Γράφει η Όλγα Κουτμηρίδου - Μεταξά
Και αν τώρα έφευγε η ψυχή… και αν το πρόσωπο άσπρο σαν φτερό περιστεριού κοίταξε ξέπνοα πίσω.
Αν αυτά τα δευτερόλεπτα του αποχωρισμού είχα τον χρόνο να σκεφτώ τι θα άλλαζα; Ποια σκέψη πρώτη θάμενε στον νου; Η τελευταία καλή μου πράξη; η τελευταία αμαρτία μου; Ποια εικόνα θάθελαν τα μάτια να αιχμαλωτίσουν και να την πάρουν μαζί τους στο μακρινό ταξίδι μου;
Ξάφνου πάνιασε το πρόσωπο και έσβησε το βλέμμα και έπεφτε αχνό το φως του ήλιου κλειστά απ’ το μικρό παράθρο… Ίσα που πρόλαβα το χέρι να σηκώσω την τελευταία πνοή τ’ αέρα να μαζέψω με λαχτάρα και να την πιω. Το σώμα άρχισε να παγώνει και η ζωή να φεύγει. Κρύος ιδρώτας έλουσε το μέτωπο. Ήμουν έτοιμη την άκρη της κλωστής να χάσω, αυτής που αν από τα χέρια έφευγε θα μ’ έπαιρνε μακριά σε άγνωστους κόσμους.
Την τελευταία στιγμή ένα χέρι με άγγιξε. Κάτι πάτησε το στήθος, κάτι κρύο και οδυνηρό. Ένας γλυκός καυτός πόνος… τάραξε την αταραξία του σώματος που παραδόθηκε σχεδόν στο άπειρο και ξαναμπήκε σε τροχιά όλη η ύπαρξή μου. Εκεί ανάμεσα στο τέλος και στην αρχή η σκέψη σταματά, οι εικόνες ξεθωριάζουν, τα μάτια δακρύζουν χωρίς λόγο. Ο νους τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και όλη η ζωή περνά μπρος σου. Και ενώ το σώμα είναι φαινομενικά ακίνητο, στην ουσία κάθε κύτταρό του παλεύει να κρατηθεί να ζήσει.
Και ας είναι η ζωή αγώνας δύσκολος μετ’ εμποδίων, ας λείπει η Αγάπη ας μην υπάρχει τίποτε δίκαιο και μόνο η λέξη… η τόσο θελκτική αυτή λέξη σε αναστατώνει και σε μεθά σαν ολόγλυκο κρασί να αγωνίζεσαι να περπατήσεις πάνω της έστω και μεθυσμένος… πόσο πολύτιμη είναι η ζωή… η ζωή μου… Μέσα στην παράταξη της επαναφοράς ένα χαμόγελο αισιοδοξίας και χαράς άνθισε στα χείλη μου. Μπόρεσα και σήκωσα το χέρι μου.
Ακούμπησα την καρδιά μου… Ενώθηκαν οι χτύποι της καρδιάς μου με τους ήχους γύρω μου. Κάποιος σκούπισε τον ιδρώτα στο μέτωπό μου. Κάποιος άλλος με καλωσόρισε στη ζωή… Ένας άνδρας με πράσινο σκούφο μου χαμογέλασε…
Και μια όμορφη κοπέλα κάτι μου είπε και με σκέπασε… Αυτό το ταξίδι ήταν κουραστικό… λυτρωτικό… καθοριστικό…
Γύρισα πίσω σ’ αυτό που δεν εκτιμούσα αρκετά. Σ’ αυτό που θεωρούσα δεδομένο. Σ’ αυτό που δεν αγαπούσα όπως έπρεπε. Σ’ αυτό που μου χαρίστηκε για να το κάνω πιο όμορφο. Σ’ αυτό που έπρεπε και πρέπει να το περπατήσω, στοϊκά, καρτερικά με χιούμορ, ευέλικτα. Αγαπησιάρικα.
Γύρισα πίσω στη ΖΩΗ…