Γράφει ο
Παναγιώτης
Παπαδόπουλος
Φιλόλογος
ΜΕΡΟΣ ΚΒ
Άμεσες ήταν οι δραστηριότητες του Καραβαγγέλη μετά την εγκατάστασή του στη Μητρόπολη της Αμισού(Σαμψούντα) και την Επισκοπή της Αμάσειας. Πολλές από αυτές τις ενέργειες είχαν θρησκευτικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα ενώ άλλες κοινωνικό με σκοπό τη στήριξη των Ελλήνων. Ενδιαφέρθηκε στη Μητρόπολή του για την παιδεία με την ίδρυση σχολείων και την ομαλή λειτουργία τους. Στην Αμισό ενίσχυσε το Γυμνάσιο της πόλης, ίδρυσε Γυμναστήριο με πλήρη αθλητικό εξοπλισμό από την Αθήνα. Ακόμα και κατάλληλο νεκροταφείο κατασκεύασε με εκκλησία δίπλα του. Όλα αυτά τα έργα και πολλά άλλα γίνονται με συνδρομές των ομογενών. Φρόντισε ακόμα να ανοικοδομηθεί μεγαλοπρεπέστατο Μητροπολιτικό μέγαρο με τις απαραίτητες αίθουσες για τη λειτουργία των γραφείων για το Μητροπολίτη και το προσωπικό. « Στην Πάφρα χτίζω Γυμνάσιο και δίπλα Επισκοπείο.. Αλλά και στα χωριά δίνω ώθηση προς τα γράμματα και αναζωογονώ τη μελέτη της ελληνικής γλώσσας.»1
Όλα αυτά και πολλά άλλα έργα τα οποία δημιούργησε με τους ομογενείς μας δεν μπόρεσαν να τα χαρούν τη ζωή εξ αιτίας του Α΄ΠΠ. Το 1915 θα αρχίσει η γενοκτονία των Αρμενίων και πολύ σύντομα θα τελειώσει με δραματικό τρόπο. Το ελκυστικό σύνθημα «Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ» είχε απόλυτη επιτυχία στην εφαρμογή του. Το έργο της εθνοκάθαρσης θα επιτύχει απόλυτα. «Μέσα σε δεκαπέντε μέρες σφάχτηκε ολόκληρο έθνος». Οι Έλληνες στο διάστημα αυτό ζούσαν το δικό τους μαρτύριο της ληστείας των Ελληνικών περιουσιών και τις δολοφονίες αθώων πολιτών.
Το 1916 άρχισε και το δράμα της μαζικής εξόντωσης των Ελλήνων. Είναι το νέο σχέδιο των Νεότουρκων ο «Λευκός θάνατος». Ήταν «οι εκτοπισμοί και οι πορείες θανάτου »του άμαχου ελληνικού πληθυσμού, μέσα από την πείνα και τη δυστυχία Τα γυναικόπαιδα ήταν υποχρεωμένα να διανύουν τεράστιες αποστάσεις μέσα από τα χιονισμένα βουνά σε ακραία καιρικά φαινόμενα, όπου παραμόνευαν η εξόντωση και ο θάνατος. 2
Ο θάνατος του αντρικού πληθυσμού άρχισε με την επιστράτευση. Οι άντρες στέλνονταν μακριά από τις εστίες τους, στα «τάγματα εργασίας». Σκοπός τους τυπικά ήταν οι εργασίες κοινής ωφελείας…όμως ουσιαστικά οι εργασίες αυτές συνέχιζαν όσο συνέχιζε η σωματική και ψυχική αντοχή του καθενός.»Εκεί υφίσταντο την πείνα και την εξαθλίωση, εργαζόμενοι υπό καιρικές συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες. Ήταν αδύνατο να αντέξει ανθρώπινη ύπαρξη αυτήν την ταπείνωση που οδηγούσε στο θάνατο. 3
Ο Γερμανός τα γνώριζε όλα αυτά, γιατί του τα εμπιστεύθηκε ο πρόξενος της Αυστρίας. Ταξίδεψε στα σύνορα της Τουρκίας με τη Ρωσία και εκεί κατόρθωσε να συναντήσει τον Τούρκο στρατάρχη Βεχήπ Πασά στο στρατόπεδό του. Εκμεταλλευόμενος τη φιλοξενία πού του είχε προσέφερε στο παρελθόν αλλά και τη φιλία πού τους συνέδεε από τις σπουδές τους μαζί στη Γερμανία επιδίωξε να κερδίσει την εύνοιά του με σκοπό να πετύχει την προστασία και τη σωτηρία των Ελλήνων. Βέβαια, πέτυχε να διασώσει προσωρινά την πόλη από τις βάρβαρες και ληστρικές διαθέσεις των φανατικών μουσουλμάνων. Δυστυχώς, το σχέδιο για τις εκτοπίσεις συνέχισε να εφαρμόζεται. Ζήτησε ακόμη και τη βοήθεια του αρχιστρατήγου Ισμέτ πασά, του κατοπινού πρωθυπουργού της Τουρκίας, που έμεινε γνωστός, ως Ισμέτ Ινονού, ο οποίος του υποσχέθηκε ότι θα φροντίσει για τη σωτηρία της Αμισού. Η υπόσχεση διήρκεσε λίγες μόνον ημέρες, γιατί μόλις έφυγε και αυτός, το κακό δεν άργησε να έρθει. Ένας άλλος Τούρκος Πασάς, ο Ραφέτ, βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί τους κατοίκους της Αμισού, απαγχονίζοντας 45 νέους Έλληνες της πόλης, που ήταν φυγόστρατοι. Ο απαγχονισμός των νέων έγινε στην πλατεία της Αμισού, μπροστά στα βλέμματα του τουρκικού πληθυσμού, που παρακολουθούσε τα γεγονότα με ικανοποίηση.
Την ίδια εποχή ιδρύθηκε και το αντάρτικο στον Πόντο. Πολλοί στρατεύσιμοι νέοι μετά την κήρυξη του πολέμου δραπέτευαν από τα εργατικά τάγματα γιατί δεν άντεχαν τις απάνθρωπες και βάρβαρες συνθήκες διαβίωσης που επικρατούσαν και κατέφευγαν στα βουνά για να γλιτώσουν. Εκεί θα συναντήσουν πολλούς συμπατριώτες τους .φυγόστρατους και όλοι μαζί, θα δημιουργήσουν, μικρές στην αρχή, ένοπλες ομάδες για να αποτελέσουν κατά τη διάρκεια του πολέμου ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων άτακτων (τσετέδων). Θα ζήσουν στα βουνά κάτω από άγριες καιρικές συνθήκες υπερασπιζόμενοι τον άμαχο πληθυσμό Αργότερα θα συγκροτήσουν μεγαλύτερες ομάδες και θα έλθουν σε σύγκρουση με τον τουρκικό στρατό. Για τη συντήρηση τους φρόντιζαν με κίνδυνο της ζωής τους οι κάτοικοι των χωριών.. Διατηρούσαν επικοινωνία με τους ομογενείς της Ρωσίας για να εξασφαλίζουν όπλα και πολεμοφόδια. Αυτές τις ανταρτικές ομάδες φρόντισε ο Γερμανός Καραβαγγέλης μόλις έφτασε στον Πόντο να τις οργανώσει, έχοντας την πολύτιμη εμπειρία που απόκτησε από τον Μακεδονικό Αγώνα,, όταν ήταν Μητροπολίτης Καστοριάς. Ήταν τόση μεγάλη η συνδρομή του στην οργάνωση των ανταρτικών ομάδων, ώστε να αποτελέσει για τον Κεμάλ την κατάλληλη δικαιολογία της επιβουλής της Γενοκτονίας των Ποντίων. Αργότερα στα απομνημονεύματά του, θα ανεβάσει τον αριθμό των ανταρτών σε 30.000 περίπου και θα το θεωρήσει έργο του Γερμανού Καραβαγγέλη.
Βιβλιογραφία
1.Αντιγόνη Μπέλλου-Θρεψιάδου. «Μορφές Μακεδονομάχων και τα ποντιακά του Γερμανού Καραβαγγέλου» σελ.99-100 εκδ. Τροχαλία
2 Αντιγόνη Μπέλλου-Θρεψιάδου ό.π. σελ.101, 103-104
3.Χάρης Τσιρκινίδης.» Επιτέλους τους Ξεριζώσαμε» Εκδ. Π.Σουμελά. σελ.88-89
-Σ.Ιωακειμίδης. «Συμβολή εις την Γενικήν ιστορίαν του Πόντου» σελ.64
Συνεχίζεται