Γράφειο Ορ. Σιδηρόπουλος
Λοιπόν, έχω νομίζω το δικαίωμα να καταθέσω κάποιες «υποθήκες», που θα απευθύνονται στους μεθαυριανούς δημοτικούς άρχοντες. Και μη νομίζετε καλοί μου αναγνώστες ότι πρόκειται για επτασφράγιστα μυστικά. Προβλήματα της πόλης μας είναι, «γνωστά τοις πάσι». Προβλήματα που χρονίζουν και που γι’ αυτά, ελάχιστοι ασχολούνται. Και συνήθως, οι ίδιοι. Με τον ίδιο πάντοτε ζήλο.
Και χωρίς άλλες περιστροφές, ας προχωρήσουμε στο θέμα.
Θ’ αρχίσω με πολλές επιφυλάξεις από τη γνωστή γέφυρα, της οποίας η κατασκευή θ’ αποτελούσε ανέκδοτο, αν η σοβαρότητα του θέματος δε μας υποχρέωνε να δούμε την ιστορία με το σεβασμό που αρμόζει κάθε αναφορά στους εκλιπόντες μεγάλους ευεργέτες. Άλλωστε, κάποιες πληροφορίες μιλούν για ομαλή πλέον πορεία του έργου.
Αναμένουμε. «Κυριακή κοντή γιορτή» λέει ο λαός. Θα συμφωνήσουμε και θα κλείσουμε την πρώτη μας αναφορά. Κάποια ερωτηματικά που έχουν να κάνουν με την προϊστορία του έργου, δεν είναι το παρόντος.
Θα φύγουμε και θα πάμε στην άλλη άκρη της πόλης: Στην πλατεία μας! Στην πλατεία με την πληθώρα των εκκρεμοτήτων.
Δε θα μιλήσουμε για τον πύργο με το φημισμένο ρολόι και δε θα περιλάβουμε στη λίστα των υποθηκών μας την ανακατασκευή του, μιας και ο χαρακτηρισμός «όνειρο άπιαστο» έχει προδιαγράψει το μέλλον του. Θα μιλήσουμε όμως με στεντόρεια φωνή για το παλιό δικαστήριο. Για το πανέμορφο νεοκλασικό κτίριο που η παρουσία του έδινε κάποτε ξεχωριστή γοητεία στην πλατεία και σ’ όλη την περιοχή. Να μην πω, σ’ όλη την πόλη.
Τόσο δύσκολο έργο αποτελεί επιτέλους η παραχώρησή του στο δήμο; Κι όμως, η ανακαίνισή του θα έδινε ξεχωριστή αίγλη στο χώρο και στη δημοτική αρχή τη δυνατότητα να στεγάσει τους καλλιτεχνικούς και πολιτιστικούς της θησαυρούς.
Κυριώτισσα! Η αξιοποίηση της ιστορικής γειτονιάς διέτρεξε για κάποιο χρονικό διάστημα λαμπρή πορεία. Έπειτα… «κάθισε» και σιγά-σιγά, έχασε την προηγούμενη ζωντάνια της. Κι όμως, κάπου εκεί, στη μέση της οδού Τριών Ιεραρχών, στεγάζεται ανεκπλήρωτο και ξεχασμένο το όνειρο μιας αρχόντισσας. Το όνειρο της Ευδοξίας Σαράφογλου, που δώρισε στο δήμο μας, το έτος 1972 την οικοδομή της ολόκληρη, για να αποτελέσει κέντρο πολιτισμού και λαογραφίας.
Σήμερα, η πόρτα του αρχοντικού είναι κλειστή και οι ξένοι επισκέπτες, ματαίως αναζητούν την είσοδο για το Λαογραφικό Μουσείο που τους υπόσχεται κάποιος παμπάλαιος οδηγός του δήμου Βέροιας.
Και τώρα ερχόμαστε στην πιο σημαντική παρέμβαση. Ερχόμαστε (για μιαν ακόμη φορά) στις μπουλντόζες του Δήμου που εξακολουθούν να παραμένουν αδρανείς, αναμένοντας την άνωθεν εντολή για να προχωρήσουν στην κατεδάφιση των αυθαιρέτων και ερειπωμένων μαγαζιών της Κεντρικής οδού, που καλύπτουν τη βόρεια πλευρά της αναπαλαιωθείσας Παλαιάς Μητρόπολης. Της πλευράς με τη βυζαντινή τοιχοποιεία, που την κρατά φυλακισμένη πίσω από τις βρώμικες τζαμαρίες, η ανεξήγητη επιμονή μιας ανελέητης και σχολαστικής υπηρεσίας.
Της πλευράς που θα ολοκλήρωνε την αναπαλαίωση και θα έδινε στην Εκκλησία το αρχικό της μεγαλείο αλλά και την ανεπανάληπτη γοητεία της.