Από τον Εμπορικό Σύλλογο Αλεξάνδρειας ανακοινώνονται τα εξής:
«Σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο του ν. 4177/2013, ως ενδιάμεσες εκπτωτικές περίοδοι ορίζονται καταρχήν το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου και το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου, ωστόσο μπορούν να μεταβάλλονται σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα με απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη, η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη του τοπικού Εμπορικού Συλλόγου, δημοσιεύεται μέχρι την 1η Δεκεμβρίου κάθε έτους που προηγείται της εφαρμογής των ενδιάμεσων εκπτωτικών περιόδων.
Στις περιφερειακές ενότητες για τις οποίες η ως άνω απόφαση δεν έχει εκδοθεί, ισχύουν τα πρώτα 15νθήμερα Μαΐου και Νοεμβρίου. Συνακόλουθα, εάν, στην περιφερειακή ενότητα που ανήκετε, ο αρμόδιος Αντιπεριφερειάρχης δεν έχει αποφασίσει, η φετινή ενδιάμεση «εαρινή» εκπτωτική περίοδος, είναι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου. Οι 15 ημέρες είναι ημερολογιακές και όχι εργάσιμες.
Με την επιφύλαξη λοιπόν των παραπάνω αναφερόμενων, ως ημέρα έναρξης του φετινού εαρινού δεκαπενθημέρου ενδιάμεσων εκπτώσεων είναι η Πέμπτη, 2 Μαΐου (καθώς η πρωτομαγιά είναι πλέον υποχρεωτική αργία) και αντίστοιχα, τελευταία ημέρα των εκπτώσεων είναι η Τετάρτη, 15 Μαΐου.
Μεγάλη προσοχή πρέπει να δοθεί στο ισχύον πλαίσιο (Υ.Α. 56885/10-11-2014) που ορίζει ότι: «Κατά τη διενέργεια εκπτώσεων, εκτός από την αναγραφή της παλαιάς και της νέας μειωμένης τιμής των αγαθών και υπηρεσιών που πωλούνται με έκπτωση, επιτρέπεται και η αναγραφή και εμπορική επικοινωνία ποσοστού έκπτωσης». Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η αναγραφή παλιάς και νέας τιμής είναι επιβεβλημένες, ενώ συμπληρωματικά μόνο δίνεται η δυνατότητα αναγραφής ποσοστού έκπτωσης. Πρέπει να τονιστεί ότι, σε ελέγχους που έχουν πραγματοποιηθεί κατά το πρόσφατο παρελθόν, πολλοί επιχειρηματίες, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τον σχετικό φόρτο εργασίας, δεν αναγράφουν στα υπό έκπτωση προϊόντα διπλές τιμές αλλά καταφεύγουν στην χρήση γενικευμένου ποσοστού μείωσης. Δεν χρειάζεται να τονίσουμε ότι αυτή η πρακτική, όσο και αν γίνεται καλοπροαίρετα, παραβιάζει το νόμο και επισύρει αυστηρές κυρώσεις, θεωρούμε δε ότι αυτήν την εποχή της κρίσης είναι εντελώς αχρείαστο να επιβάλλονται πρόστιμα που μπορεί να πλήξουν την βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου (άρθρο 21 ν. 4177/2013), σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις περί εκπτώσεων επιβάλλεται πρόστιμο ποσού ίσου με το 0,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.
Στην επιβαρυντική περίπτωση που οι εκπτώσεις είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό τους ή ως προς την ακρίβεια των αναγραφόμενων τιμών ή ως προς την ποσότητα των προσφερόμενων με έκπτωση προϊόντων ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση του καταναλωτή, επιβάλλεται πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.
Αρμόδια αρχή για την επιβολή των προστίμων είναι ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, όπου διαπιστώνεται η παράβαση. Οι αρχές αυτές ελέγχουν την εφαρμογή της νομοθεσίας για τις εκπτώσεις.
Πρέπει να τονιστεί ότι, η ΕΣΕΕ, έχοντας διαπιστώσει προ πολλού την αποτυχία των ενδιάμεσων εκπτώσεων, οι οποίες αντί να βοηθούν τις επιχειρήσεις πλήττουν εντέλει τον θεσμό των εκπτώσεων συνολικά, βρίσκεται ήδη σε συνεννόηση με την Γενική Γραμματεία Εμπορίου για την κατάργησή τους. Εφόσον έχουμε εξελίξεις μέχρι την εναρκτήρια ημερομηνία της 2ης Μαΐου, θα ενημερώσουμε σχετικά».