τροχούς του βίου, δηλαδή σε επανειλημμένες γεννήσεις και θανάτους» .
Θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους. Το αίμα όμως είναι ο φορέας της ενέργειας, του «αιθερικού σώματος» όπως λέγεται με άλλα λόγια. Θα πρέπει δηλαδή όσοι είναι ζωντανοί να προσφέρουν το αίμα τους, την ενέργειά τους, με πράξεις αυτοθυσίας, για να μπορέσει το Ένα και μοναδικό χελιδόνι να φέρει την Άνοιξη.
Θέ μου Εσύ που είσαι Πρωτομάστορας, με έχτισες μέσα στα βουνά, στον υλικό κόσμο δηλαδή, Θέ μου Εσύ που είσαι Πρωτομάστορας μ’ έκλεισες μέσα στην θάλλασα. Το νερό εκπροσωπεί τον συναισθηματικό κόσμο. Τι πιο ωραία περιγραφή για το τι είναι ο άνθρωπος, πνεύμα που είναι χτισμένο με ύλη και είναι βουτηγμένο μέσα σε ωκεανούς συναισθημάτων.
Πάρθηκεν από μάγους, εδώ εννοεί λευκούς μάγους ικανούς να κάνουν αυτήν την μεγάλη πράξη, το σώμα του Μαγιού. Ο Μάϊος είναι ο μήνας όπου εκδηλώνεται η Ζωή σε όλο της το μεγαλείο, άρα το σώμα της είναι η Ζωή. Πήραν λοιπόν οι «Μάγοι» την Ζωή και την έθαψαν σ’ ένα μνήμα του πέλαγου και την έκλεισαν σ’ ένα βαθύ πηγάδι στα έγκατα τη Γής. Γιατί το έκαναν αυτό? Για να δώσουν ζωή τον υλικό κόσμο, για να φωτίσουν τον συναισθη-ματικό κόσμο, για να λάμψει και να μυρίσει έτσι ωραία το σκοτάδι κι όλη η Άβυσσος.
Θέ μου Εσύ που είσαι Πρωτομάστορας, μέσα στις Πασχαλιές κι Εσύ, τότε δηλαδή που ανθίζουν οι πασχαλιές, το Πάσχα δηλαδή, μύρισες την Ανάσταση. Με την Ανάστασή σου έφερες την μοσχο- βολιά στην Γή. Εδώ πλέον ο ποιητής γίνεται πιο συγκεκριμένος και εννοεί τον Χριστό που κατήλθε στον Άδη, στο σκοτάδι, στην Άβυσσο για να μετατρέψει με το Φώς του το σκοτάδι και την Άβυσσο σε ευωδία. «Ότε κατήλθες προς τον Θάνατο, η Ζωή η Αθάνατος», άλλωστε ψάλλουμε και στις εκκλησίες.
Σάλεψε σάν τό σπέρμα σέ μήτρα σκοτεινή, Εδώ μας λέγει ότι ο Χριστός φέρνει το άγιο πνεύμα (spirito santo) στα έγκατα της Γής, όπου «τό φοβερό τῆς μνήμης ἔντομο μές στή γῆ» ο βαρύς υλικός κόσμος, ο κόσμος της διττότητας (άσπρο – μαύρο, ζεστό – κρύο, παρελθόν – μέλλον) αρχίζει να σαλεύει και να παίρνει ζωή.
Κι ὅπως δαγκώνει ἀράχνη δάγκωσε τό φῶς, και αυτός, δηλαδή, ο υλικός κόσμος δάσκωσε το Φως, το έπιασε δηλαδή σφικτά για να μην του ξεφύγει και έτσι «Ἔλαμψαν οἱ γιαλοί κι ὅλο τό πέλαγος».
Θέ μου Πρωτομάστορα * μ’ ἔζωσες τίς ἀκρογιαλιές
Θέ μου Πρωτομάστορα * στά βουνά μέ θεμέλιωσες!
Θεέ μου Πρωτομάστορα αφού με έπλασες με ύλη (Χούς εσμέν) με περιέζωσες με ακρογιαλιές με το στοιχείο δηλαδή του νερού, του συναισθήματος.
Το εξαίσιο αυτό ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη με ελάχιστα λόγια μας περιγράφει την Θεογονία και τον σκοπό της ενσάρκωσης, της εις Άδη μετάβασης και της Ανάστασης του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.
Αγαπητέ Οδυσσέα το βραβείο Νόμπελ που σου έδωσαν σου πέφτει λίγο !
Σ’ ευχαριστούμε.