Διαβάζω … Εύξεινος Λέσχη Βέροιας, εκδρομή στην «Ονειρούπολη» Δράμας στις 9 Δεκεμβρίου.
Γιατί άραγε επέλεξε η Εύξεινος Λέσχη Βέροιας να πάει στη Δράμα, μπήκε κάποιος στον κόπο να απαντήσει σε αυτό το απλό ερώτημα … και δεν είναι μόνο η Εύξεινος, δεκάδες οι ομαδικές εκδρομές και ακόμα περισσότεροι οι μεμονωμένοι επισκέπτες … μόνο τα Τρίκαλα υπολογίζουν σε 700.000 τους επισκέπτες του «Μύλου των Ξωτικών».
Και είναι τόσο σοβαρό ζήτημα το αν θα πάει λχ η δική μας Εύξεινος Λέσχη στη Δράμα - που καλά κάνει και πάει - ή όποιος άλλος από όποια άλλη πόλη θα αναρωτηθεί κάποιος … ναι, στο μέτρο που η εκεί εκδρομή συνεπάγεται νομοτελειακά και μια προσωπική ή οικογενειακή δαπάνη στην αγορά της … και με το δεδομένο ότι το διαθέσιμο ποσό κάθε οικογένειας για τις γιορτές είναι λίγο πολύ συγκεκριμένο, ότι θα ξοδευτεί εκεί, θα λείψει από την αγορά της πόλης από όπου ξεκίνησε ο επισκέπτης.
Αξίζει λοιπόν να αναρωτηθούμε … γιατί επιλέγει κάποιος να πάει στη Δράμα … εδώ η θεωρία του τουρισμού έχει τη δική της ερμηνεία … είναι η προσδοκία, ενδεχόμενα η πληροφορία ή ακόμα και η βεβαιότητα ότι στη Δράμα θα βρει κάτι «διαφορετικό», κάτι που προσιδιάζει στις επιθυμίες του και συμβαδίζει με την εποχή που αυτό προσφέρεται.
Εδώ η κρίσιμη λέξη είναι το «διαφορετικό» … αν δηλαδή στη Δράμα ο δήμος στόλιζε απλά την πόλη, τότε δεν θα προκαλούσε το ενδιαφέρον άρα και το κίνητρο να πάει κάποιος εκεί … αυτά λίγο πολύ τα βρίσκει κάποιος παντού … άλλωστε δε μπορώ να φανταστώ ότι θα υπάρξει ελληνική πόλη ή χωριό που δεν έχει κάποια φωτάκια, ένα χριστουγεννιάτικο δένδρο.
Τι είναι λοιπόν το «διαφορετικό» … εδώ αρχίζουν τα δύσκολα … για να χαρακτηριστεί κάτι ως διαφορετικό, πρέπει πραγματικά να είναι μοναδικό, να μην το συναντάμε αλλού, ικανό να προσελκύσει το βλέμμα και το ενδιαφέρον, αισθητικά άρτιο και τελικά ένα σύνολο που κάθε επιμέρους στοιχείο του «απαντά» σε κάποια επιθυμία ... έτσι είναι το «σκηνικό», η ζωή που αυτό έχει, η ίδια η πόλη που το φιλοξενεί.
Με τα κριτήρια αυτά ο επισκέπτης αξιολογεί το διαφορετικό και η «Ονειρούπολη» είναι διαφορετική, συνυπολογίζοντας πάντα και το ιστορικό της προσπάθειας.
Η Δράμα και τα Τρίκαλα δεν έφθασαν στο σημείο αυτό μέσα σε μια νύχτα … μεθοδικά και σε βάθος χρόνου δόμησαν την προσπάθειά τους αυτή … τα «μαγικά ραβδιά» μπορεί να λειτουργούν στα χέρια των «ξωτικών», αλλά στην αγορά δεν πιάνουν μια.
Αυτό ακριβώς προσπαθεί να κάνει και η πόλη μας με την απόφαση της να επενδύσει σε μια άλλη, «ιδιαίτερη εικόνα» την περίοδο των φετινών Χριστουγέννων … να σπάσει τα όρια της, να καθιερωθεί ως τόπος προορισμού για την περίοδο αυτή και όλα αυτά με αφετηρία τη φετινή χρονιά.
Και όμως … γκρίνια και μιζέρια από ορισμένους, συνοδεύει την προσπάθεια.
Πολλά τα λεφτά … γιατί αυτές οι εκδηλώσεις ... γιατί καράβι και όχι αεροπλάνο ... γιατί έτσι και όχι αλλιώς και πάει λέγοντας ... να ‘χαμε να λέγαμε δηλαδή και όλα αυτά γαρνιρισμένα με φθηνό, θλιβερό, έως χυδαίο χιούμορ.
Εντάξει λοιπόν όχι σε όλα αυτά ... η άλλη πρόταση ποια είναι, γιατί δεν άκουσα κάτι … να κάτσουμε στα αυγά μας ;
Αν αυτό είναι επιλογή συμπαθάτε με, αλλά προσωπικά δε μου πάει ο ρόλος της κλώσας.
Και δεν το κρύβω ότι απορώ με όλους αυτούς και για έναν ακόμα λόγο … πως μπορεί να προσδοκά κάποιος κέρδος, χωρίς να επενδύσει, να πάρει ρίσκα … αυτό που ξέρω είναι ότι μόνο ένας αεριτζής μπορεί να ελπίζει σε μια τέτοια πιθανότητα.
Αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί πρέπει να επενδύσουμε, με συνέπεια και συνέχεια σε αυτό που κάνουμε, σε αυτό που προσδοκούμε, να επενδύσουμε στο «ιδιαίτερο».
Αν δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να αναδείξουμε την πόλη μας σε τόπο προορισμού για τις γιορτές των Χριστουγέννων ναι, χαμένα θα πάνε τα χρήματα που θα δώσουμε … αν πιστεύουμε ότι αυτό είναι ένας ρεαλιστικός στόχος, τότε και λίγα είναι αυτά που δίνουμε.
Ας αποφασίσουμε επιτέλους σε ποια κατηγορία θέλουμε να «παίξουμε» τελικά … αν φοβόμαστε την πρώτη κατηγορία τότε και πολύ μας πάει η Β’ Εθνική, ίσως μάλιστα η ερασιτεχνική να μας ταιριάζει καλύτερα … αλλά τότε να μη γκρινιάζουμε ότι η πόλη μας πεθαίνει, ότι μας λείπει το χρήμα και ας το πάρουμε απόφαση, ότι από εδώ και πέρα απλά θα αλλάζουμε μεταξύ μας τα χρήματα μας και όσο πάει.
Γιάννης Καμπούρης