ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καὶ Μητροπολίτης
τῆς Ἱερᾶς καὶ Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας
ΠΡΟΣ
τὸν ἱερὸν κλῆρον καὶ τὸν εὐσεβῆ λαὸν τῆς καθ’ ἡμᾶς θεοσώστου Ἐπαρχίας.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
«Ἐν δούλοις τῷ Καίσαρος δόγματι ἀπεγράφης πειθήσας, καί δούλους ἡμᾶς ἐχθροῦ καί ἁμαρτίας ἠλευθέρωσας, Χριστέ».
Θαῦμα θαυμάτων συντελεῖται σήμερα στό ταπεινό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Ὁ Θεός-Πατήρ ἐκπληρώνει τήν ὑπόσχεσή του πρός τό ἀνθρώπινο γένος καί ἀπό ἄπειρη ἀγάπη ἀποστέλλει στή γῆ τόν Υἱό του ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ δέχεται ἀπό ὑπακοή στόν Θεό-Πατέρα νά κλίνει οὐρανούς καί νά κατέλθει στή γῆ ἐνδυόμενος τήν ἀνθρώπινη φύση γιά χάρη τῶν ἀνθρώπων. Καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τελεσιουργεῖ τό ξένο καί παράδοξο θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ καί καθιστᾶ ἐφικτό ὅ,τι δέν εἶναι δυνατόν σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φύσεως, καθιστᾶ ἐφικτή τήν ἔλευση τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἐν δούλου μορφῇ καί τή γέννησή του ἐν χρόνῳ ἀπό τήν Παναγία Παρθένο.
Ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τό πλάσμα του, τό ὁποῖο ἑκουσίως ἀπομακρύνθηκε ἀπό κοντά του διά τῆς παρακοῆς τῆς ἐντολῆς του, δέν περιορίζεται μόνο στό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός γίνεται ἄνθρωπος καί ἔρχεται στή γῆ. Γιατί τό ζητούμενο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως δέν εἶναι νά κάνει τόν ἄνθρωπο νά περνᾶ καλύτερα στή γῆ. Εἶναι νά τοῦ χαρίσει ὅ,τι στερήθηκε ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς καί τῆς πτώσεώς του. Εἶναι νά τόν κάνει καί πάλι ἔνοικο τοῦ παραδείσου, νά τόν κάνει μέτοχο καί κληρονόμο τῆς αἰωνίου ζωῆς, νά τόν κάνει κοινωνό τῆς ἀγάπης του καί τῆς μακαριότητός του, νά τόν πολιτογραφήσει καί πάλι πολίτη τῆς βασιλείας του.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς, δέν διστάζει νά ὑπακούσει ὄχι μόνο στόν Θεό-Πατέρα του ἀλλά καί στούς ἀνθρωπίνους νόμους, προκειμένου νά λυτρώσει τό πλάσμα του. Δέχεται νά ἀπογραφεῖ, σύμφωνα μέ τό δόγμα τοῦ Καίσαρος, ἀνάμεσα στούς χοϊκούς ἀνθρώπους, γιά νά ἀπογράψει τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι θά τόν πιστεύσουν καί θά τόν δεχθοῦν ὡς τόν Σωτήρα καί Λυτρωτή τους, «ἐν οὐρανοῖς».
Ἀπογράφεται ὁ Χριστός στή γῆ «τῷ Καίσαρος δόγματι πειθήσας», ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ μελωδός στόν κανόνα τῶν Χριστουγέννων, μεταξύ τῶν δούλων τοῦ Καίσαρος, προκειμένου νά ἐλευθερώσει ἐμᾶς πού εἴμασταν ὑπήκοοι καί δοῦλοι τοῦ διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας ἀπό τά δεσμά τους καί νά μᾶς ἀποδώσει τήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.
Ποιός ἄλλος θά μποροῦσε, ἀδελφοί μου, νά μᾶς κάνει αὐτή τή μεγάλη προσφορά ἀγάπης, νά μᾶς κάνει αὐτή τή μεγάλη εὐεργεσία, παρά μόνο ὁ Θεός τῆς ἀγάπης, παρά μόνο ὁ μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἦλθε στή γῆ καί ἔγινε ἄνθρωπος «γενόμενος ὑπό νόμον, ἵνα τούς ὑπό νόμον ἐξαγοράσῃ». Ἦλθε στή γῆ «πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην», χωρίς νά μᾶς ζητᾶ κανένα ἀντάλλαγμα, παρά μόνο νά ἀξιοποιή-σουμε τή μεγάλη προσφορά τῆς ἀγάπης του. Μᾶς ζητᾶ νά ἀποδεχθοῦμε τήν υἱοθεσία πού μᾶς προσφέρει. Μᾶς ζητᾶ νά θελήσουμε νά γίνουμε τέκνα καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας του. Μᾶς ζητᾶ νά θελήσουμε νά γίνουμε μέτοχοι καί κοινωνοί τῆς ἀγάπης του ὑπακούοντας στίς ἐντολές του.
Ποιός ἀπό ἐμᾶς, ἀδελφοί μου, μπορεῖ νά ἀπορρίψει αὐτή τήν προσφορά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Ποιός μπορεῖ νά μήν τήν δεχθεῖ μέ εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστία; Κανείς, ἀσφαλῶς. Ἀλλά δέν ἀρκεῖ μόνο νά τήν δεχθοῦμε, δέν ἀρκεῖ μόνο νά συγκινηθοῦμε ἐνώπιον τῆς Φάτνης τοῦ γεννηθέντος Κυρίου. Χρειάζεται νά ἀποφασίσουμε καί νά τοῦ ὑποσχεθοῦμε νά ζήσουμε ἀγωνιζόμενοι νά τηροῦμε τίς ἐντολές του, ἐκφράζοντας ἔτσι καί τήν ἄπειρη εὐγνωμοσύνη μας γιά τή σωτηρία πού μᾶς χαρίζει ἀλλά καί καθιστώντας ὁ καθένας μας τόν ἑαυτό του ἄξιο τῆς προσφορᾶς τοῦ Χριστοῦ, ἄξιο γιά νά συγκαταριθμηθεῖ μέ τή χάρη του στούς πολίτες τῆς αἰωνίου βασιλείας του.
Ἄς προσφέρουμε καί ἐμεῖς αὐτό τό ταπεινό δῶρο στόν Χριστό, ὡς ἐλάχιστο ἀντίδωρο στή μεγάλη του δωρεά. Καί εὔχομαι πατρικά, ἀδελφοί μου, τά φετινά Χριστούγεννα νά ἀποτελέσουν γιά ὅλους μας τήν ἀπαρχή μιᾶς ζωῆς πιό κοντά στόν Χριστό, μιᾶς ζωῆς μέσα στήν κοινωνία τῆς ἀγάπ¬ης του.
Διάπυρος πρός τόν δι᾽ἡμᾶς ἐνανθρωπήσαντα Κύριον εὐχέτης
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας
Παντελεήμων