Της Χρύσας Μπέκα, Ψυχολόγου – ψυχοθεραπεύτρια
Μια φορά το
φίδι πήρε κατά πόδας την πυγολαμπίδα. Εκείνη φοβισμένη άρχισε να τρέχει χωρίς
σταματημό, αλλά και το φίδι συνέχιζε την προσπάθειά του. Μια μέρα, δυο μέρες
και το κυνηγητό συνεχιζόταν.
Την τρίτη μέρα η πυγολαμπίδα,
εξουθενωμένη πια, σταμάτησε να πετά και στράφηκε στο φίδι λέγοντάς του:
-Μπορώ να
σου απευθύνω τρία ερωτήματα;
Το φίδι
απάντησε:
-Αν και δεν
συνηθίζω να δίνω απαντήσεις σε τέτοιου είδους ερωτήματα, επειδή, όμως,
πρόκειται να σε καταβροχθίσω, μπορείς να με ρωτήσεις.
-Ανήκω στην
τροφική σου αλυσίδα;
-Όχι,
απάντησε το φίδι.
-Σε έχω
ενοχλήσει σε κάτι;
-Όχι,
απάντησε ξανά το φίδι.
-Τότε, γιατί
θέλεις να με σκοτώσεις;
-Γιατί δεν
αντέχω να σε βλέπω να λάμπεις…!»
Μύθοι Αισώπου
Μόνο οι
άνθρωποι που δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, επιλέγουν να αναλώνονται
στο να πρωταγωνιστούν στο δράμα που σκηνοθετεί ο ζηλόφθονος ανταγωνισμός τους. Οποιοιδήποτε προσπαθούν να σε
βλάψουν ή να σε υπονομεύσουν, με τη στάση τους δηλώνουν ότι είναι ήδη εκεί
χαμηλά, και σε εκείνο το κατώτερο επίπεδο επιθυμούν να σε συμπαρασύρουν. Η
ζήλεια τους πιστοποιεί ότι εκείνοι είναι οι πιο μεγάλοι θαυμαστές σου. Ο
ανταγωνισμός τους δεν αφορά εσένα, αλλά περισσότερο αποκαλύπτει την εσωτερική
τους μάχη με συναισθήματα φόβου, αδράνειας και προσωπικής ανασφάλειας.
Η ζήλεια θα πρέπει να διαχωρίζεται από την επιθυμία να είχα και
εγώ τα υλικά αγαθά, τα προσωπικά χαρίσματα ή την επιτυχία που έχει κάποιος άλλος,
η οποία αποδίδεται με μεγαλύτερη ακρίβεια με την έκφραση «μακάρι να ήμουν στη
θέση σου…», χωρίς να υπάρχει η δεύτερη σκέψη της βαθιάς επιθυμίας ο άλλος να
χάσει αυτό που ζει ή να του συμβεί κάτι δυσάρεστο. Είναι το πικρό συναίσθημα
που δεν βλάπτει τον άλλο, στον βαθμό που βασανίζει εκείνον που ζηλεύει. Τα
τοξικά συναισθήματα φθόνου, θυμού και απέχθειας που ζουν στον πυρήνα του
ζηλόφθονα, διαστρεβλώνουν τον τρόπο που βλέπει την πραγματικότητα και
δημιουργούν χημικές μεταβολές στον οργανισμό του, οι οποίες αποτελούν έδαφος
για την ανάπτυξη κάθε είδους σωματικής ασθένειας. Ο φθόνος διαβρώνει εκείνον
που τον βιώνει, όπως η σκουριά το μέταλλο.
Η ζήλεια είναι ξαδέρφη της
απληστίας και της ανικανότητας να αναγνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε τα κεκτημένα
μας. Υπό αυτή την οπτική, η ζήλεια, ξεκάθαρα, συνδέεται με τη χαμηλή
αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση, επειδή στερεί από κάποιον τη δυνατότητα να
αξιολογεί και να απολαμβάνει τις θετικές του ποιότητες. Με άλλα λόγια,
στερείται τη χαρά να δίνει προτεραιότητα στον εαυτό του και να αγωνίζεται να
εξελίξει το δυναμικό του, επειδή η προσοχή του μετατοπίζεται στα επιτεύγματα
των άλλων.
Στην πραγματικότητα δεν
ζηλεύουμε τον άλλο αλλά την εξιδανικευμένη μορφή του. Όλοι έχουν ελαττώματα,
αλλά, όταν ζηλεύουμε, τείνουμε να βλέπουμε στον άλλο μόνο θετικές ποιότητες,
παραβλέποντας όλες τις αδύναμες κα ευάλωτες πλευρές του. Η ζήλεια λειτουργεί σα
μεγεθυντικός φακός που κάνει τα μικρά επιτεύγματα του άλλου να φαίνονται
ανυπέρβλητα.
Η σύγκριση με τους άλλους
περιορίζει την αντίληψη ότι καθένας είναι μοναδικός και ανεπανάληπτος και
οφείλει να δημιουργεί συνθήκες για να φτάσει στην αυτοπραγμάτωση, δηλ την
ικανοποίηση του να απολαμβάνω τη ζωή μου, υπηρετώντας το σκοπό συνεχώς να
προσεγγίζω την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Αντίδοτο, λοιπόν, στο πικρό
συναίσθημα της ζήλειας είναι η ανακάλυψη κα η ανάδειξη της μοναδικής και
ιδιαίτερης λάμψης μας.