«Η ΔΕΗ δεν μπορεί πλέον να απορροφά τις επιβαρύνσεις. Χρειάζεται αύξηση στα τιμολόγια η οποία θα είναι όσο το δυνατόν μικρότερη και δικαιότερη». Αυτά επισήμανε χθες ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης, σημειώνοντας ότι το ποσοστό της αύξησης θα είναι μονοψήφιο και τονίζοντας ακόμη ότι θα είναι πιο δίκαιο και αποτελεσματικό να προστεθεί στα τιμολόγια ρήτρα οριακής τιμής του συστήματος (είναι η τιμή χονδρικής που διαμορφώνεται στην ημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας), αντί για την ρήτρα ρύπων (δηλαδή, το κόστος των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που επιβαρύνει την ηλεκτροπαραγωγή), που είχε συζητηθεί πρόσφατα. Παράλληλα, είναι υπό εξέταση η μείωση του ποσοστού επιβράβευσης των συνεπών στις πληρωμές καταναλωτών το οποίο σήμερα είναι 15%.
Ο επικεφαλής της ΔΕΗ προσδιόρισε χρονικά τη λήψη των αποφάσεων για την αναπροσαρμογή των τιμολογίων στο επόμενο δεκαπενθήμερο και τη συνέδεσε με τις επαφές που προγραμματίζονται το Φεβρουάριο με διεθνείς επενδυτές για την έξοδο της ΔΕΗ στις αγορές η οποία αποσκοπεί στην άντληση 250-300 εκατ. ευρώ που θα χρησιμοποιηθούν μεταξύ άλλων για την αποπληρωμή ομολόγου που λήγει το Μάιο. Έξοδος η οποία για να είναι επιτυχής θα χρειαστεί βελτίωση του περιθωρίου προ φόρων τόκων και αποσβέσεων της επιχείρησης (EBITDA).
Ο κ. Παναγιωτάκης χαρακτήρισε θετικές τις εξελίξεις στον τομέα των ληξιπρόθεσμων οφειλών τονίζοντας ότι το βασικό πρόβλημα είναι οι τελικοί πελάτες, δηλαδή, οι οφειλές καταναλωτών που έχουν διακόψει την ηλεκτροδότηση των εγκαταστάσεών τους ή έχουν μετακινηθεί σε άλλο πάροχο. Πρόκειται για 600.000 καταναλωτές η οφειλή των οποίων κυμαίνεται στα 800 εκατ. ευρώ ανεβάζοντας τις συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές στη μέση και χαμηλή τάση στο επίπεδο του 1,7 δισ. ευρώ. Στα 200 εκατ. ευρώ κυμαίνονται οι οφειλές του ευρύτερου δημοσίου τομέα (μαζί με τους οργανισμούς εγγείων βελτιώσεων) και άλλα 400 εκατ. ευρώ είναι οφειλές από μεγάλες βιομηχανίες που τροφοδοτούνται από το δίκτυο υψηλής τάσης.