Γράφει ο
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Έχει παγιωθεί ως μόδα τα τελευταία χρόνια τέτοια εποχή, να υποδέχεται η ελληνική αγορά την λεγόμενη «Μαύρη Παρασκευή», τον ξενόφερτο θεσμό που έγινε γενικότερα γνωστός υπό την αγγλόφωνη εκδοχή του ως «Black Friday», σαν μια προσπάθεια αύξησης του τζίρου μέσω γενικευμένων εκπτώσεων των τιμών στα προϊόντα που διατίθενται προς πώληση.
Η «Black Friday» αποτελεί μία από τις εναγώνιες κινήσεις που επιχειρούνται προκειμένου να αυξηθεί ο τζίρος, με διάφορα μέσα επικοινωνιακού κυρίως χαρακτήρα, στα γενικότερα πλαίσια του κλίματος που διαμορφώνεται εν όψει των προσεχών αυτοδιοικητικών εκλογών που αναδεικνύουν τα μεγάλα προβλήματα του τόπου, μεταξύ των οποίων κυρίαρχη προβάλλει η μεγάλη κρίση που βιώνει η αγορά.
Αποτελεί όμως κοινή γνώση ότι για να επιτευχθεί η ποθητή ανάκαμψη της αγοράς χρειάζεται οι καταναλωτές να έχουν την οικονομική άνεση, ώστε να μπορέσουν να δώσουν την απαιτούμενη πνοή που χρειάζεται, προκειμένου να απαλλαγεί ο τόπος από την παρατεταμένη κρίση εις την οποία βρίσκεται.
Και αυτό δυστυχώς δεν συμβαίνει.
Ο τόπος που κατά παράδοση βασίζονταν στον πρωτογενή αλλά και στον δευτερογενή παραγωγικό τομέα, βιώνει ένα πρωτοφανή μαρασμό.
Το κόστος της παραγωγής, τα προβλήματα στη διακίνηση και την μεταποίηση των προϊόντων και η γενικότερη οικονομική κρίση με την πληθώρα των αντιλαϊκών κυβερνητικών μέτρων, έχουν μειώσει δραματικά το εισόδημα των πολιτών με αποτέλεσμα η αγορά να φαντάζει σαν ένα απλησίαστο όνειρο, για τους περισσότερους από αυτούς.
Ένα μεγάλο μέρος των πολιτών που βλέπει τις οικονομίες του να κονιορτοποιούνται στις μυλόπετρες του υψηλού κόστους διαβίωσης, αδυνατεί να προσεγγίσει τα προϊόντα της αγοράς εκτός από τα απολύτως αναγκαία, όσο και εάν αυτά περιστασιακά διατίθενται σε χαμηλότερες τιμές, στα πλαίσια επικοινωνιακού κυρίως τύπου εκπτωτικών εκφάνσεων.
Η υπέρμετρη αύξηση της ανεργίας συνεπάγεται μαζική απώλεια εισοδήματος και ως εκ τούτου αδυναμία κατανάλωσης.
Η μεγάλη υπονόμευση της Κοινωνικής Ασφάλισης και τα πειράματα στον χώρο της Υγείας υποχρεώνουν τους πολίτες να διαφυλάττουν έντρομοι τα υπολείμματα των οικονομιών τους για την “κακιά την ώρα”.
Η τεράστια υποβάθμιση της Δημόσιας Παιδείας και η υπέρμετρη αύξηση της παραπαιδείας, έχουν δημιουργήσει οικονομικές συνθήκες δυσβάστακτες για τη μέση οικογένεια.
Όλα αυτά κι άλλα πολλά επιμέρους ζητήματα έχουν απομακρύνει τον κόσμο από την αγορά, με αποτέλεσμα η κίνηση να είναι εμφανώς υποβαθμισμένη.
Αυτό παρατηρείται κατά αντίθεση με ότι συνέβαινε τα παλιότερα χρόνια όπου οι καταναλωτές κυριολεκτικώς συνωστίζονταν στα καταστήματα και η αγορά έσφυζε από ζωή και ενεργοποιούσε όλα τα επαγγέλματα με αποτέλεσμα την ευημερία του τόπου.
Χρέος όλων είναι να μην αφεθεί η τοπική κοινωνία στο ρόλο του απλού παρατηρητή των εξελίξεων.
Επιβάλλεται άμεσα να πραγματοποιηθούν δυναμικές τομές στο χώρο του τοπικού εμπορίου που να αποβαίνουν σε όφελος των καταναλωτών, οι οποίοι με τη σειρά τους θα εμπιστεύονται και θα προτιμούν τα τοπικά εμπορικά καταστήματα για τις αγορές τους.
Το νέο «κλεισθενικό» περιβάλλον που διαμορφώνεται στην αυτοδιοίκηση, επιβάλλεται να ενεργοποιήσει αισιόδοξες προοπτικές οργάνωσης και ανάπτυξης, μέσω της οποίας μπορούν να διεκδικηθούν πόροι και να διασφαλιστούν επενδύσεις οι οποίες θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και θα ανακόψουν την καθοδική οικονομική πορεία του τόπου.
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος επιβάλλεται μια γενικότερη κινητοποίηση έτσι ώστε να μη επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος και ο χρόνος να πάψει να κυλά εις βάρος της τοπικής αγοράς. Ο ανταγωνισμός που αναμένεται να κλιμακωθεί το διάστημα που έρχεται, θα είναι σκληρός και απάνθρωπος. Ο καταναλωτής δέχεται ανεμπόδιστα κάθε μέρα αμέτρητα καταναλωτικά ερεθίσματα από την τηλεόραση και από τον άλλο μεγάλο ανταγωνιστή του τοπικού εμπορίου που είναι το ηλεκτρονικό εμπόριο μέσω του διαδικτύου.
Αν τελικά το «κλεισθενικό» στοίχημα χαθεί, η αναπτυξιακή προοπτική του τόπου μας θα έχει υποστεί μια ανεπανόρθωτη ανατροπή, η οποία θα συνεπάγεται την τεράστια απώλεια πραγματικών αξιών από την πτώση των τιμών των ακινήτων, την κορύφωση της ανεργίας και την επίταση των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων που θα οδηγήσουν τον τόπο σε μαρασμό και εγκατάλειψη.
Είναι προσωπική ευθύνη κάθε παράγοντα του τόπου και κάθε πολίτη να μη επιτραπεί να συμβεί αυτό. Κάθε ολιγωρία που υπονομεύει το μέλλον του τόπου και το αύριο των παιδιών μας , θα κριθεί αυστηρά από τη Ιστορία.