Έρευνα – Επιμέλεια:
Μάκης Δημητράκης
«Δωδεκάμερο ή Δωδεκαήμερο» (έτσι το λένε και άλλοι χριστιανικοί λαοί) ονομάζουμε την περίοδο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα και είναι ημέρες με γιορταστική συνέχεια.
Την περίοδο αυτή συναντούμε με παραδοσιακή ένταση έθιμα ειδωλολατρικά αλλά και χριστιανικά που τελούνται με τρεις επιθυμητές σκοπιμότητες. 1) Να χαρούν οι άνθρωποι τη μετάβαση από το χειμώνα στην άνοιξη. 2) Να εξασφαλίσουν την ευτυχία για το νέο χρόνο που έρχεται και 3) Να τονώσουν το θρησκευτικό και οικογενειακό αίσθημα.
Ο πρώτος σκοπός επιδιώκεται με το χριστουγεννιάτικο έλατο, τους πολύχρωμους φωτισμούς, το αναμμένο τζάκι, τους καλικάντζαρους και τον αγιασμό των υδάτων. Ο δεύτερος σκοπός γίνεται πραγματικότητα με τις ευχές, τα κάλαντα, τα δώρα, τα τυχερά παιχνίδια και την βασιλόπιτα και ο τρίτος σκοπός βρίσκει εφαρμογή στις Ακολουθίες των Χριστουγέννων και των Φώτων, τους ύμνους και τις οικογενειακές και συγγενικές συγκεντρώσεις και τα τραπεζώματα.
Τα έθιμα του «Δωδεκαήμερου», όπως αναφέρει ο μεγάλος λαογράφος Δημήτρης Λουκάκος, ανήκουν στα λεγόμενα «Διαβατήρια έθιμα» τα οποία ακολουθούμε με παραδοσιακό τρόπο για να περάσουμε από μια κατάσταση σε άλλη ή για να προκαλέσουμε την τύχη ή τέλος να παρακαλέσουμε το «Θείο» να ευλογήσει μια νέα περίοδο.
Άλλα από τα «Διαβατήρια» έθιμα χαρακτηρίζονται πανελλήνια (έλατο, κάλαντα, βασιλόπιτα, αγιασμός των υδάτων) και άλλα τοπικά όπως ο καρτσούνος, το κάψιμο των κέδρων, τα ρουγκάτσια, οι Λιγκουτσάρηδες, το σούρβισμα κ.ά. που κυρίως αναβιώνουν στην Ημαθία.
Τα κάλαντα που θα μας τραγουδήσουν είναι μια τραγουδιστική ευχή που πρέπει να δεχτούμε με ευχαρίστηση, το δε φιλοδώρημα που θα δώσουμε δεν είναι αμοιβή εργασίας, αλλά μικροεξαγορά των ευχών που θα πάρουμε. Το κόψιμο της βασιλόπιτας σε ξεχωριστά κομμάτια σε «θεία» και ανθρώπινα πρόσωπα δείχνει τη γεφύρωση ανάμεσα σε παλιούς και νέους αλλά και τη στήριξη των ελπίδων μας για το νέο χρόνο. Τέλος οι μεγάλες οικογενειακές συγκεντρώσεις αντιστοιχούν με τα νυχτέρια του λαού μας στις δύσκολες και μεταβατικές ώρες.
Στο σημερινό μου σημείωμα θα αναφερθώ σε κάποια από τα έθιμα των Ημαθιωτών, άλλα από τα οποία στο πέρασμα του χρόνου έμειναν μακρινή νοσταλγία των μεγαλύτερων σε ηλικία, άλλα όμως συνεχίζονται και σήμερα και η παρούσα αναφορά μπορεί να αποτελέσει πρόσκληση και πρόκληση να τα ζήσουμε μαζί με τους διοργανωτές τους.
Ο «Καρτσιούνος»: έθιμο της Νάουσας και η λέξη στο ναουσαίικο γλωσσικό ιδίωμα σημαίνει μεγάλη πυρά-φωτιά σε ανοιχτό χώρο. Ο Καρτσιούνος αποτελείται από πολλά μεγάλα κούτσουρα (κορμοί δέντρων) κατάλληλα τοποθετημένα. Οι «Καρτσιούνοι» στήνονται σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους, κοντά σε εκκλησίες και πλατείες και γύρω συγκεντρώνονται οι κάτοικοι της γειτονιάς αλλά και περαστικοί. Στα κάρβουνα ψήνουν χοιρινό κρέας, τρώνε, πίνουν και τραγουδούν και ενίοτε χορεύουν.
Οι ρίζες του εθίμου ίσως βρίσκονται στην ελληνική αρχαιότητα, οι νέοι όμως σήμερα πιστεύουν πως το άναμμα της φωτιάς (καρτσιούνου) γίνεται για να ζεστάνουν το νεογέννητο Χριστό και γι’ αυτό ο «Καρτσιούνος» παραμένει αναμμένος μέχρι τα Φώτα. Στις μέρες μας, που το έθιμο ακολουθεί την ιστορική του διαδρομή, μεγάλοι «Καρτσιούνοι» στήνονται στο προαύλιο της Μεταμόρφωσης, μπροστά από το Εργατικό Κέντρο, κοντά στην εκκλησία της Βαγγελίστρας, στ’ Αλώνια, στη θέση «Φόρος» στην είσοδο της πόλης, στις παλιές και νέες εργατικές κατοικίες και άλλες γειτονιές.
Το έθιμο αναβιώνει και στα χωριά Αρκοχώρι (Αρκουδοχώρι) και Γιαννακοχώρι ενώ αξίζει να αναφερθεί ότι στο ίδιο χρονικό διάστημα που έκαιγε ο «Καρτσιούνος» -σε παλιότερες εποχές- έμεναν νυχθημερόν αναμμένα και τα τζάκια στα σπίτια γιατί πίστευαν πως μόνο έτσι τα ξωτικά και οι καλικάντζαροι δεν μπορούσαν να μπουν στο σπιτικό για να κάνουν κάποιο κακό.
Το «κάψιμο των κέδρων» είναι έθιμο, που έχει τις ρίζες του στα χρόνια της τουρκοκρατίας και απαντιέται σε ορεινά και ημιορεινά χωριά του νομού μας. Οι νέοι των χωριών, μέρες πριν την προπαραμονή των Χριστουγέννων κόβουν από το δάσος κέδρα και τα μεταφέρουν στην κεντρική πλατεία του οικισμού. Τα μεσάνυχτα της προπαραμονής -στον Τρίλοφο- ανάβουν τη φωτιά ενώ ταυτόχρονα κτυπούσε σε παλιότερες εποχές και η καμπάνα του Αη Δημήτρη. Οι νέοι (συνήθως) με τις παλάμες προς τη φωτιά φωνάζουν «Κόλιντα-κόλιντα, κόλιντα μπάμπο, κόλιντα και ο Χριστός… γεννιέται». Στη συνέχεια το ρίχνουν στο χορό.
Και στη Φυτειά το «άναμμα των κέδρων» γίνεται τα μεσάνυχτα της προπαραμονής (23 Δεκεμβρίου) του Αη Κολέντε, όπως έλεγαν. Μετά το άναμμα των κέδρων που έκαιγαν μέχρι τις πρωινές ώρες της παραμονής, τα παιδιά του οικισμού έψαλαν τα κάλαντα στα σπίτια και η εξαγορά των ευχών γινόταν με καρύδια, ξερά σύκα, ξυλοκέρατα, τσίντσιφα κ.ά.
Και στους δύο οικισμούς αλλά και στον Στενήμαχο όπου απαντιέται και στις μέρες μας το έθιμο έχει σαν σκεπτικό να ζεστάνουν τον νεογέννητο Χριστό!
Από τα έθιμα που σχεδόν στις μέρες μας «εξαφανίσθηκαν» αξίζει αναφοράς αυτό της Μελίκης σύμφωνα με το οποίο το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων έπρεπε απαραίτητα στο τραπέζι να υπάρχουν εννέα διαφορετικά εδέσματα (μαζί με το νερό) ως σύμβολο της εννιάμηνης κίνησης της Παναγίας.
Στο Μακροχώρι πάλι απαραίτητο έδεσμα του γιορτινού τραπεζιού ήταν η «πάπια καπαμά».
Στην Αγία Μαρίνα την προπαραμονή οι νοικοκυρές ανάμεσα στις άλλες δουλειές έφτιαχναν ειδικά νηστίσιμα κουλούρια τα οποία πρόσφεραν στα αγόρια που θα πήγαιναν να ψάλλουν τα κάλαντα.
Τα μεσάνυχτα της 23ης προς την 24η Δεκεμβρίου στην κεντρική πλατεία του χωριού άναβαν (ανάβουν και στις μέρες μας) μεγάλη φωτιά με πουρνάρια που έφερναν τα αγόρια από τα σπίτια τους. Ακολούθως ξεχύνονταν στα σπίτια του χωριού να ψάλλουν τα κάλαντα (κόλιντε) έχοντας στον ώμο τους ειδικό υφαντό ταγάρι για να βάζουν τα κουλούρια που τους έδιναν οι νοικοκυραίοι που έμεναν ξάγρυπνοι περιμένοντας τους καλαντηστές.
Κάτι παρόμοιο γινόταν και στον γειτονικό Άγιο Γεώργιο αλλά και σε άλλα χωριά της ευρύτερης περιοχής.
Βοηθήματα:
-Λεύκωμα Τριλόφου Αδ. Χαρίση
-Το άναμμα του Καρτσιούνου Στ. Αποστόλου