της Χρύσας Μπέκα , Ψυχολόγος –
ψυχοθεραπεύτρια
«Όταν μεγάλωσε ο
πατέρας του του είπε:
«Παιδί μου, δε
γεννιόμαστε όλοι με φτερά. Μπορεί να μην είσαι υποχρεωμένος να πετάξεις, νομίζω
όμως πως είναι κρίμα να μείνεις μόνο στο περπάτημα αφού έχεις τα φτερά που ο
καλός Θεός σου έδωσε.»
«Μα δεν ξέρω να πετάω» απάντησε ο γιος.
«Σωστά…» είπε ο πατέρας. Και περπατώντας, τον πήγε ως το χείλος του
γκρεμού, στο βουνό.
«Βλέπεις γιε μου; Το κενό. Όταν θελήσεις να πετάξεις, θα έρθεις εδώ θα
πάρεις βαθιά ανάσα, θα πηδήξεις στην άβυσσο και απλώνοντας τα φτερά σου θα
πετάξεις».
Ο γιος αμφέβαλλε.
«Κι αν πέσω;»
«Ακόμα κι αν πέσεις, δε θα σκοτωθείς. Οι λίγες γρατζουνιές θα σε κάνουν
πιο δυνατό στην επόμενη προσπάθεια» αποκρίθηκε ο πατέρας.
Το παιδί γύρισε στο
χωριό να δει τους φίλους του, τις παρέες του, όλους εκείνους που είχε
συντρόφους στην πορεία της ζωής του. Οι πιο στενόμυαλοι του είπαν:
«Είσαι τρελός; Για ποιο λόγο; Ο πατέρας σου είναι μισότρελος… Για ποιο
λόγο να πετάξεις; Τι σου χρειάζεται; Γιατί δεν αφήνεις τις ανοησίες; Τι νόημα
έχει να πετάξεις;»
Οι καλύτεροι φίλοι του
τον συμβούλεψαν:
«Κι αν είναι αλήθεια; Μα σίγουρα δεν είναι επικίνδυνο; Γιατί δεν
αρχίζεις σιγά-σιγά; Δοκίμασε να πηδήξεις από μια σκάλα ή από την κορυφή ενός
δέντρου. Αλλά από τον γκρεμό, βρε παιδί μου;…»
Ο νεαρός άκουσε τις
συμβουλές όσων τον αγαπούσαν. Ανέβηκε στην κορυφή του δέντρου και, με όλο του
το θάρρος, πήδηξε. Άνοιξε τα φτερά του, τα κούνησε στον αέρα με όλη του τη
δύναμη αλλά, δυστυχώς, έπεσε στο έδαφος.
Μ’ ένα καρούμπαλο στο
κεφάλι συνάντησε τον πατέρα του.
«Μου είπες ψέματα! Δεν μπορώ να πετάξω. Το δοκίμασα και κοίτα πως χτύπησα!
Δεν είμαι σαν κι εσένα. Τα φτερά μου είναι μόνο για στολίδι.»
«Παιδί μου» είπε ο πατέρας, «για να πετάξεις, πρέπει να έχεις τον
απαραίτητο ελεύθερο χώρο στον αέρα, ώστε τα φτερά σου να ξεδιπλωθούν. Είναι σαν
να πέφτεις με αλεξίπτωτο: χρειάζεσαι κάποιο ελάχιστο ύψος για να πηδήξεις.
Για να πετάξεις πρέπει να αρχίσεις να ριψοκινδυνεύεις.
Αν δε θέλεις να το κάνεις, καλύτερα να συμβιβαστείς και να μείνεις για
πάντα στο περπάτημα…»
Jorge Bucay
«Βασίσου
πάνω μου»
Δύο είναι τα
βασικά ερωτήματα που καλούμαστε να διαπραγματευτούμε καθ’ όλη τη διάρκεια της
ζωής μας:
«Αξίζω να μ’
αγαπάς;» και,
«Είμαι
ικανός να τα καταφέρω;».
Οι θετικές
αποκρίσεις στους παραπάνω προβληματισμούς είναι τα εφόδια για να χτίσουμε μια θετική
εικόνα εαυτού, την γενικότερη αίσθηση του «είμαι
σημαντικός για αυτό που είμαι, και εμπιστεύομαι τις δυνάμεις μου για να πετύχω
τους προσωπικούς μου στόχους». Η πίστη ότι «αξίζω» και ότι «μπορώ» είναι
μια ποιότητα που υπάρχει ήδη από τη στιγμή της γέννησης. Ερχόμαστε στη ζωή
καταβάλλοντας όλες τις δυνάμεις που χρειάζονται για να αποχωριστούμε το ασφαλές
περιβάλλον τις μήτρας και να κάνουμε το πρώτο βήμα μας στον έξω κόσμο. Η
επιτυχία της γέννησης είναι και η πρώτη νίκη. Η πρώτη επιβεβαιωτική εμπειρία
ότι είμαστε εγγενώς εξοπλισμένοι με όλο εκείνο το υλικό που θα μας βοηθήσει να
τα καταφέρουμε. Η αμέσως επόμενη πρόκληση είναι η εμπειρία του οικογενειακού
περιβάλλοντος, το οποίο με τη δυναμική του, είτε θα ενισχύσει την έμφυτη τάση
μας για διαρκή εξέλιξη, είτε θα αποδυναμώσει το αποτύπωμα εκείνης της πρώτης
επιτυχίας, επιβάλλοντας επίκτητους φόβους και περιορισμούς.
Στο πλαίσιο
μιας υγιούς οικογενειακής δομής, οι γονείς παρέχουν την πρώτη ασφαλή βάση για
να ενδυναμώσουμε τα φτερά μας και να αρχίσουμε δειλά τα ταξίδια στον έξω κόσμο.
Ο ρόλος τους είναι να προσφέρουν ανιδιοτελώς και χωρίς όρια και όρους την αγάπη
τους, για να μας μάθουν μέσα από το καθρέφτισμά τους να αγαπούμε και εμείς τον
εαυτό μας. Να διδάξουν μέσα από το παράδειγμά τους την αυτοεκτίμηση και την
υπευθυνότητα, επιβάλλοντας κανόνες και όρια, τα οποία μέσω της συνεχούς
επικοινωνίας θα επαναπροσδιορίζονται, ανάλογα με τις τρέχουσες απαιτήσεις και
τα νέα δεδομένα της καθημερινότητας. Ο ρόλος τους είναι να προετοιμάσουν τα
παιδιά τους για να κάνουν το επόμενο βήμα.
Ωστόσο,
πολλές φορές τα πράγματα δεν εξελίσσονται τόσο αρμονικά. Οι γονείς, ξεκινώντας
από τα δικά τους συναισθηματικά ελλείμματα και τις δικές τους ανασφάλειες,
χτίζουν ένα πλαίσιο γεμάτο περιορισμούς και φόβους για τον έξω κόσμο. Με άλλα
λόγια, σταδιακά αποδυναμώνουν την πίστη του παιδιού ότι θα τα καταφέρει και
τσαλακώνουν τα φτερά του. Η συνδρομή ενός τέτοιου οικογενειακού συστήματος αλλά
και οι μετέπειτα τραυματικές εμπειρίες αποτυχίας οδηγούν σε καθήλωση στα ασφαλή
και σε φόβο απέναντι σε οποιαδήποτε άγνωστη συνθήκη που απαιτεί την ικανότητα
να ρισκάρεις.
Όλοι
κρύβουμε μέσα μας τη δυνατότητα να ανοίξουμε τα φτερά μας για να πετάξουμε σε
μακρινούς και νέους προορισμούς, και να ταξιδέψουμε μακριά και πέρα από τα
γνώριμα τοπία. Αρκεί να ανακαλύψουμε τι είναι αυτό που μας καθηλώνει, ποίος
φόβος βαραίνει τα φτερά μας και ποια η δύναμη που θα υπερνικήσει το σκοτεινό
πέπλο του φόβου και θα μας απελευθερώσει.
Επειδή η αλήθεια είναι ότι, όταν αποφασίσουμε να πετάξουμε, αν τα
καταφέρουμε, θα γίνουμε ευτυχισμένοι και αν αποτύχουμε στις πρώτες μας πτήσεις,
θα γίνουμε σοφότεροι…