Γράφει ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Η καινούργια χρονιά προχωρά ήδη με γοργά βήματα, ενώ εξακολουθεί να ακούγεται ο απόηχος από τις εορτές, από την ανταλλαγή των ευχών, αλλά και από τις χαρούμενες στιγμές των ημερών.
Κάποια στιγμή όμως όλα αυτά τα χαρούμενα συναισθήματα των εορτών, αναπόφευκτα συναντούν ξανά την αμείλικτη πραγματικότητα, με τα σοβαρά προβλήματα του τόπου να είναι περισσότερο υπαρκτά, δραματικά, επίκαιρα και πιεστικά από ποτέ.
Τα μείζονα εθνικά ζητήματα, η οικονομική κρίση που εξακολουθεί να σοβεί παρά την «έξοδο» από τα μνημόνια και τα κοινωνικά προβλήματα που λαμβάνουν όλο και περισσότερο χαρακτηριστικά ανθρωπιστικής κρίσης, αποτελούν και τους οδοδείκτες μέσω των οποίων υποχρεούται η χώρα να πορευτεί τον νέο χρόνο.
Κορυφαίας σημασίας κοινωνικό ζήτημα αποτελεί η Υγεία που και με τον νέο έτος εξακολουθεί να εντάσσεται σε μια περίοδο που εύλογα χαρακτηρίζεται ως η πλέον δραματική, από όλες όσες έχουν βιώσει η Κοινωνία και οι Ιατροί, από πολλά χρόνια.
Η καινούργια χρονιά οδεύει δεσμευμένη με τις συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται από την πολιτεία, οι οποίες έχουν υποβαθμίσει δραματικά την ιατρική απασχόληση όπως αυτή υπήρχε και κάλυπτε τις ανάγκες περίθαλψης των πολιτών, τα προηγούμενα χρόνια.
Ο χρόνος που ήδη τρέχει εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από την μεθοδική κυβερνητική άρνηση να προσεγγιστούν και να δρομολογηθούν βιώσιμες λύσεις και προοπτικές στα μεγάλα προβλήματα που συνοδεύουν την περίθαλψη των πολιτών και έχουν επιφέρει νομοτελειακά την κατάρρευση του υφιστάμενου συστήματος υγείας.
Αυτή η μεθόδευση που εξακολουθεί και μετά την αυγή του νέου χρόνου, οδηγεί συστηματικά τους νέους κυρίως Ιατρούς που αντιμετωπίζουν το ζοφερό φάσμα της ανεργίας και της περιφρονητικής υποβάθμισης τους, παρά τα ατέλειωτα και επίπονα χρόνια σπουδών, ειδικοτήτων και εξειδικεύσεων, προς αναζήτηση αξιοπρεπών συνθηκών απασχόλησης σε άλλες χώρες.
Αποτέλεσμα αυτού του φαινομένου είναι, η χώρα μας να εξακολουθεί να καταγράφει τον μεγαλύτερο αναλογικά αριθμό μεταναστών Ιατρών σε όλη την Ευρώπη.
Η πολιτική ηγεσία παρά την επίκληση της «μεταμνημονιακής εποχής», εξακολουθεί να πορεύεται σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και στοχευόμενης δημιουργίας πλεονασμάτων μέσω της μείωσης των δημοσίων δαπανών.
Έτσι και με το ξεκίνημα του νέου χρόνου εξακολουθούν να περικόπτονται συστηματικά και απροκάλυπτα οι λειτουργικές δαπάνες των δημόσιων νοσοκομείων, να μειώνονται οι μισθοί και να αναστέλλεται η πληρωμή εφημεριών και υπερωριών του προσωπικού.
Αυτή η κατάσταση σε συνδυασμό με τις συνεχώς επιδεινούμενες συνθήκες εργασίας, αναγάγουν σε ηρωισμό την ευσυνείδητη άσκηση του καθήκοντος, προκειμένου να λειτουργούν με στοιχειώδη επάρκεια τα δημόσια νοσοκομεία.
Το νέο έτος βρήκε τους επικουρικούς ιατρούς που ήταν απολύτως αναγκαίοι για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, να έχουν περιέλθει σε μια ανάλγητη ομηρία παντελώς ανεπίτρεπτη για ειδικευμένους επιστήμονες.
Ήδη όσων η σύμβαση έχει λήξει αποχώρησαν από τις θέσεις τους αναμένοντας εναγωνίως την υποσχεθείσα ανανέωση.
Εν κατακλείδι η καινούργια χρονιά βρίσκει τα δημόσια νοσοκομεία σε συνθήκες κατάρρευσης κάτω από το βάρος της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης.
Σε συνθήκες δραματικής υποβάθμισης αναγκάζεται και στην καινούργια χρονιά να πορευτεί η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Η μετονομασία των πρώην Μονάδων Υγείας ΙΚΑ-ΕΟΠΥΥ-ΠΕΔΥ σε Κέντρα Υγείας, δεν αποκατέστησε την δραματική αδικία που συντελέστηκε εις βάρος της περίθαλψης των πολιτών, με τις απολύσεις του ιατρικού προσωπικού που έγιναν κατόπιν των καθ ομολογία μνημονιακών επιταγών.
Ο νέος χρόνος βρίσκει τα Κέντρα Υγείας υποβαθμισμένα και υποστελεχωμένα κατά εντελώς περιφρονητικό για την περίθαλψη των πολιτών τρόπο, ενώ παρακολουθεί ανεκπλήρωτα τα οράματα των θνησιγενών, υποστελεχωμένων και ανεπαρκών ΤΟΜΥ, παράλληλα με την πλήρως αποτυχημένη εφαρμογή του Οικογενειακού Ιατρού.
Οι Ιατροί που εξακολουθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στις Μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, εξακολουθούν να υφίστανται την μεταβολή των εργασιακών τους σχέσεων με καταναγκαστική μεθόδευση.
Με την καινούργια χρονιά που ήδη κυλάει, οι αυτοαπασχολούμενοι ελευθεροεπαγγελματίες ιατροί βιώνουν την δραματική εξέλιξη της επαγγελματικής τους προοπτικής, με τις οφειλές του Δημόσιου Ασφαλιστικού Συστήματος να συσσωρεύονται επί έτη χωρίς να αποδίδονται στους δικαιούχους και την άδικη φορολογική και ασφαλιστική επέλαση να υπονομεύει την ίδια τους την υπόσταση.
Ταυτόχρονα η αυθαίρετη παρακράτηση των ληξιπροθέσμων οφειλών προς τους παρόχους υπηρεσιών υγείας, το «κούρεμα» των χρεών του ΕΟΠΥΥ μέσω του rebate και του claw back, καθώς και η μετακύλιση μεγάλου μέρους της δημόσιας ιατροφαρμακευτικής δαπάνης στους ίδιους τους ασθενείς, δείχνουν το ανάλγητο και προκλητικό πρόσωπο της κυβερνητικής εξουσίας που παραμένει αναλλοίωτο και στην νέα χρονιά.
Επί πλέον ο καινούργιος χρόνος παρακολουθεί την εκ μέρους του κράτους επίμονη απόρριψη του αιτήματος για καθιέρωση συλλογικής σύμβασης εργασίας και την προσπάθεια θεσμοθέτησης και επιβολής ενός σαθρού πλαισίου που προβλέπει δραματικές μειώσεις των αμοιβών και αύξηση των υποχρεώσεων των Ιατρών, που εκ των πραγμάτων καθίσταται ανεφάρμοστο και ανενεργές.
Κύριο χαρακτηριστικό όλων αυτών των διαπιστώσεων στον χρόνο που τρέχει, είναι η προκλητική περιφρόνηση των υποχρεώσεων της πολιτείας έναντι της Υγείας των πολιτών και η συνολική εχθρότητα προς τους Ιατρούς συνολικώς.
Μπροστά σ’ αυτή την εφιαλτική πραγματικότητα την οποία όλοι βιώνουν και που εξακολουθεί να καταγράφεται και στην καινούργια χρονιά, ως μόνη διέξοδος προβάλλει η δυναμική και οργανωμένη αντίδραση της κοινωνίας, αλλά και των ίδιων των Ιατρών που σε κάθε Σύστημα Υγείας, παραμένουν η θεμελιακή του βάση.
Κατά το τρέχον έτος αναμένονται κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις όπως άλλωστε είναι ευρέως γνωστό.
Στην ιστορική αυτή συγκυρία οι οργανωμένοι κοινωνικοί φορείς επιβάλλεται να αντιδράσουν συστηματικά και δυναμικά, ώστε να ανατραπούν οι αντιιατρικές μεθοδεύσεις που έχουν σαν συνέπεια την δραματική υποβάθμιση της περίθαλψης των πολιτών.
Κατά τις γενικότερες ανακατατάξεις που διαφαίνονται, είναι επιτακτική η διατράνωση της κοινωνικής απαίτησης ότι «η Υγεία των πολιτών πρέπει να σταματήσει να αποτελεί αντικείμενο ανάλγητων λογιστικών πειραματισμών που μετέτρεψαν την οικονομική κρίση σε βαθειά ανθρωπιστική για ολόκληρη την κοινωνία».
Αυτή είναι η πρόκληση της νέας χρονιάς, ώστε η Υγεία να καταλάβει την θέση που της αρμόζει, ως το πρωταρχικό κοινωνικό αγαθό.