Της Δέσποινας Παπαγιαννούλη
Γλυκιά νύχτα του Σεπτέμβρη, η χθεσινή νύχτα, όπου γέμισε ο ολόφωτος ουρανός της πόλης με λέξεις, μουσικές, συναισθήματα, «Σκιές αγάπης» της ποίησης του μεγάλου Αλεξανδρινού ποιητή. Μας τα αποκάλυψε όλα η φωνή της Σόνιας Θεοδωρίδου. Η παγκόσμιας φήμης Βεροιώτισσα σοπράνο διύλισε τις καβαφικές λέξεις και τις ακούμπησε, στο αυτί και στην ψυχή μας έτσι ρυθμικές, διαυγείς και άθικτες, όπως τις παρέδωσε ο ποιητής, περνώντας τες μέσα από τη μουσική του Αθανασίου Σίμογλου αλλά και τις ρυθμικές κινήσεις της μπαγκέτας του Θεόδωρου Ορφανίδη, που οδηγούσαν τους ήχους της Orchestra Mobile. Μια μεγάλη αγκαλιά για τη φωνή της μεγάλης σοπράνο οι φωνές των γυναικών της Σχολικής Χορωδίας Βέροιας, καθώς και της Χορωδίας του Πολιτιστικού Συλλόγου «Αιγές». Πίσω από τις χορωδίες, μια σταθερή φιγούρα πλάι στις νότες της πόλης, η γνωστή βεροιώτισσα σοπράνο, η Ελένη Αναγνώστου. Σε όλη αυτή την όσμωση λέξεων, μουσικής, υπέροχων φωνών, προστέθηκε και η δωρική απαγγελία καβαφικών στίχων από το Γιώργο Λιόλιο.
Κατάμεστο το προαύλιο του Βυζαντινού Μουσείου της Βέροιας. Μουσικοί, φωνές, θεατές, όλοι κοντά, όλα κοντά μπροστά στο πανέμορφο κτίριο του Μουσείου, όπου ακόμη και τα διπλανά καλαίσθητα σπίτια της παλιάς πόλης στέκονταν συμφιλιωμένα με το γκρίζο των απέναντι πολυκατοικιών και του τσιμέντου. Όλοι ένα, μέσα στην τέχνη που ενώνει, μ’ ένα απόσπασμα ποιήματος του Καβάφη στο χέρι, γραμμένο ιδιόχειρα από τη Σόνια Θεοδωρίδου. Όλοι δοσμένοι σε μια ανοιχτή βραδιά στον καθένα που την απολαύσαμε χάρη στην Αγγελική Κοτταρίδη, η οποία προσφώνησε και υποδέχθηκε τη Σόνια Θεοδωρίδου, λέγοντας, σας υποδεχόμαστε όχι γκρεμίζοντας τείχη, όπως θα μπορούσε να συμβεί στο μακρινό παρελθόν, τότε που η πόλη είχε τείχη, αλλά ανοίγοντας διάπλατα, την καρδιά μας.
Ευχαριστούμε από καρδιάς την κ. Σόνια Θεοδωρίδου που τίμησε, ομόρφυνε και ψήλωσε τη γενέθλια πόλη, τον κ. Θεόδωρο Ορφανίδη, την κ. Ελένη Αναγνώστου,τους χορωδούς και τους μουσικούς αλλά και την ασίγαστη κ. Αγγελική Κοτταρίδη καθώς και τον κ. Γιώργο Λιόλιο για την άψογη διοργάνωση μιας τόσο μοναδικής βραδιάς.
Γυρίσαμε σπίτια μας «πλουσιότεροι», μ’ ένα απόσπασμα καβαφικού ποιήματος στο χέρι και στην καρδιά. Όποιο μας έλαχε. Μαζί κι αυτό που έλαχε σε μένα και που έγινε επίλογος, πλούτος κι ανάμνηση, «Σκιές αγάπης» για τον καθένα:
Θυμήσου, Σώμα
«Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες,
όχι μονάχα τα κρεββάτια όπου πλάγιασες,
αλλά κ’ εκείνες τες επιθυμίες που για σένα
γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά,
κ’ ετρέμανε μες στην φωνή — και κάποιο
τυχαίον εμπόδιο τες ματαίωσε...»