Δεν είχα ξαναδεί ποτέ την πόλη έτσι. Σάββατο βράδυ και δεκάδες κόσμος κατέβαινε τα πεζοδρόμια της Ελιάς για να πάρει θέση γύρω από την ασφυκτικά γεμάτη πλατεία. Δεν ήταν επέτειος, δεν πανηγυρίζαμε την νίκη κάποιας αθλητικής ομάδας. Ήταν ένα συνηθισμένο καλοκαιρινό βραδάκι και δύο γνωστοί καλλιτέχνες θα τραγουδούσαν στην Πλατεία Ελιάς σε μία διοργάνωση ανοιχτή στο κοινό. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό της Εύηχης Πόλης, όλες οι εκδηλώσεις της είναι δωρεάν για τον κόσμο. Ο κάθε πολίτης, ντόπιος ή φιλοξενούμενος, μπορεί να σταθεί σε ένα σημείο της πόλης και να παρακολουθήσει με την ησυχία του, το μουσικό δρώμενο που συμβαίνει μπροστά του, χωρίς ταξιθέτες και ταμίες. Μόνο ο θεατής και η μουσική. Οι εκδηλώσεις διεξάγονται εξ’ολοκλήρου σε εξωτερικούς χώρους της Βέροιας, το δεύτερο χαρακτηριστικό της Εύηχης Πόλης, με πλατείες και γειτονιές, τις οποίες είχαμε συνηθίσει να προσπερνάμε καθημερινά χωρίς να τους δίνουμε δεύτερη σκέψη, να μεταμορφώνονται σε σάλες θεάτρου και μουσικές σκηνές, τις τέσσερις, περίπου, μέρες που διαρκεί το Φεστιβάλ.
Μία ιδέα που ξεκίνησε το 2008, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μουσικής στις 21 Ιουνίου, δέκα χρόνια μετά έχει φτάσει να καθιερωθεί σε ένα πολυαναμενόμενο πολιτισμικό δρώμενο της πόλης, με την στήριξη του κόσμου να συναγωνίζεται μόνο την αυξανόμενη αγάπη που του δείχνει. Μία αποκλειστική παραγωγή της ΚΕΠΑ (Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης) Δήμου Βέροιας, σε συνεργασία με φορείς της πόλης, έχει πάρει την μορφή ενός μοναδικού μουσικού Φεστιβάλ για την Ελλάδα, συνεχώς εξελισσόμενου. Η ποικιλία στα μουσικά είδη που παρουσιάζονται, πάει χέρι χέρι με την ποικιλία του ακροατηρίου. Από ηλικιωμένους ως προέφηβους, από “κουλτουριάρηδες” ως φανατικούς θαυμαστές του Παντελίδη, όλοι προσέρχονται με περιέργεια και σεβασμό για να εκτεθούν στα πρωτόγνωρα, για την πόλη, μουσικά ακούσματα.
Ο σεβασμός, γεννάει σεβασμό και ίσως είναι ένας από τους λόγους που η «Εύηχη Πόλη» καλά κρατεί. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει ότι πίσω από κάθε εκδήλωση έχει πέσει σχεδιασμός και δουλειά μηνών. Πέρα από ότι βλέπουμε μπροστά μας κάθε χρόνο, υπάρχει πάντοτε και το φρενήρες παρασκήνιο, εκεί όπου παίρνονται όλες οι αποφάσεις και συμβαίνουν οι καλύτερες υπερκοπώσεις. Για το τι συμβαίνει πίσω από την κουρτίνα της διοργάνωσης, υπεύθυνος να μιλήσει είναι ο διευθυντής της ΚΕΠΑ, κ. Γιάννης Καμπούρης.
-Πότε ξεκινάει ο σχεδιασμός της“Εύηχης Πόλης”;
Ο σχεδιασμός ξεκινάει πολύ νωρίς, συνήθως τρεις τέσσερις μήνες νωρίτερα, για να έχουμε το γενικό πλαίσιο, ειδικά για τις μεγάλες συναυλίες. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες ποντάρουν πάντοτε στο καλοκαίρι, είναι η περίοδος που θα κάνουν τις περιοδείες τους σε μεγάλους χώρους, για να μπορέσουνε να βγάλουνε τα χρήματά τους και εμείς έχουμε και το εξής πρόβλημα, τις συγκεκριμένες ημερομηνίες. Πρέπει να κλείσουμε τις ημέρες γύρω από την 21η Ιουνίου. Bασική, λοιπόν, αδυναμία της Εύηχης Πόλης είναι ότι παρόλη την επιθυμία μας και το τρέξιμό μας, δεν είμαστε έτοιμοι να ανακοινώσουμε νωρίτερα το πρόγραμμά μας. Πολύ καλά κάνει ο κόσμος και παραπονιέται. Υπάρχουν κάποιες εγγενείς αδυναμίες, που πιστεύω όμως ότι θα τις λύσουμε.
-Ποιά ήταν η αρχική σύλληψη της “Εύηχης Πόλης”;
Ο αρχικός σχεδιασμός ήτανε πολύ φιλόδοξος. Το 2008, αν θυμάμαι καλά, κάναμε 25 συναυλίες μέσα σε τέσσερις μέρες. Η λογική ήταν να αναγκάσουμε τον Βεροιώτη να τρέχει μέσα στην πόλη να τα προλάβει όλα. Επειδή οι εκδηλώσεις αυτές είναι ανοιχτές και δωρεάν θα μπορούσαν να πάρουν την μορφή, άντε να περάσω να δω τι γίνεται. Τώρα, καθώς έχει σε πολλά σημεία την ίδια ώρα, ο άλλος λέει που να πάω. Και μόνο η σκέψη «που να πάω», βάζει τον Βεροιώτη στο παιχνίδι της επιλογής. Αυτό καταφέραμε. Είχαμε αρκετή γκρίνια και ο κόσμος μας μάλωσε αλλά όλοι το χάρηκαν. Δημιούργησε το εξής όμορφο σκηνικό μετά στις δραστηριότητες, οι συζητήσεις, εσύ που ήσουνα, εγώ ήμουνα εκεί. Α, έχασες, έπρεπε να έρθεις εδώ. Αυτό που επιδιώκαμε από την αρχή, νομίζω το πετύχαμε.
-Πώς έφτασε να καθιερωθεί ως θεσμός;
Όταν έχεις ιδέες μέσα στο μυαλό σου, συνήθως όλα είναι όμορφα. Όταν όμως βγουν στην πράξη, ο άλλος μπορεί να σου πει, στάσου τι είναι αυτά και να αδιαφορήσει. Ο κόσμος στην Βέροια το χάρηκε, το γλέντησε και υπήρχε μία πίεση από την πλευρά του να επαναληφθεί. Μας έλεγαν, είναι ωραίο να το ξανακάνετε. Την επόμενη χρονιά το ξανακάναμε, μεγαλύτερη απήχηση. Και από ένα σημείο και μετά, δεν υπάρχει ούτε πολιτική διήγηση, ούτε κανένας που να μπορεί να το αμφισβητήσει και να το αντιστρέψει.
-Πώς καταλήξατε στην προσθήκη μεγαλύτερων ονομάτων στο Φεστιβάλ;
Κυρίως με την κρίση, κάναμε κάποιες δοκιμές. Φέραμε μεγάλα ονόματα και είδαμε ότι ο κόσμος το χαιρότανε. Είδαμε μία συγκινητική ανταπόκριση από ανθρώπους, να μας λένε, ευτυχώς που έγινε και η Εύηχη Πόλη και είδαμε π.χ. τον Φραγκούλη, αλλιώς που να τον δεις. Ωπ, εκεί αρχίζεις και προβληματίζεσαι. Λες, μήπως να προσπαθήσω να κάνω και κάτι τέτοιο; Πέρυσι ήταν ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο οποίος όταν άκουσε για την μορφή της Εύηχης Πόλης, μας έκανε μία πάρα πολύ καλή τιμή για την συναυλία του και φέτος φυσικά ο Παπακωνσταντίνου που θέλαμε άλλη μία πλατεία για να εξυπηρετήσουμε τον κόσμο. Φάνηκε η Πλατεία Ωρολογίου μικρή. Ουσιαστικά μας δείχνει η πόλη πως τα που θέλει να πάμε.
-Ένα από τα πράγματα που σχολιάζονται είναι πως οι συναυλίες των μεγάλων καλλιτεχνών διαρκούν αρκετές ώρες. Είναι κάτι προσυμφωνημένο;
Όχι, δεν είναι κάτι συμφωνημένο. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες έρχονται και ενθουσιάζονται με αυτό που γίνεται. Συνήθως οι συναυλίες είναι περίπου στην μιάμιση ώρα. Φέτος ο Παπακωνσταντίνου, αν δεν είχε υποχρέωση την επόμενη μέρα να είναι στα Μάταλα, για μία συναυλία στην Κρήτη, θα καθόταν τουλάχιστον άλλη μιάμιση ώρα. Δεν κατέβαινε από την σκηνή.
-Σημαντικό στοιχείο στον προγραμματισμό της “Εύηχης Πόλης” παραμένει η ποικιλομορφία;
Πάντα. Φέτος, είχαμε μία εξαιρετική εκδήλωση στο Βυζαντινό Μουσείο με δύο άρπες. Είναι ένα γεγονός ιδιαίτερο. Μπορεί να μην είχε τον κόσμο της Πλατείας Ωρολογίου αλλά ήρθαν και θεατές από την Θεσσαλονίκη. Δείχνεις ότι δεν σε ενδιαφέρει να κάνεις μόνο ότι είναι λαμπερό, συνυπολογίζεις και αυτόν τον κόσμο. Πριν από τέσσερα χρόνια είχαμε κάνει ένα γκαλά όπερας ενώ την ίδια ώρα, γινόταν βραδιά με ρεμπέτικο τραγούδι στην Μπαρμπούτα. Μία γνωστή κυρία, από την οποία έπαιρνα εφημερίδες, μου σχολίασε την επόμενη μέρα, τι ωραίες φωνές ήταν αυτές που άκουσε. Αμέσως συνδύασα την κυρία με το ρεμπέτικο και την ρώτησα αν της άρεσε η φωνή της τάδε που τραγουδούσε. Μου απάντησε, «Δεν μιλάω για το ρεμπέτικο, τις όπερες εννοώ. Πήγα για πρώτη φορά και από εδώ και πέρα όταν θα τις πετυχαίνω στο ραδιόφωνο, θα προσπαθώ να τις ακούω». Πόσο αδικούμε τον κόσμο, όταν κάνουμε προεπιλογές και λέμε “αυτό του αρέσει!”. Δεν είναι μονοδιάστατη η μουσική. Όποιος ακούει καλή μουσική, θα ακούσει από όλα τα είδη.
-Οι δυσκολίες της διοργάνωσης της “Εύηχης Πόλης” άλλαξαν με τα χρόνια;
Πάρα πολύ. Καταρχήν, μειώθηκε το προσωπικό μας λόγω συνταξιοδότησης. Είμαστε λίγα άτομα, ο τεχνικός τομέας έχει πέντε άτομα και όταν ξαφνικά φύγει ο ένας, έχουμε μείωση 20% στο προσωπικό. Επίσης βάρυνε υπερβολικά και απαγορευτικά πολλές φορές, το κόστος της διοικητικής υποστήριξης. Παλιότερα, για μία δραστηριότητα, έπρεπε να κάνεις μία ενέργεια. Τώρα χρειάζονται πέντε με έξι. Μπλέκεις σε ένα γραφειοκρατικό σύστημα ενεργειών και πράξεων, που σου επιβάλλει η σχετική νομοθεσία, το οποίο στο τέλος σε φτάνει σε σημείο αγανάκτησης. Αν διασφάλιζε διαφάνεια, θα έλεγα, εντάξει, να το υποστούμε. Όμως, επί της ουσίας, δεν βλέπω αποτέλεσμα. Δυσκολία επίσης είναι το οικονομικό. Όταν θέλεις να κάνεις μία δραστηριότητα εμβέλειας, δεν μπορείς να την τρέξεις ως τοπικό γεγονός. Αν δεν επενδύσεις, δεν θα υπάρξει επιστροφή. Την ημέρα που έπαιζε ο Παπακωσταντίνου, οι γειτονικές πόλεις ήταν άδειες ενώ δεν υπήρχε μαγαζί στην Βέροια που να μην δούλεψε τριπλά και τετραπλά από ότι δούλευε τις άλλες μέρες. Υπήρξε απόδοση και αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει τις μέρες του Φεστιβάλ για να έχουμε διαρκώς κόσμο εδώ.
-Yπάρχει πρόβλεψη να συμπεριλαμβάνονται κάθε χρόνο και τοπικοί καλλιτέχνες;
Υπάρχουν πολλά παιδιά τα οποία κάνουν καριέρα εκτός Βέροιας και ο στόχος μας είναι να τους φέρουμε ξανά στην Βέροια και να τους αναδείξουμε. Ως τοπικούς καλλιτέχνες, καμιά φορά εξαντλούμε όσους υπάρχουν στον κοινωνικό μας περίγυρο. Δεν είναι μόνο αυτοί. Αυτοί έχουν την ευκαιρία να δείξουν, ανά πάσα στιγμή, την δουλειά τους φιλοξενώντας τους σε μία άλλη δραστηριότητα.
-Την τελευταία μέρα, η ανταπόκριση του κόσμου στην μπάντα του Δήμου ήταν ενθουσιώδης. Πώς εξηγείτε την αντίδραση του κόσμου που φαίνεται να αγκαλιάζει ακόμη και τα πιο απλά δρώμενα;
Αυτό που θέλουμε να αναπτύξουμε και πιστεύουμε ότι, ως ένα βαθμό, το έχουμε καταφέρει, είναι η αποδοχή του κόσμου. Δεν μπορείς να υποτιμάς τον κόσμο, πετώντας του απλά ένα ξεροκόματο. Ο κόσμος το καταλαβαίνει. Τα παιδιά της μπάντας για να βγάλουν αυτό το πρόγραμμα, ταλαιπωρήθηκαν όλο τον χειμώνα. Δεν είναι εύκολο για μία μπάντα που δεν έχει επαγγελματίες μουσικούς να εισφέρουν από τον προσωπικό τους χρόνο, ενταγμένοι σε ένα μουσικό σύνολο. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο και ο κόσμος το αγκαλιάζει. Και εμείς προσπαθούμε αυτήν την εκτίμηση του κόσμου να την ανταποδίδουμε με ότι γίνεται καλύτερο.
-Τα μελλοντικά σχέδια για την “Εύηχη Πόλη”;
Το μεγάλο μου όνειρο θα ήταν να ξεκινήσει κάποτε από εδώ μία παραγωγή όπερας, λόγου χάρη, η Τόσκα ή η Τραβιάτα, πολύ οικείες, που οι περισσότεροι αναγνωρίζουμε κομμάτια τους. Μία πρεμιέρα προσδιορίζει μία γέννηση, ένα αρχικό γεγονός. Πολλές φορές προσπαθήσαμε αλλά για την συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, τα προβλήματα είναι ανυπέρβλητα. Θέλω να πιστεύω ότι, κάποια στιγμή, θα ωριμάσει στο μυαλό μας και θα δούμε επίσης τι θα μπορούσαμε να έχουμε ως διεθνή χαρακτηριστικά του Φεστιβάλ. Όλα αυτά βέβαια στην πορεία. Είμαστε ακόμη μόνο δέκα χρονών.
-Και μία ευχή για την “Εύηχη Πόλη”;
Η ευχή για την Εύηχη Πόλη είναι να γίνει πιο δυνατή, πιο μεγάλη και κυρίως να υποστηριχτεί και από τις πολιτικές διοικήσεις. Υπήρχε ένα αντίλογος, ο οποίος τον τελευταίο καιρό έχει κοπάσει. Τώρα έχουμε τόσες ανάγκες γιατί να ξοδεύουμε τόσα χρήματα; Παρόλο που αναλογικά τα έξοδα είναι απειροελάχιστα μπροστά στον προϋπολογισμό του Δήμου. Αυτό έχει μία λογική, αν οι άνθρωποι ζούσαμε σε κλουβιά, μας ταίζανε, μας ποτίζανε, το πρωί μας ανοίγαμε να πάμε στη δουλειά και το βράδυ μας ξανακλείνανε μέσα. Ο άνθρωπος έχει ανάγκες. Και, μία από τις ανάγκες του, είναι η ψυχή του, το πνεύμα του, το οποίο είναι ανήσυχο και πρέπει να παραμένει ανήσυχο. Δεν μπορείς να περιορίσεις έναν άνθρωπο και να του πεις ότι μόνο αυτές είναι οι ανάγκες του. Τον υποτιμάς. Αυτός που δεν έχει να φάει, μπορεί να θέλει να ακούσει μουσική. Μπορεί να το χρειάζεται. Ο κόσμος λέει, βγήκαμε λίγο και χαρήκαμε. Ξέρεις τι μεγάλη ιστορία είναι αυτό; Αυτό αρκεί. Δίνεις πνοή στον άνθρωπο.
Στεφανία Βερροιώτου